Η σκοτεινή βραδιά της Ινδίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η σκοτεινή βραδιά της Ινδίας

Οι πολιτικές πίσω από τις διακοπές του ηλεκτρισμού

Η Ινδία μπορεί να υπερηφανεύεται ότι είναι η μεγαλύτερη δημοκρατία στον κόσμο και διαθέτει τον παλαιότερο πολιτισμό. Και τώρα έχει προσθέσει και άλλο ένα υπερθετικό: είναι η περιοχή με τη μεγαλύτερη διακοπή ρεύματος της ιστορίας. Το ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας κατέρρευσε στις 30 Ιουλίου του 2012 και το ίδιο και την επόμενη μέρα. Μια περιοχή όπου διαμένει πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού της χώρας - μεταξύ 600 και 700 εκατομμύρια άνθρωποι – έμεινε στο σκοτάδι.

Οι περισσότεροι από όσους ζουν σε εκείνη την περιοχή, όμως, δεν αισθάνθηκαν διαφορά. Ένα σημαντικό τμήμα από αυτούς έχει τις δικές του εναλλακτικές πηγές ενέργειας, είτε γεννήτριες με κινητήρα ντίζελ είτε μετατροπείς (inverters), οι οποίοι λειτουργούν σαν γιγάντιες μπαταρίες. Φορτίζουν όταν η ηλεκτρική ενέργεια είναι διαθέσιμη. Όταν δεν είναι, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να τροφοδοτήσουν ολόκληρα νοικοκυριά. Όσοι έχουν γεννήτριες και μετατροπείς τούς ενεργοποίησαν μόλις το δίκτυο κατέρρευσε και η ζωή τους κύλισε κανονικά.

Ένα άλλο τμήμα του πληθυσμού – που αποτελείται επίσης από εκατομμύρια ανθρώπους - δεν κατάλαβαν την διακοπή, επειδή δεν ήταν ποτέ συνδεδεμένοι με το ηλεκτρικό δίκτυο. Τα κρατίδια στη βόρεια και ανατολική Ινδία, τα οποία υπέστησαν το κύριο βάρος της συσκότισης, έχουν από τα χαμηλότερα ποσοστά ηλεκτροδότησης εντός της Ινδίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, στο Uttar Pradesh, το μεγαλύτερο κρατίδιο στην Ινδία και ένα από εκείνα που έμειναν χωρίς ηλεκτρισμό, μόνο το 24% των 25 εκατομμυρίων αγροτικών νοικοκυριών του κρατιδίου είναι εξηλεκτρισμένο. Συγκριτικά, το ποσοστό ηλεκτροδότησης των νοικοκυριών της Κίνας είχε ήδη υπερβεί το 98% μέχρι το 2003.

