Το Ιράκ που αφήσαμε πίσω… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Ιράκ που αφήσαμε πίσω…

Ιδού το επόμενο αποτυχημένο κράτος του κόσμου
Περίληψη: 

Εβδομάδες αφότου ο τελευταίος Αμερικανός στρατιώτης έφυγε από τη χώρα, το Ιράκ βρίσκεται καθ’ οδόν στο να γίνει ένα αποτυχημένο κράτος, με ένα αδιέξοδο πολιτικό σύστημα, έναν αυταρχικό ηγέτη και μια επικείμενη απειλή κατακερματισμού της χώρας. Η Βαγδάτη μπορεί ακόμα να τα καταφέρει αλλά μόνο αν η Ουάσιγκτον ξεκινήσει να εφαρμόζει το σωστό είδος δημοκρατικής πίεσης – και, μάλιστα, γρήγορα.

Ο NED PΑRKER είναι υπότροφος της έδρας Edward R. Murrow στο Council on Foreign Relations. Ήταν ανταποκριτής των «Los Angeles Times» στο Ιράκ, την περίοδο 2007-11.

Εννέα χρόνια μετά την ανατροπή του Σαντάμ Χουσείν από τα στρατεύματα των ΗΠΑ και μόλις λίγους μήνες αφότου ο τελευταίος αμερικανός στρατιώτης εγκατέλειψε το Ιράκ, η χώρα έχει γίνει κάτι που μοιάζει με ένα αποτυχημένο κράτος. Ο πρωθυπουργός Νούρι αλ Μαλίκι προεδρεύει σε ένα σύστημα γεμάτο διαφθορά και βιαιότητα, στο οποίο οι πολιτικοί ηγέτες χρησιμοποιούν τις δυνάμεις ασφαλείας και παραστρατιωτικές ομάδες για να καταστείλουν τους εχθρούς τους και να εκφοβίσουν τον γενικό πληθυσμό. Ο νόμος υπάρχει σαν ένα όπλο που χρησιμοποιείται ενάντια στους αντιπάλους αλλά και με σκοπό να καλύψει τα παραπτώματα των φίλων. Το όνειρο για ένα Ιράκ που κυβερνάται από εκλεγμένους ηγέτες υπόλογους στο λαό χάνεται γρήγορα.

Το ιρακινό κράτος δεν μπορεί να παρέχει βασικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής ηλεκτροδότησης το καλοκαίρι, καθαρό νερό και αξιοπρεπή υγειονομική περίθαλψη: Εν τω μεταξύ, η ανεργία στους νέους άντρες κυμαίνεται κοντά στο 30%, καθιστώντας έτσι πολύ εύκολη την στρατολόγησή τους από εγκληματικές συμμορίες και παραστρατιωτικές φατρίες. Παρά το γεγονός ότι το επίπεδο της βίας είναι πιο κάτω από τις χειρότερες ημέρες του εμφυλίου πολέμου το 2006 και το 2007, ο σημερινός ρυθμός των εκρήξεων και των πυροβολισμών αρκεί και με το παραπάνω για να αφήσει τους περισσότερους Ιρακινούς στο περιθώριο και βαθύτατα αβέβαιους για το μέλλον τους. Έχουν χάσει κάθε ελπίδα ότι η αιματοχυσία θα τελειώσει και απλά ζουν με το φόβο τους. Η πικρία στον τομέα της πολιτικής και η βία στις πόλεις δημιουργούν ένα αποσταθεροποιητικό ανατροφοδοτούμενο κύκλωμα, μέσω του οποίου η αιματοχυσία διασπείρει δυσπιστία στους χώρους της εξουσίας και οι πολιτικοί έχουν την τάση να ξεκαθαρίζουν τις διαφορές τους μέσω των μπράβων τους στους δρόμους.

Τόσο ο Μαλίκι όσο και οι αντίπαλοί του είναι υπεύθυνοι για την αργή ολίσθηση προς το χάος, φυλακισμένοι της δικής τους ιστορίας υπό τον Σαντάμ. Το σημερινό Ιράκ είναι χωρισμένο ανάμεσα στα διωκόμενα κάποτε θρησκευτικά κόμματα των σιϊτών, όπως το κόμμα Dawa του Maliki που ακόμα διψά για εκδίκηση, και τα κοσμικά και σουνιτικά κόμματα που επιθυμούν μια λιγότερο αιματηρή εκδοχή του κόμματος Μπάαθ του Σαντάμ, με την εθνικιστική ιδεολογία του και την αδιαλλαξία της θρησκευτικής και εθνικής πολιτικής. Εν τω μεταξύ, οι Κούρδοι ελίσσονται προσεκτικά γύρω από τις κακοτοπιές της Βαγδάτης. Προτεραιότητά τους είναι να διατηρήσουν την -σχεδόν- αυτονομία τους στο βόρειο Ιράκ και να αποκρούσουν την αναγέννηση μιας ισχυρής κεντρικής κυβέρνησης, που θα μπορούσε μια μέρα να καταλάβει τις πόλεις τους και να βομβαρδίσει τα χωριά τους, όπως έκανε η Βαγδάτη καθ’ όλον τον εικοστό αιώνα.

