Δύσκολη ειρήνη στη Σομαλία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Δύσκολη ειρήνη στη Σομαλία

Πώς η νίκη κατά της τρομοκρατικής αλ Σαμπάαμπ μπορεί να φέρει χειρότερα προβλήματα για την Αφρική

Για το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων πέντε ετών, ένα μεγάλο τμήμα του από μακρού χρόνο δοκιμαζόμενου πληθυσμού της Σομαλίας έχει εγκλωβιστεί σε ένα θανάσιμο αδιέξοδο μεταξύ της αλ Σαμπάαμπ, της μαχητικής ομάδας που συνδέεται με την αλ Κάιντα, και της ειρηνευτικής δύναμης της Αφρικανικής Ένωσης, γνωστής ως AMISOM. Οι ειρηνευτές είναι επιφορτισμένοι με την προάσπιση της αδύναμης Μεταβατικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης της χώρας (ΜΟΚ), η οποία, παρά την πολυετή υποστήριξη από περιφερειακές δυνάμεις και τη Δύση, παραμένει πολιτικά δυσλειτουργική και ανίκανη να κάνει κάτι που να μοιάζει με διακυβέρνηση. Το να παρατάξει έναν δικό της στρατό παραμένει μια μακρινή προσδοκία.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η προσπάθεια καταστολής της εξέγερσης έχει πέσει εξ ολοκλήρου στους ώμους της AMISOM. Κατά τους τελευταίους 18 μήνες ή περίπου τόσο, η ισχυρή δύναμη των 12.000 στρατιωτών ακολούθησε τις τακτικές της και εισέπραξε τις επιτυχίες της, οπωσδήποτε υποστηρικτικές, εναντίον της αλ Σαμπάαμπ. Επιμένοντας ότι καμιά αμερικανική μπότα δεν πάτησε το έδαφος της Σομαλίας, η Ουάσιγκτον υποστήριξε το εγχείρημα. (Αυτό, φυσικά, το σχετικό με τις Αμερικανικές μπότες, με μια εξαίρεση, την περασμένη εβδομάδα, όταν μια ομάδα αμερικανών πεζοναυτών διέσωσαν δύο εργαζόμενους της ανθρωπιστικής βοήθειας στην κεντρική Σομαλία, περίπου 500 χιλιόμετρα βόρεια του Μογκαντίσου). Σε αντάλλαγμα για τη συμβολή των στρατευμάτων τους στην AMISOM, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δώσει στο Μπουρούντι και την Ουγκάντα αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε μισθούς, εξοπλισμό, εκπαίδευση και υλικοτεχνική υποστήριξη. Ίσως το πιο σημαντικό, η Ουάσιγκτον αποκαλεί τώρα και τις δύο χώρες ως συμμάχους.

Αλλά κι άλλες δυνάμεις συμμετέχουν στη μάχη τώρα. Το Νοέμβριο, περίπου χίλιοι Αιθίοπες στρατιώτες εισέβαλαν στην κεντρική Σομαλία σε μια προσπάθεια να αποσπάσουν την προσοχή της αλ Σαμπάαμπ από την αδύναμη εισβολή των περίπου 1.500 στρατιωτών της Κένυας στο νότο της χώρας. Η απόφαση της Κένυας να εισβάλει φαίνεται να ήταν εδώ και καιρό στα σκαριά, αλλά δεν ήταν συντονισμένη με την Ουάσιγκτον ή την AMISOM. Ακόμα χειρότερα, αποδείχθηκε άκαιρη, δεδομένου ότι συνέπεσε με την περίοδο των βροχών στη Σομαλία. Για τους δύο πρώτους μήνες, ο βαρύς στρατιωτικός εξοπλισμός της Κένυας ήταν, κυριολεκτικά, κολλημένος στη λάσπη ακριβώς μέσα από τα σύνορα της Σομαλίας. Καθώς η κυβέρνηση της Κένυας παρακολουθούσε ανήμπορη τους λογαριασμούς της να συσσωρεύονται, οι μαχητές της αλ Σαμπάαμπ παρέμεναν ακριβώς έξω από το βεληνεκές της. Από το Δεκέμβριο, όταν οι βροχές σταμάτησαν και παρενέβησαν οι Αιθίοπες, η Κένυα τα πήγε κάπως καλύτερα. Αλλά το Ναϊρόμπι δεν έχει ακόμη αρθρώσει μια συνεκτική στρατηγική και, το χειρότερο, καθυστερεί ζητώντας βοήθεια από τη Δύση για να καλύψει το κόστος της κατοχής.