Μερικά εκατομμύρια άνθρωποι έμειναν χωρίς ρεύμα και οι επίγειες μαγικές μεταφορές σταμάτησαν αφήνοντας τους επιβάτες του σιδηροδρόμου χωρίς μέσο και τους ήδη φορτωμένους με κυκλοφοριακή κίνηση δρόμους και αυτοκινητόδρομους στα όρια του εμφράγματος. Επιπλέον, το μπλακάουτ ανανέωσε τις παγκόσμιες αμφιβολίες σχετικά με την ικανότητα της Ινδίας να διατηρήσει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Αμέσως μετά την πρώτη διακοπή ρεύματος, το υπουργείο Ενέργειας της Ινδίας σχημάτισε μια εξεταστική επιτροπή και έθεσε τον πρόεδρο της Κεντρικής Ρυθμιστικής Επιτροπής Ηλεκτρισμού A. S. Bakshi ως υπεύθυνο για αυτήν. Η επιτροπή πιθανώς θα επισημάνει μια σειρά από παράγοντες που οδήγησαν στη διακοπή ρεύματος, όπως η ανεπάρκεια ενέργειας και οι έκτακτες περιστάσεις. Πολλοί έχουν ήδη σκεφτεί ότι οι φετινοί μουσώνες, οι οποίοι ήρθαν αργότερα από το συνηθισμένο, όξυναν τα προβλήματα σε ένα ήδη προβληματικό σύστημα ηλεκτρισμού. Οι μήνες πριν από τους μουσώνες είναι συνήθως εξαιρετικά ξηροί και ζεστοί. Η μέση υψηλότερη ημερήσια θερμοκρασία στο Δελχί τον Μάιο είναι 103 βαθμοί Φαρενάιτ. Οι αγρότες, τότε, χρησιμοποιούν περισσότερη ενέργεια από το συνηθισμένο καθώς αντλούν νερό για άρδευση από υπόγειους ταμιευτήρες. Η μεσαία τάξη, επίσης, χρησιμοποιεί περισσότερη ενέργεια από ό, τι συνήθως, για κλιματιστικά και ανεμιστήρες. Αυτή η χρονιά ήταν ιδιαίτερα κακή, επειδή η καθυστέρηση των μουσώνων πίεσε τους υδροηλεκτρικούς πόρους με τη μείωση της στάθμης των υδάτων στους ταμιευτήρες που τροφοδοτούν τα φράγματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα.

Μια άλλη θεωρία είναι ότι στο πρόσφατο παρελθόν ένα συγκεκριμένο τμήμα του δικτύου μετέφερε περισσότερη ισχύ από όσο μπορούσε να το κάνει με ασφάλεια, με αποτέλεσμα να πέσει ολόκληρο το σύστημα. Σε αυτό το επιχείρημα, το πρόβλημα είναι λιγότερο το ότι υπάρχει πολύ λίγη ηλεκτρική ενέργεια για να διακινηθεί από όσο η κακή διαχείριση επί των ενεργειακών πόρων που υπάρχουν.

Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα αφορά και στα δύο - και είναι έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κατά την ανεξαρτησία της το 1947, η Ινδία είχε πολύ χαμηλά ποσοστά ηλεκτροδότησης και κατά κεφαλήν κατανάλωση ενέργειας. Έκτοτε, η ικανότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας έχει αυξηθεί σημαντικά, από συνολική εγκατεστημένη δυναμικότητα παραγωγής 1.362 μεγαβάτ το 1947, σε 173.626 μέχρι το τέλος του 2011. Ωστόσο, ακόμα δεν είναι αρκετό για να ικανοποιήσει τις συνεχώς αυξανόμενες τάξεις των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας. Εν τω μεταξύ, οι διάφορες κυβερνήσεις των κρατιδίων έχουν υποεπενδύσει στην υποδομή που μεταφέρει την ηλεκτρική ενέργεια από φράγματα και σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας προς τους καταναλωτές. Η υποδομή ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας έχει πιεστεί πέρα από την τεχνολογική ικανότητα της σε πολλά μέρη της Ινδίας. Τα προβλήματα αυτά επιδεινώνει το γεγονός ότι η ηλεκτρική ενέργεια είναι εκπληκτικά εύκολο να κλαπεί, με την μετατροπή μετρητών, την δωροδοκία των καταμετρητών ή συνδέοντας μια νέα γραμμή σε ένα υπάρχον καλώδιο ηλεκτρικού ρεύματος. Αν και οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας έχουν μονάδες επαγρύπνησης που αποκαλύπτουν συνήθως την κλοπή ρεύματος, κλέβονται χιλιάδες μεγαβάτ από το δίκτυο κάθε χρόνο.

