Νέα όπλα στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Νέα όπλα στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής

Ποιά είναι και πώς μπορούμε να τα διαχειριστούμε

Ευτυχώς, ο περιορισμός των βραχύβιων ρυπαντών προϋποθέτει λιγότερα πολιτικά προσκόμματα σε σχέση με τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή οι υπάρχουσες τεχνολογίες και πολιτικές, αν εφαρμοστούν σωστά, εύκολα επιτρέπουν δραστικές περικοπές αυτών των ρυπαντών. Δεύτερον, σε αντίθεση με τη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα, που προσφέρει ορατά οφέλη μόνο ύστερα από δεκαετίες δαπανηρών προσπαθειών, ο έλεγχος επί των εκπομπών αυτών των ρυπαντικών ουσιών, θα λειτουργούσε στην πράξη ευεργετικά για τα άμεσα συμφέροντα των αναπτυσσόμενων χωρών, όπου ρυπαντές όπως η αιθάλη και το όζον καταστρέφουν ζωτικής σημασίας καλλιέργειες και προκαλούν αναπνευστικές και καρδιακές ασθένειες. Μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια τόνοι συγκομιδής χάνονται κάθε χρόνο εξαιτίας του φωτοχημικού νέφους. Στην Ινδία, οι ατμοσφαιρικοί ρύποι έχουν γίνει αιτία να μειωθεί η παραγωγή ρυζιού κατά δέκα εκατομμύρια τόνους ετησίως, σε σύγκριση με την ετήσια παραγωγή της δεκαετίας του 1980. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η εισπνοή της αιθάλης που παράγεται από τη μαγειρική σε κλειστούς χώρους, ήδη αποτελεί την αιτία θανάτου για περίπου δύο εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως, κυρίως γυναίκες και παιδιά που ζουν σε καθεστώς έσχατης ένδειας. Και επειδή η αιθάλη είναι σκουρόχρωμη, παγιδεύει θερμότητα από την ηλιακή ακτινοβολία και γι’ αυτό επιταχύνει την τήξη όταν εγκαθίσταται στους παγετώνες. Το γεγονός αποτελεί άμεση απειλή για τα πόσιμα υδάτινα αποθέματα και τις καλλιεργούμενες γαίες που εξαρτώνται από ποτάμια συστήματα τροφοδοτούμενα από παγετώνες στην Κίνα και στην Ινδία, όπως είναι ο Γάγγης, ο Ινδός και ο Γιανγκτσέ. Εξαιτίας αυτών των βραχυπρόθεσμων απειλών κατά της οικονομίας και της δημόσιας υγείας, ακόμη και χώρες που έχουν υπάρξει επιφυλακτικές όσον αφορά το κόστος μακροπρόθεσμων προσπαθειών για τον έλεγχο του διοξειδίου του άνθρακα, αποδεικνύονται τώρα πιο πρόθυμες να αντιμετωπίσουν τους βραχύβιους ρυπαντές.

Ένα σχέδιο για τη μείωση των βραχύβιων ρυπαντών θα συντόνιζε τα συμφέροντα των τριών μεγαλυτέρων ρυπογόνων χωρών (Κίνας, Ινδίας, ΗΠΑ), που εμφανώς δεν έχουν πράξει κάτι σημαντικό για την κλιματική αλλαγή. Ένα τέτοιο σχέδιο θα σήμαινε, επίσης, συμμετοχή της Ευρώπης, η οποία είναι από καιρό στρατευμένη στο Πρωτόκολλο του Κιότο, αλλά αγωνίζεται να βρει πρόθυμους εταίρους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και μερικές άλλες χώρες βρίσκονται στην πρώτη φάση δημιουργίας ενός συνασπισμού που θα ασχοληθεί με τους βραχύβιους ρυπαντές. Η Κίνα και η Ινδία θα πρέπει να βρουν εποικοδομητικούς τρόπους για να συμπράξουν. Ο περιορισμός αυτών των ρυπαντών θα μπορούσε να μειώσει στο μισό τον ρυθμό της κλιματικής αλλαγής μέσα σε λίγες δεκαετίες. Μια αισθητή επιτυχία στην καταπολέμησή τους είναι σε θέση να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της διπλωματίας για την κλιματική αλλαγή, πράγμα ουσιώδες για την επίτευξη προόδου στο πιο δύσκολο έργο του περιορισμού του διοξειδίου του άνθρακα. Αν συνδυαστούν και τα δύο, δηλαδή άμεση δράση για τους βραχύβιους ρυπαντές και σοβαρές προσπάθειες για τον έλεγχο του διοξειδίου του άνθρακα, θα καταστεί -μόλις και μετά βίας- επιτεύξιμος ο στόχος για περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς C.

Εντούτοις, ακόμη και αυτές οι συνδυασμένες προσπάθειες δεν μπορούν να ανακόψουν την υπερθέρμανση, η οποία αναπόφευκτα θα προκύψει. Κατά συνέπεια, όλες οι χώρες θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν σε ορισμένες από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, και ιδιαίτερα οι φτωχότερες χώρες, οι οικονομίες των οποίων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη γεωργία και άλλους τομείς επηρεαζόμενους από το κλίμα. Η διεθνής συνεργασία μπορεί να βοηθήσει αυτά τα μέρη να προσαρμοστούν, αλλά όχι με στόχους που θέτουν οι διπλωμάτες στη Νέα Υόρκη και στη Γενεύη, ή με μεγάλης κλίμακας δαπανηρά προγράμματα, που διευθύνονται από πλούσιες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, δηλαδή τους μέχρι σήμερα στυλοβάτες της κλιματικής διπλωματίας. Αντιθέτως, μια αποτελεσματική προσαρμογή απαιτεί την οικοδόμηση θεσμών από τη βάση προς την κορυφή, που σε τοπικό επίπεδο θα ενεργοποιούν όσους βρίσκονται στην πρώτη γραμμή μαχόμενοι κατά της κλιματικής αλλαγής, όπως πολεοδόμους που δίνουν απαντήσεις στον κίνδυνο από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και υπηρεσίες γεωργίας που βοηθούν τους αγρότες στην πρόληψη των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής επί των καλλιεργειών τους. Η νέα εποχή της κλιματικής διπλωματίας θα πρέπει να επικεντρωθεί στη διασύνδεση των διεθνών εμπειρογνωμόνων με τέτοιους τοπικούς φορείς, έτσι ώστε η πληροφόρηση σχετικά με τις καλύτερες πρακτικές να διαχέεται πιο εύκολα.

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