Σύμφωνα με κάποιες πρώτες εκτιμήσεις, η ad-hoc συμμαχία μεταξύ Κένυας, Αιθιοπίας και AMISOM έχει περιορίσει την αλ Σαμπάαμπ, αναγκάζοντάς την να αντιμετωπίσει επιθέσεις σε τρία ξεχωριστά μέτωπα. Η απόφαση της αλ Σαμπάαμπ να αποσυρθεί από το Μογκαντίσου τον περασμένο Αύγουστο, θα μπορούσε να ήταν στρατηγική, αλλά μετά την παρεπόμενη απώλεια του Beletweyne και άλλων πόλεων κατά μήκος των συνόρων της Κένυας έχει αυξήσει τις ελπίδες ότι, αν και η αλ Σαμπάαμπ συνεχίζει να ελέγχει μεγάλα τμήματα του εδάφους της νότιας Σομαλίας, μπορεί ωστόσο να υπάρξει ένα ορατό τέλος στη βία.
Η Ουάσιγκτον θα πανηγυρίσει μια ήττα της αλ Σαμπάαμπ, αλλά, όπως συμβαίνει συχνά στο Κέρας της Αφρικής, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να είναι προσεκτικές στο τι επιθυμούν. Η ηγεσία της αλ Σαμπάαμπ είναι ήδη διαιρεμένη ανάμεσα σε εθνικιστικές παρατάξεις ηγετών παραστρατιωτικών ομάδων που βασίζονται σε φυλετικούς διαχωρισμούς, οι οποίοι είναι αφοσιωμένοι κυρίως στο να ανατρέψουν την ΜΟΚ και να θέσουν τις δικές τους συμμαχίες στην εξουσία. Μετράνε πάνω από 7.000 στρατιώτες στις τάξεις τους και αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των μελών της αλ Σαμπάαμπ. Στον απόηχο μιας στρατιωτικής ήττας, οι εθνικιστές, οι οποίοι απολαμβάνουν την υποστήριξη των σημαντικών εκλογικών περιφερειών στην περιοχή, είναι πιθανό να αποτινάξουν τα σύμβολα της αλ Σαμπάαμπ αλλά να διατηρήσουν τη σημασία τους ως ηγέτες παραστρατιωτικών οργανώσεων και ως κληρικοί. Θα συνεχίσουν να εμπλέκονται με την πολιτική, και, ανάλογα με τα κίνητρα που προσφέρονται, θα ενεργούν ως καταστροφείς ή προστάτες της ειρήνης απέναντι σε κάθε αναδυόμενη πολιτική τάξη. Μερικοί από αυτούς τους ηγέτες, συμπεριλαμβανομένων των Mukhtar Robow και Hassan Dahir Aweys, έχουν συνδεθεί με την αλ Κάιντα αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κάνουν καλά να τους ανέχονται, γιατί το σομαλικό κοινό τους εκλαμβάνει γενικά ως νόμιμους.