Τα προβλήματα στον ινδικό ενεργειακό τομέα πηγάζουν από τις αποτυχίες διακυβέρνησης. Τα θεσμικά όρια μεγάλου μέρους του ενεργειακού δικτύου της χώρας αντιστοιχούν σε σαφή πολιτικά όρια, έτσι ώστε, όταν πρόκειται για δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, κάθε κρατίδιο σκέφτεται να ικανοποιήσει τις δικές του εκλογικές περιφέρειες πρώτα. Ακόμη και κατά τη γέννηση της Ινδίας το 1947, οι επιστήμονες και οι πολιτικοί γνώριζαν ότι η οργάνωση του τομέα της ενέργειας κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αποτελεί πρόβλημα. Ο B. R. Ambedkar, ένας από τους συντάκτες του Συντάγματος της Ινδίας, και ένας από τους πλέον εξέχοντες ηγέτες της χώρας, και ο Meghnad Saha, ένας επιστήμονας στο Μπενγκάλι και αρχικός υπέρμαχος της Damodar Valley Authority (ενός οργανισμού που ρυθμίζει την παραγωγή θερμικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας, παρόμοιου με την αμερικανική Tennessee Valley Authority), προέβλεψε ότι η ισχύουσα ρύθμιση θα οδηγήσει τις πολιτειακές κυβερνήσεις να συσσωρεύουν ενεργειακούς πόρους. Μια λύση, που πρότεινε, ήταν η κεντρική κυβέρνηση να αναλάβει τον έλεγχο της ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά οι Ambedkar και Saha μειοψήφησαν έναντι εκείνων που υπερασπίστηκαν τη διατήρηση του ελέγχου του ηλεκτρικού ρεύματος σε επαρχιακό επίπεδο, όπως ήταν υπό βρετανική διοίκηση.

Έτσι, από το 1950 και μετά, το ηλεκτρικό δίκτυο της Ινδίας αποτελείται από δημόσιες, καθετοποιημένες επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, μία για κάθε κρατίδιο. Τα μεμονωμένα αυτά συστήματα διοικούνται από Διοικητικά Συμβούλια Ηλεκτρισμού (SEBS) και παράγουν, διανέμουν και μεταφέρουν ισχύ εντός της επικράτειάς τους. Η στενή σχέση μεταξύ των συμβουλίων και της κυβέρνησης εξασφάλισε ότι η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας χρησιμοποιείται συχνά για να φέρνει ψήφους και να εδραιώνει τον πολιτικό έλεγχο. Για παράδειγμα, πολλές κυβερνήσεις κρατιδίων ασκούν πίεση στα αντίστοιχα SEBS να μειώνουν το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας σε ευνοημένες περιφέρειες. Σε κρατίδια με επιρροή των αγροτικών κοινοτήτων, όπως το Punjab και το Haryana, οι αγρότες πληρώνουν πολύ χαμηλές τιμές ή και τίποτα για την ηλεκτρική ενέργεια. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, οι μεγάλοι γαιοκτήμονες επωφελήθηκαν τα μέγιστα από τις επιδοτήσεις. Οι χαμηλές τιμές εμπόδισαν τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας από το να αποκτήσουν αρκετά κέρδη για να χρηματοδοτήσουν βελτιώσεις στο δίκτυο.

Φυσικά, η κεντρική κυβέρνηση δεν ήταν σιωπηλός παρατηρητής στη διαδικασία αυτή. Δεδομένου ότι το ενεργειακό σύστημα δημιουργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1940, το εθνικό υπουργείο Ενέργειας, η Επιτροπή Σχεδιασμού και η Κεντρική Αρχή Ηλεκτρισμού έχουν εργαστεί για να ενισχυθεί ο έλεγχος του Νέου Δελχί. Το 1975, η κεντρική κυβέρνηση ίδρυσε μεγάλες εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες παράγουν θερμική και υδροηλεκτρική ενέργεια. Από τότε, προσπάθησε να σχηματίσει ένα εθνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ισχύος. Η πρώτη κίνηση ήταν να τοποθετήσει γραμμές μεταφοράς που διασχίζουν τα σύνορα των κρατιδίων ώστε να συνδυάσει τα ανόμοια επίπεδα πέντε περιφερειακών δικτύων. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, το Νέο Δελχί κατασκεύασε γραμμές μεταφοράς υψηλής τάσης μεταξύ των περιφερειακών δικτύων ώστε να φτιάξει ένα εθνικό δίκτυο. Τώρα, μόνο το νότιο περιφερειακό δίκτυο παραμένει πλήρως διασυνδεδεμένο.

