Έτσι θα ενσωματωθούν οι μετανάστες | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Έτσι θα ενσωματωθούν οι μετανάστες

Ποια είναι τα ενδεδειγμένα μέτρα που, όμως, δεν ακολουθεί η Ελλάδα.

Για το διάστημα πριν έλθουν στην χώρα υποδοχής, απαιτείται να έχουν γίνει διάφορες διαδικασίες και να έχουν ληφθεί ορισμένα μέτρα που θα βοηθήσουν στην προσαρμογή τους στην τοπική κοινωνία: Το βασικότερο μέτρο απ’ αυτά είναι να έχουν εξασφαλίσει κάποιο είδος απασχόλησης και δραστηριότητας, καθώς και τα μέσα επιβίωσής τους στην χώρα υποδοχής. Έτσι, η νόμιμη μετανάστευση ξεκινάει με την χορήγηση άδειας εισόδου (visa) και παραμονής στην χώρα, εφόσον ο ενδιαφερόμενος έχει εξασφαλίσει κάποια δραστηριότητα, που του αποφέρει εισόδημα ή έχει γίνει αποδεκτή η αίτησή του να έλθει στην χώρα για κάποια δραστηριότητα που δεν του παρέχει υλικές αποδοχές αλλά έχει, όμως, εξασφαλισμένες τις αναγκαίες δαπάνες τόσο γι’ αυτή όσο και για την παραμονή του στην Ελλάδα κατά την διάρκειά της.

Στην πρώτη κατηγορία ανήκει η εξαρτημένη εργασία (ως εργάτης ή ιδιωτικός υπάλληλος) μόνιμου ή εποχιακού χαρακτήρα, καθώς και η άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος. Τόσο η εξαρτημένη εργασία, όσο και το ελεύθερο επάγγελμα πρέπει να έχουν εξασφαλισμένους από πριν τους όρους άσκησής τους: έτσι, για την εξαρτημένη εργασία πρέπει να υπάρχει εργοδότης που καλεί τον αλλοδαπό να εργασθεί, σε τομείς όπου υπάρχει ανάγκη, επειδή δεν προσφέρονται ή δεν επαρκούν οι ημεδαποί Αυτή η προϋπόθεση που είναι απαραίτητη από τη βασική νομοθεσία (τόσο από το ν. 2910/2001 όσο και το ν. 3386/2005), υπέστη πολλές εξαιρέσεις στη συνέχεια, με τη νομιμοποίηση (παροχή πράσινης κάρτας διαμονής σε όσους δηλώνονταν εντός προθεσμίας από διάφορα νομικά κείμενα) πολλών μεταναστών που δεν είχαν τέτοια σύμβαση εργασίας και αντίστοιχη άδεια, αλλά που εισήλθαν χωρίς τέτοια άδεια, είτε ως τουρίστες, είτε ως «παράνομοι» μετανάστες και στη συνέχεια προσπάθησαν να βρουν δουλειά, άλλοτε επιτυχώς άλλοτε ανεπιτυχώς ή ακόμη και κάτι μεταξύ των δύο, δηλαδή να βρουν μαύρη αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία. Ακριβώς, για να μπορέσει να καλύψει την τελευταία περίπτωση ο νομοθέτης αναγκάστηκε πολλές φορές να δώσει την ευκαιρία στους «παράνομους» μετανάστες να νομιμοποιηθούν και να δηλωθούν, απαιτώντας έτσι, μια νόμιμη παραμονή και εργασία στην Ελλάδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ελκύσει κι’ άλλους παράνομους μετανάστες, με την ελπίδα ότι κι’ αυτοί θα νομιμοποιηθούν με τη σειρά τους κ.ο.κ. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τη «νομιμοποίηση των αυθαιρέτων κτισμάτων», αλλά και την «περαίωση ανέλεγκτων φορολογικών υποθέσεων» πάσης φύσεως. Αν και η αιτία λήψεως όλων των μέτρων αυτών κατ’ αρχή φαίνεται ορθή και αναγκαία, αφού ρυθμίζουν καταστάσεις ανώμαλες για την διοίκηση και την κοινωνία, που ορισμένες φορές αποδίδουν και δικαιοσύνη, η άκριτη και γενικευμένη εφαρμογή τους έχει ως αποτέλεσμα να επαυξάνουν και να πολλαπλασιάζουν στη συνέχεια την ανωμαλία και να δημιουργούν κατάφορες αδικίες για όλους.