Αλλά υπάρχει και μια μικρότερη ομάδα σκληροπυρηνικών της αλ Σαμπάαμπ, που, με τους ξένους υποστηρικτές τους στις χώρες του Κόλπου, έχουν μια διακρατική τζιχαντιστική ατζέντα και θα προτιμούσαν να στοχεύσουν αμερικανικούς στόχους στην περιοχή. Σε ένα εφιαλτικό σενάριο, θα μπορούσαν να αναπτύξουν Σομαλούς με αμερικανικά διαβατήρια για να επιτεθούν μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μέχρι τώρα, οι εθνικιστές και οι ριζοσπάστες έχουν κρατηθεί μαζί από αμοιβαίο όφελος - οι ριζοσπάστες έχουν αποκτήσει μια κάποια θέση στο ολισθηρό σύστημα φατριών της Σομαλίας και σε αντάλλαγμα, οι εθνικιστές έχουν λάβει κεφάλαια και τεχνική κατάρτιση από το εξωτερικό, μεταξύ άλλων, από τη Μέση Ανατολή και τη Νότια Ασία . Οι εθνικιστές, οι οποίοι ανησυχούν για τη διατήρηση της ροής των εμβασμάτων προς τον πληθυσμό της Σομαλίας, έχουν εμποδίσει τους ριζοσπάστες από το να επιχειρούν χτυπήματα πέρα από τη Σομαλία. Μια διάσπαση μεταξύ των δύο παρατάξεων θα απελευθερώσει τους ριζοσπάστες από αυτό το εμπόδιο, ενώ ταυτόχρονα η Σομαλία θα γίνει ένα λιγότερο ελκυστικό καταφύγιο.

Το ερώτημα, λοιπόν, γίνεται αν οι ριζοσπάστες της αλ Σαμπάαμπ θα είναι σε θέση να ξαναφυτευτούν μεταξύ των σκληροπυρηνικών και των νέων που στερούνται πολιτικής έκφρασης στην Κένυα ή των πολλών απογοητευμένων αντιπολιτευτικών κινημάτων στην Ανατολική Αφρική - για παράδειγμα, οι μαχητικές Ενωμένες Δημοκρατικές Δυνάμεις (ADF) στην Ουγκάντα. Η Αντίς Αμπέμπα, η Καμπάλα και το Ναϊρόμπι αντιπροσωπεύουν ελκυστικούς στόχους, αλλά και ολόκληρη η ανατολική ακτή της Αφρικής, ακόμη και το Γιοχάνεσμπουργκ, θα ήταν θεωρητικά ευάλωτο σε επιθέσεις. Θα ήταν ένα παράξενο παιχνίδι της μοίρας στην ιστορία της αντιτρομοκρατίας: η επιτυχής μάχη εναντίον ισλαμιστών μαχητών να λειτουργήσει ως καταλύτης της εξέλιξης της αλ Σαμπάαμπ σε περιφερειακή τρομοκρατική οργάνωση.

Παρά τις περιοχές που ελέγχει, η πλειοψηφία του πληθυσμού της Σομαλίας περιφρονεί πραγματικά την αλ Σαμπάαμπ. Αυτό γίνεται για έναν απλό λόγο: η αλ Σαμπάαμπ είναι διεφθαρμένη. Από το 2007 οπότε απέκτησε τον έλεγχο μεγάλου μέρους της σομαλικής υπαίθρου, η αλ Σαμπάαμπ έχει επενδύσει τεράστιο χρόνο και ενέργεια στη δημιουργία αυτού που είναι ουσιαστικά μια επιχείρηση «φορολόγησης» εταιρειών - συμπεριλαμβανομένων των εσόδων των πειρατικών ενεργειών, οι οποίες αποτελούν ένα από τα πιο εμβληματικά, αν και δεν είναι κατ' ανάγκην οι πιο προσοδοφόρες επιχειρήσεις της Σομαλίας - στους τομείς που ελέγχει. Αλλά ενώ οι μαχητές γεμίζουν τα ταμεία τους, ο πληθυσμός λιμοκτονεί. Και παρότι η αλ Σαμπάαμπ ελέγχει την κατάσταση από πλευράς ασφάλειας στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, δεν έχει ποτέ αναλάβει την πραγματική ευθύνη της διακυβέρνησης, προτιμώντας να αφήσει την καθημερινή λήψη αποφάσεων στα χέρια των τοπικών φυλών.

Το κεντρικό δόγμα της στρατηγικής της αντιεξέγερσης είναι ότι η τελική ήττα της εξέγερσης απαιτεί μια αξιόπιστη εναλλακτική πολιτική πρόταση για το κενό εξουσίας που θα δημιουργηθεί. Στη Σομαλία, το πρόβλημα είναι ότι η Μεταβατική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δεν στέκεται στο ύψος των περιστάσεων. Η διαφθορά είναι αχαλίνωτη και στην ΜΟΚ επίσης: ένας εμπιστευτικός έλεγχος που διεξήχθη από χρηματοδότη τής ΜΟΚ έδειξε ότι το 96% των διμερών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν μεταξύ 2009-2010 απλά εξαφανίστηκε. Χωρίς στρατιωτική προστασία από την AMISOM, η οποία έχει δημιουργήσει ένα είδος «πράσινης ζώνης» γύρω από το προεδρικό μέγαρο, τα ξενοδοχεία και τα γραφεία της μεταβατικής κυβέρνησης, η ΜΟΚ θα είχε ανατραπεί. Το συμπέρασμα είναι ότι η Μεταβατική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση είναι, στην καλύτερη μέρα της, κάτι περισσότερο από ένα βαρέλι χωρίς πάτο όπου εξαφανίζονται οι διεθνείς χρηματοδοτήσεις.

Οι μυριάδες αποτυχίες της ΜΟΚ είναι αυτές που κατέστησαν δυνατή -ή, όπως στην Αντίς Αμπέμπα και το Ναϊρόμπι το αντιλαμβάνονται, απαραίτητη – την εισβολή των αιθιοπικών και κενυάτικων στρατευμάτων. Και οι δύο χώρες έχουν υποστηρίξει πολιτικά και στρατιωτικά φιλικές οργανώσεις στη Σομαλία για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Οι οργανώσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένης της Σούφι πολιτοφυλακής Ahlu SunnahWal Jama και άλλες περιφερειακές διοικήσεις, όπως αυτές στην Azania και την Jubbaland, σκοπεύουν να ανταγωνισθούν αντί να συνεργαστούν με τη ΜΟΚ για διεθνείς πόρους και επιρροή.

Κάποιοι προσπάθησαν να απεικονίσουν την αλ Σαμπάαμπ ως μια διακρατική τρομοκρατική οργάνωση, αλλά αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό μια παρανόηση. Πρόσφατα, μια ομάδα από ανώτερα στελέχη της εθνικιστικής πτέρυγας ανακοίνωσε ανεξάρτητα την πρόθεσή της να αλλάξει το όνομα της αλ Σαμπάαμπ σε «Ισλαμικό Εμιράτο της Σομαλίας» και πλέον να επικεντρωθεί στην τοπική διακυβέρνηση - μια άμεση πρόκληση για εκείνους που θα δουν την ομάδα να πλησιάζει την Αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο και σε άλλα κοντινά τρομοκρατικά δίκτυα. Πράγματι, στην επτάχρονη ιστορία της, οι δράσεις της αλ Σαμπάαμπ ήταν σε μεγάλο βαθμό προσανατολισμένες στο εσωτερικό της χώρας, επενδύοντας περισσότερο στον εθνικιστικό στόχο να διώξει την AMISOM και τη Μεταβατική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση από το Μογκαντίσου αντί για έναν πόλεμο με τον υπόλοιπο κόσμο.

Ωστόσο, καθώς η αλ Σαμπάαμπ διασπάται, ο ριζοσπαστικός πυρήνας της ομάδας θα αναζητήσει νέους συμμάχους. Αυτοί πιθανότατα θα προέρχονται από την αυξανόμενη ομάδα των δυσαρεστημένων πολιτικά νεολαίων σε όλη την Ανατολική Αφρική. Δεν χρειάζεται να είναι Σομαλοί. Κάποιος μπορεί να δει ήδη τα πρώτα στάδια αυτής της διαδικασίας στη βιασύνη του Μουσουλμανικού Κέντρου Νεότητας που εδρεύει στο Ναϊρόμπι (κοινώς γνωστό ως «μουσουλμανική νεολαία Pumwani ») να γίνει το φερέφωνο της αλ Σαμπάαμπ στην Κένυα. Αλλά κι άλλα βαθύτερα δίκτυα σχηματίζονται εν κρυπτώ και σε μεγαλύτερο εύρος, όπως η Ομάδας Παρακολούθησης του ΟΗΕ για τη Σομαλία και την Ερυθραία τεκμηριώνει στην περσινή έκθεσή της προς το Συμβούλιο Ασφαλείας, η οποία σημείωσε επίσης ότι μη-Σομαλοί Κενυάτες υπήκοοι αποτελούν ήδη το μεγαλύτερο μη-σομαλικό τμήμα της αλ Σαμπάαμπ. Η αλ Σαμπάαμπ θα μπορούσε να φτάσει στον κόλπο του Άντεν για να επεκτείνει τους δεσμούς που ήδη έχει με την Αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο, κάτι που θα μπορούσε να προσφέρει νέες πηγές χρηματοδότησης και μια ανανεωμένη σχέση με τον πυρήνα της Αλ Κάιντα. Ή θα μπορούσε να επιδιώξει να συνδεθεί με την ΑλΚάιντα του Ισλαμικού Μαγκρέμπ ή με την όλο και πιο επικίνδυνη σέχτα Boko Haram της Νιγηρίας, με την οποία έχει ήδη κάποιες αλληλεπιδράσεις. Τελικά, οι νέοι ανεξάρτητοι ριζοσπάστες θα μπορούσαν να επιδιώξουν να είναι ο επίσημος συνεργάτης της τοπικής αλ Κάιντα, ή ακόμα χειρότερα - θα μπορούσαν να αποφεύγουν την επίδραση της Μέσης Ανατολής και να συμπεριλάβουν τα περιφερειακά παράπονα στην αφήγηση της δικής τους νέας τζιχάντ.

Κατά τα τελευταία έξι χρόνια, η αμερικανική αναπτυξιακή και ανθρωπιστική βοήθεια στη Σομαλία έχει μειωθεί δραματικά (ακόμη και στον απόηχο του χειρότερου λιμού εδώ και δεκαετίες), έχουν υπάρξει αμέτρητες ανθρώπινες απώλειες που προκύπτουν από αδιάκριτα πυρά, εκατομμύρια άνθρωποι έχουν στερηθεί τα σπίτια τους και δεν υπήρξαν προσπάθειες οικοδόμησης κράτους που να αξίζει να αναφερθούν. Αν και υπήρξαν επιπόλαια σήματα οικοδόμησης μιας διακυβέρνησης και μιας ειρήνευσης, οι πολιτικές των ΗΠΑ έχουν κατά μεγάλο μέρος περιστραφεί γύρω από την αντιτρομοκρατική προσπάθεια.

Και όντως, χτυπώντας τους τρομοκράτες στη Σομαλία θα μπορούσε, κατά κάποιο τρόπο, να κερδηθεί ο πόλεμος. Αλλά δεν θα διατηρήσει την ειρήνη. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν να επιχειρήσουν κάποια ήπια βήματα προς την κατεύθυνση που συνεπικουρούν τους Σομαλούς για την επίλυση των συγκρούσεων και την ανασύσταση της κυβέρνησής τους - όπως σίγουρα θα πρέπει να κάνουν -η προσπάθεια θα γινόταν πιο αποτελεσματικά σε συντονισμό με τους υπάρχοντες εταίρους τους μεταξύ των μουσουλμανικών χωρών. Η Τουρκία, για παράδειγμα, είναι μια ολοένα και πιο δημοφιλής παρουσία στη Σομαλία και είναι μία από τις λίγες χώρες που τολμούν ακόμη και να ανοίξουν πρεσβεία στο Μογκαντίσου. Και ακόμα και τότε, η προσπάθεια θα πρέπει να βρεθεί κάτω από τον μανδύα της ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας, και όχι ως μια υποσημείωση σε μια παγκόσμια εκστρατεία αντιμετώπισης της τρομοκρατίας.

