Οι μαχητές του χαρτοφύλακα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι μαχητές του χαρτοφύλακα

Γράμμα από την Ισλαμαμπάντ

Μετά την ανεξαρτησία το 1947, ωστόσο, η Νότια Ασία - ιδιαίτερα το Πακιστάν - άρχισε να επανέρχεται στα προηγούμενα πρότυπα. Πράγματι, λόγω του αναλογικά μεγαλύτερου τραύματος της γέννησής του και του γεγονότος ότι ήταν πάντα στα σύνορα του Raj (σ.σ.: της βρετανικής αντιβασιλείας στην Ινδία, που αποτελούσε και το βασικό βρετανικό ενδιαφέρον), το βρετανικό βερνίκι ξέφτισε μάλλον γρήγορα.

Δύο σύγχρονοι ηγεμόνες του Πακιστάν απεικονίζουν αυτήν την τάση ιδιαίτερα καλά. Η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Ζουλφικάρ Αλί Μπούτο (Δεκέμβριος 1971-Ιούλιος 1977) έκανε εκκαθαρίσεις στην γραφειοκρατία, έφερε σε αυτήν χιλιάδες πολιτικούς οπαδούς του, εθνικοποίησε πολλές από τις βιομηχανίες και τις υπηρεσίες της χώρας και άλλαξε την δομή των αμοιβών και των υπηρεσιών της γραφειοκρατίας με το συνειδητό στόχο του εξευτελισμού και της αποθάρρυνσης των δημοσίων υπαλλήλων. Στην πραγματικότητα, ακόμα και όταν ο ίδιος έδωσε στο κράτος περισσότερο έλεγχο επί των περιουσιακών στοιχείων της χώρας, κατέστρεψε το γόητρο, την αυτονομία και την αποτελεσματικότητα των δημοσίων υπηρεσιών που ήταν επιφορτισμένες με τη διαχείριση αυτών των περιουσιακών στοιχείων. Με την πάροδο του χρόνου, οι δημόσιες υπηρεσίες έχασαν την ικανότητα να αντιστέκονται σε παράλογες, ακόμη και παράνομες οδηγίες.

Σε έξι χρόνια, ο Μπούτο μετέτρεψε ξεδιάντροπα το κράτος σε προσωπική περιουσία του και τους δημόσιους υπαλλήλους σε προσωπικούς του βοηθούς. Ήταν η επιθυμία του Μπούτο να διορίσει έναν πιστό του ως Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού που τον οδήγησε να επιλέξει έναν δουλοπρεπή θρησκευτικό φονταμενταλιστή, τον στρατηγό Ζία-ουλ Χακ. Καθώς η λαϊκή εξέγερση ξέσπασε εναντίον της κυβέρνησης Μπούτο μετά τη νοθεία των εκλογών του Μαρτίου 1977, ο Ζία υπέσκαψε τον προστάτη του, τον ανέτρεψε με πραξικόπημα, και τον κρέμασε για συνωμοσία με σκοπό την διάπραξη φόνου. Όπως και οι ηγέτες του Πακιστάν πριν από αυτόν, ο Ζία αγνόησε τις συμβουλές των δημοσίων υπαλλήλων του και η χώρα παρέμεινε ένα προσωπικό φέουδο, αυτή την φορά με τον Ζία επικεφαλής. Ο Ζία προχώρησε στην υλοποίηση ενός προγράμματος εξισλαμισμού του Πακιστάν και, κατά τη διάρκεια της σοβιετικής κατοχής του Αφγανιστάν, είχε την υποστήριξη της Δύσης.

Ο Μπούτο έσπασε τη ραχοκοκαλιά της πολιτικής γραφειοκρατίας του Πακιστάν, ενώ ο Ζία προήδρευσε της ριζοσπαστικοποίησης και της ποινικοποίησης της πακιστανικής κοινωνίας. Ο πρώτος μείωσε την ικανότητα του κράτους να κυβερνά, ενώ ο δεύτερος έκανε πιο δύσκολο το Πακιστάν να κυβερνηθεί. Μέχρι το τέλος της εποχής Μπούτο και Ζία, η Ισλαμαμπάντ ήταν παραπληγική και διεφθαρμένη, μόνο ονομαστικά επικεφαλής μιας κοινωνίας, ενώ ο στρατός, το μόνο λειτουργικό οιονεί σύγχρονο θεσμικό όργανο, χειριζόταν ό, τι απέμεινε από τους πραγματικούς μοχλούς της εξουσίας.