Επίσης, όσον αφορά την άσκηση ελευθέρου επαγγέλματος, αναγκαίο είναι να έχει ο ενδιαφερόμενος τα προσόντα για την άσκηση αυτή (τίτλους, προϋπηρεσία κ.ά.), αλλά και τα μέσα για την εγκατάστασή του και επιπλέον η άσκηση του επαγγέλματος αυτού να συμβάλλει στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Έτσι, όχι μόνο ορισμένα επαγγέλματα από τα οποία εξαρτάται θεμελιακά η εθνική οικονομία ή η κρατική συγκρότηση, όπως π.χ. αυτά του χρηματιστή, τραπεζίτη, του μεταφορέα ιδίως ναυτικού αλλά και του συμβολαιογράφου, δικηγόρου κλπ. δεν επιτρέπεται να ασκηθούν από υπηκόους τρίτων (μη κοινοτικών) χωρών. Αλλά κι’ αυτά που επιτρέπονται πρέπει να ασκούνται με βάση την αρχή της αμοιβαιότητας, δηλαδή να μπορούν και Έλληνες πολίτες να τα ασκήσουν στην χώρα προέλευσης του αλλοδαπού (της ιθαγενείας του).

Για τις μη προσοδοφόρες και ίσως δαπανηρές δραστηριότητες αλλοδαπών στην Ελλάδα, η άδεια εισόδου και παραμονής εξαρτάται, όχι μόνο από την αποδοχή για την δραστηριότητα (π.χ. σπουδές, νοσηλεία), αλλά και από τη δυνατότητα να ανταπεξέλθει ο ενδιαφερόμενος στις δαπάνες και τα έξοδα που συνεπάγονται η δραστηριότητα και η σχετική μ’ αυτή παραμονή στην Ελλάδα.

Αυτές είναι οι απαιτήσεις της νομοθεσίας, τόσο για την είσοδο, όσο και για την άδεια παραμονής και ανανέωσή της.

Όμως, αν αυτά βοηθούν στην οικονομική προσαρμογή και ένταξη των μεταναστών στην τοπική κοινωνία, δεν ολοκληρώνουν τη διαδικασία για να γίνει μέλος ο αλλοδαπός της κοινωνίας αυτής, συμμετέχοντας πλήρως σ’ αυτή, κατανοώντας την και κατανοούμενος απ’ αυτή. Λείπει το πολιτιστικό στοιχείο προσαρμογής του μετανάστη στην τοπική κοινωνία: το στοιχείο αυτό είναι η δυνατότητα επικοινωνίας και συμμετοχής του μετανάστη στη ζωή και την εξέλιξη της τοπικής κοινωνίας. Γι’ αυτό απαραίτητη είναι η γνώση της τοπικής γλώσσας, που μιλάει η πλειοψηφία, αλλά και μέσω αυτής και της επικοινωνίας με τα μέλη της τοπικής κοινωνίας, της κατανόησης βασικών στοιχείων του τοπικού πολιτισμού. Αν και σήμερα η αγγλική γλώσσα έχει γίνει διεθνής γλώσσα και σχεδόν η δεύτερη εθνική γλώσσα, που την μιλούν στα περισσότερα κράτη και οι περισσότεροι λαοί, αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε και με τους μετανάστες, αλλά ούτε είναι αρκετό για την καλύτερη ένταξή τους στην τοπική κοινωνία: αν είναι αρκετό για την αρχή και την συμμετοχή τους στην εργασία και άλλη δραστηριότητα, δεν είναι αρκετό για την αμοιβαία συμμετοχή τους στην τοπική κοινωνία και την αμοιβαία κατανόηση αυτής και απ’ αυτή.