Μπορεί να μην είναι δυνατόν να κρατηθούν τα ριζοσπαστικά στοιχεία της αλ Σαμπάαμπ από το να διασπαρούν σε όλο το Κέρας της Αφρικής. Ζωτικής σημασίας δίκτυα της ομάδας έχουν ήδη επεκταθεί πολύ πέρα από τη Σομαλία. Μεγάλο μέρος της χρηματοδότησής της και όλη της η λαϊκή υποστήριξη έρχονται από το εξωτερικό. Υπό αυτή την έννοια, η περιπέτεια της αλ Σαμπάαμπ στη Σομαλία έχει υπηρετήσει τον σκοπό της αλ Κάιντα. Έχει προσφέρει μια παλιά και αρκετά ψημένη ομάδα ξένων σκληροπυρηνικών με ανανεωμένο κύρος, επιτρέποντάς τους να εμπνεύσουν και να ριζοσπαστικοποιήσουν νέες ομάδες δυσαρεστημένων νεολαίων σε ολόκληρη την Ανατολική Αφρική και ιδιαίτερα στην Κένυα. Η Σομαλία δεν είναι - και δεν υπήρξε ποτέ - ένα φιλόξενο καταφύγιο για την αλ Κάιντα και η χρησιμότητά της έχει πλέον σαφώς εξαντληθεί. Η επόμενη και πιο επικίνδυνη φάση της τζιχάντ βρίσκεται στην Κένυα, τη Λιβύη, τη Νιγηρία και την Ουγκάντα.

Το καλύτερο που μπορεί να κάνει τώρα η Ουάσιγκτον είναι να κλείσει το κεφάλαιο για τον δύσμοιρο πόλεμο στη Σομαλία. Ο ευκολότερος τρόπος να γίνει αυτό θα ήταν να σηματοδοτήσει τη βούλησή της να ζήσει με το δυσαρεστημένο εθνικιστικό τμήμα της αλ Σαμπάαμπ, υπό την προϋπόθεση ότι θα ανοίξουν στην ανθρωπιστική βοήθεια τα τμήματα της Σομαλίας που ελέγχουν και να κάνουν μια ρήξη με την ηγεσία της σκληροπυρηνικής ομάδας και τις φιλοδοξίες περί της διακρατικής τζιχάντ. Αυτό δεν θα λύσει το πρόβλημα της διατήρησης της ικανότητας των σκληροπυρηνικών να διασυνδέονται σε άλλα κράτη και να δημιουργήσουν μια περιφερειακή τρομοκρατική απειλή - αυτό το πλοίο έχει ήδη σαλπάρει. Αλλά είναι ο μόνος τρόπος για τον τερματισμό της σύγκρουσης στη Σομαλία.

Ανοίγοντας έναν δρόμο για τμήματα της αλ Σαμπάαμπ να συμμετάσχουν στην πολιτική διαδικασία μπορεί να είναι δυσάρεστο για τη Δύση, αλλά ο Λευκός Οίκος θα πρέπει να έχει κατά νου ότι το βασικό περίγραμμα της σύγκρουσης στη Σομαλία δεν έχει αλλάξει. Ο πληθυσμός παραμένει δυσαρεστημένος από την ΜΟΚ. Η χώρα είναι βαθιά διασπασμένη, με φυλετικές παρατάξεις γρήγορα να εξελίσσονται σε αυτόνομες πολιτικές οντότητες. Η εθνική συμφιλίωση παραμένει μια φαντασίωση, οπότε δεν υπάρχει απλή στρατιωτική λύση στην κρίση. Κατά μία έννοια, με την πρόοδο που έγινε τους τελευταίους μήνες, υπάρχουν τώρα δύο αλ Σαμπάαμπ και αν η Ουάσιγκτον και ο ΟΗΕ το αγνοήσουν αυτό, θα δούμε πιθανώς άλλη μια δεκαετία χάους, αγωνίας και θανάτου. Με το να βρουν το πώς θα δεσμεύσουν το ένα κομμάτι της αλ Σαμπάαμπ, όμως, ενώ θα διακηρύξουν ένα νέο και ξεχωριστό πόλεμο για το άλλο, θα μπορούσαν πραγματικά να ξεκινήσουν τη διάνοιξη μιας οδού για την ειρήνη, κάτι που είναι πολύ περισσότερο από μια φαντασίωση.

Πρωτότυπο: http://www.foreignaffairs.com/articles/137068/bronwyn-bruton-and-j-peter...

Διαβάστε επίσης στο Foreign Affairs σχετικά:

http://www.foreignaffairs.gr/articles/68542/daniel-branch/giati-i-kenya-...

http://www.foreignaffairs.gr/articles/68465/bronwyn-bruton-kai-j-peter-p...

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.