Όλες οι πλευρές κατηγορούν τους άλλους ως υπεύθυνους για όλους τους θανάτους φίλων και συγγενών που σκοτώθηκαν την εποχή του Σαντάμ και του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε την αμερικανική εισβολή. Όλοι οι πολιτικοί ηγέτες του Ιράκ φαίνεται να ζουν με το ρητό ότι κανένας εχθρός δεν μπορεί να γίνει συνεργάτης, παρά μόνο ένας προσωρινός σύμμαχος: η προδοσία παραμονεύει σε κάθε γωνία. Κάθε πολιτικός αρπάζει όση εξουσία μπορεί και η ανεξέλεγκτη φιλοδοξία, ο εγωκεντρισμός και οι ιστορικές έχθρες τούς οδηγούν όλους στο να αγνοούν τις συνέπειες της συμπεριφοράς τους επί των νέων θεσμών του Ιράκ και της κοινωνίας του.

Οι τακτικές του Μαλίκι αντηχούν στενά το σχέδιο που κατέθεσαν οι προκάτοχοί του, από τους μονάρχες του μετα-οθωμανικού Ιράκ ως τον πρώτο πρωθυπουργό του, Abdul Karim Kassem αλλά και τον ίδιο τον Σαντάμ: δώστε προτεραιότητα στον εαυτό σας και διαφυλάξτε την εξουσία με έναν αδίστακτο μηχανισμό ασφαλείας. Οι αντίπαλοι του Μαλίκι, συμπεριλαμβανομένου και του κοσμικού αντιπάλου του Αγιάντ Αλαουί (Ayad Allawi), ηγέτη του Κόμματος Iraqiya, δεν έχουν δώσει καμία ένδειξη ότι θα είχαν δράσει διαφορετικά. Τον τελευταίο χρόνο, ο Μαλίκι απέσυρε σταδιακά όσους περιφρουρούσαν τη δημοκρατία, γεμίζοντας το Υπουργείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με δικούς του ανθρώπους και χρησιμοποιώντας την κρατική υπηρεσία για την πάταξη της διαφθοράς προκειμένου να στοχεύσει τους πολιτικούς εχθρούς του. Η παρενόχληση του Μαλίκι και η δίωξη όποιου θεωρείτο απειλή για τον ίδιο ή το κόμμα του έχει μειώσει δραματικά την ελευθερία σε ολόκληρο το Ιράκ. Και, κάτι ακόμα πιο δυσοίωνο για τη χώρα του και τον ίδιο τον Μαλίκι, είναι ότι μέσω της εκφοβιστικής διακυβέρνησής του και του νεποτισμού, απειλεί να προκαλέσει τον ίδιο του τον αφανισμό και να ξανασπρώξει το Ιράκ σε εμφύλιο πόλεμο.

H ΑΠΟΥΣΑ ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ

Αυτό δεν ήταν το Ιράκ που είχαν οραματιστεί οι Ηνωμένες Πολιτείες όταν σχεδίαζαν την εισβολή, πριν από λιγότερο από μια δεκαετία. Μετά την ανατροπή του Σαντάμ το 2003, η πολιτική των ΗΠΑ στόχευε στη δημιουργία ενός δημοκρατικού κράτους που θα σεβόταν τις ατομικές ελευθερίες: εθνική συμφιλίωση, δίκαιη, απολιτική δικαιοσύνη και ελευθερία του λόγου. Ωστόσο, ο στόχος αυτός τέθηκε σε κίνδυνο από την πρώτη μέρα της κατοχής των ΗΠΑ, μέσα από μια σειρά από εξουθενωτικές γκάφες: δεν έστειλαν αρκετές δυνάμεις των ΗΠΑ για να ασφαλίσουν τη χώρα, διέλυσαν τον παλιό ιρακινό στρατό και επέτρεψαν μια δρακόντεια εκκαθάριση στα υπουργεία αποπέμποντας τα μέλη του κόμματος Μπάαθ. Ήταν μάλλον καθυστερημένα, στις πιο σκοτεινές ώρες του Ιράκ, όταν η κυβέρνηση Μπους έστειλε χιλιάδες επιπλέον στρατιώτες για να σταματήσει τον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε. Κατά τη διάρκεια της «εφόρμησης» το 2007, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανάγκασαν τα κυρίαρχα θρησκευτικά κόμματα των σιϊτών να κάνουν βήματα προς την ειρήνευση με τους Σουνίτες, μπλόκαραν τις κατάφωρα πολιτικές συλλήψεις και εργάστηκαν για να περιθωριοποιήσουν, αν όχι να φυλακίσουν, τους αξιωματούχους που ενεπλάκησαν σε πράξεις βίας. Έλπιζαν ότι η βελτίωση της ασφάλειας θα επέτρεπε στο Ιράκ να επιτύχει τη σταθερότητα και να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μια φιλελεύθερης διακυβέρνησης.