Σήμερα, η πολιτική βούληση και η οξυδέρκεια που απαιτούνται για να γυρίσει αυτή η παλίρροια φαίνεται να λείπει μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών ελίτ του Πακιστάν. Παρά το γεγονός ότι ο πακιστανικός στρατός κερδίζει πολύ μεγαλύτερη εμπιστοσύνη του κοινού από οποιονδήποτε πολιτικό παίκτη, οι προηγούμενες παρεμβάσεις δεν έχουν καταφέρει να σταματήσουν την διοικητική κατάρρευση. Και οι μεταρρυθμίσεις των τοπικών κυβερνήσεων από τον Μουσάραφ, οι οποίες υπήγαγαν τις δημόσιες υπηρεσίες στους τοπικούς πολιτικούς οι οποίοι, με τη σειρά τους, εξαρτώνται από το στρατό, έκανε στην πραγματικότητα το πρόβλημα χειρότερο. Ο κυνισμός των μεταρρυθμίσεων φάνηκε από την απροθυμία του καθεστώτος να τις επεκτείνει σε περιοχές στρατωνισμού ή στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα.

Σίγουρα, η βελτίωση της ποιότητας των πάνω από δύο εκατομμυρίων ατόμων που απασχολούνται στις δημόσιες υπηρεσίες του Πακιστάν θα είναι ένα εφιαλτικά δύσκολο έργο ακόμη και αν η κυβέρνηση ενδιαφερόταν να ενεργήσει για αυτό. Παρά ταύτα, αν οι ηγέτες του Πακιστάν, τόσο οι πολιτικοί όσο και οι στρατιωτικοί, δεν επικεντρώσουν σύντομα την προσοχή και τους πόρους τους για την αποκατάσταση της μη στρατιωτικής γραφειοκρατίας του Πακιστάν, η ροπή προς τη διοικητική αποτυχία θα επιταχυνθεί μέχρι το σημείο στο οποίο ευρίσκεται η μόνιμη υπανάπτυξη, ακρωτηριάζοντας τους περιορισμένους πόρους, οπότε η κοινωνική αποσταθεροποίηση μπορεί να καταστεί αναπόφευκτη. Πράγματι, η επιδεινούμενη εσωτερική κατάσταση του Πακιστάν αξίζει μια νέα προσέγγιση που να εστιάζει στη βελτίωση της ποιότητας του κρατικού μηχανισμού και των ανθρώπων που εργάζονται σ' αυτόν ως βασικό στοιχείο μιας στρατηγικής μεταρρύθμισης.

Χωρίς να βυθιστούμε σε τεχνικές λεπτομέρειες, οι γενικοί στόχοι της στρατηγικής τής μεταρρύθμισης πρέπει να είναι η μείωση του επιπέδου τής αυθαιρεσίας στην κυβέρνηση και η άνοδος του επιπέδου τής διοίκησης. Αυτοί οι δύο κύριοι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν με τέσσερα βασικά βήματα.
Το πρώτο είναι η παροχή συνταγματικής προστασίας για τις δημόσιες υπηρεσίες έναντι πολιτικών παρεμβολών, και η δημιουργία ουδέτερων φορέων που θα επιβλέπουν τις μεταθέσεις του πολιτικού προσωπικού, τις προαγωγές και τα πειθαρχικά μέτρα. Επιπλέον, η κυβέρνηση πρέπει να δημιουργήσει ένα συμβούλιο του κράτους για να ελέγξει την αυθαιρεσία της Ισλαμαμπάντ εναντίον των πολιτών. Με τον περιορισμό της εξουσίας της ηγεσίας επί των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και με τον έλεγχο της δύναμης των δημοσίων υπαλλήλων επί των πολιτών, μια πιο αποτελεσματική και νομοταγής κρατική μηχανή μπορεί να αναπτυχθεί. Η διευκόλυνση αυτού του στόχου είναι προς το συμφέρον της κυβέρνησης, γιατί καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να ελπίζει να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της χωρίς ένα αποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό πίσω της.

Το δεύτερο βήμα θα είναι να αυξηθούν οι αμοιβές στον δημόσιο τομέα, τουλάχιστον σε επίπεδο υπαλλήλων, σε σημείο που ένας έντιμος δημόσιος υπάλληλος να μπορεί να διατηρήσει ένα αρκετά υψηλό βιοτικό επίπεδο με τον μισθό του. Αυτό θα αντιμετωπίσει τα προβλήματα ηθικής, θα μειώσει την εξάρτηση από τη διαφθορά και την αμοιβή σε είδος, και θα βελτιώσει την υπηρεσία για τους τίμιους υπαλλήλους.