Θεωρητικά, ένα εθνικό δίκτυο εξασφαλίζει ότι η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται σε περιοχές της χώρας πλούσιες σε άνθρακα και υδροηλεκτρική ενέργεια μπορούν να σταλούν σε περιοχές με λιγότερες πηγές ενέργειας. Αλλά οι γραμμές μεταφοράς υψηλής τάσης που ενοποιούν τα κρατικά και τα περιφερειακά συστήματα απαιτούν προσεκτικά συντονισμένη ρύθμιση και διαχείριση. Για παράδειγμα, η συχνότητα της ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο πρέπει να παραμείνει εντός προσεκτικά βαθμονομημένων παραμέτρων. Περαιτέρω, οι κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες πρέπει να συλλέγουν και να αναλύουν δεδομένα σε πραγματικό χρόνο σχετικά με το πόσο ρεύμα προέρχεται από πού και διοχετεύεται σε κάθε περιοχή.

Αλλά στην Ινδία, ο συντονισμός μερικές φορές καταρρέει. Και χωρίς αυτόν, το εθνικό δίκτυο είναι επιρρεπές σε βλάβες, οι οποίες αποτελούν μια εξήγηση του τι συνέβη την περασμένη εβδομάδα. Η κατάρρευση του δικτύου σε μια ζώνη δημιούργησε αλυσιδωτή αντίδραση κλείνοντας τα συστήματα παραγωγής ενέργειας σε γειτονικές περιοχές. Υπάρχουν τεχνολογίες που μπορούν να απομονώσουν ενδεχόμενες ζημιές στο δίκτυο, αλλά τα συστήματα αυτά είτε δεν ήταν διαθέσιμα είτε δεν ήταν αρκετά ισχυρά.

Με άλλα λόγια, ακόμη και αν τα τεχνικά αίτια και τα έκτακτα γεγονότα εξηγούν την μαζική διακοπή ρεύματος του Ιουλίου 2012, το περιστατικό αποκαλύπτει σοβαρά προβλήματα σε ολόκληρο τον ενεργειακό τομέα της Ινδίας. Παρά την αύξηση της επιρροής της κεντρικής κυβέρνησης στην παροχή ενέργειας, οι πολιτικοί της κεντρικής πολιτικής σκηνής εξακολουθούν να αναμιγνύονται στον ενεργειακό τομέα και να τον διαθλούν ως προς τα τοπικά συμφέροντα. Εάν αυτή η καταστροφική διακοπή ρεύματος δεν οδηγήσει τους τοπικιστικά σκεπτόμενους ινδούς πολιτικούς να ασχοληθούν πιο σοβαρά με τα ενεργειακά, η πιθανότητα για ένα ακόμα εθνικό μπλακάουτ δεν μπορεί να αποκλειστεί. Πιο συγκεκριμένα, η πρόσφατη κατάρρευση του ηλεκτρικού δικτύου έχει ήδη δημιουργήσει πανικό σε μια σειρά από ξένους επενδυτές σχετικά με τους τριγμούς των υποδομών της Ινδίας και τη φαινομενική αδυναμία της πολιτικής τάξης να αντιμετωπίσει ευθέως τα χρόνια προβλήματα. Χωρίς μεταρρυθμίσεις, η ελπίδα της Ινδίας να αναδυθεί ως ένας μεγάλος παγκόσμιος παίκτης θα παραμείνει στην καλύτερη περίπτωση ένα όραμα.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/137819/sunila-s-kale-and-sumit-ga...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr