Τα οικονομικά της κλιματικής αλλαγής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Τα οικονομικά της κλιματικής αλλαγής

Από πού θα ξεκινήσει η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ελλάδα.

Οι επιπτώσεις της Παγκόσμιας Κλιματικής Αλλαγής, έπρεπε να αξιολογηθούν οικονομικά, εφόσον η επιστημονική κοινότητα είχε καταλήξει σε κοινά συμπεράσματα που αφορούσαν την ποσοτικοποίηση της μέσης ετήσιας θερμοκρασιακής απόκρισης σε παγκόσμια κλίμακα, σε σχέση με την αύξηση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, μετρούμενη σε ισοδύναμους τόνους εκπομπής του CO2 (CO2 e). Η «περίπου κοινή» αποδοχή προέρχεται από τις προβλέψεις των τριών πιο αποδεκτών υπολογιστικών μοντέλων παγκόσμιας κυκλοφορίας, στον επιστημονικό κόσμο, (ΝΟΑΑ-GFDL-CM3, Max-Planck for Meteorology-ECHAM5, Haddley Center-HadCM4) για αύξηση της παγκόσμιας μέσης ετήσιας θερμοκρασίας στην κατώτερη ατμόσφαιρα κατά περίπου 2-3 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100, αν συνεχίσουμε να εκπέμπουμε αέρια του θερμοκηπίου με τον σημερινό ρυθμό (δηλαδή, σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα, business as usual, BAU). Ένα κοινώς αποδεκτό και εφικτό σενάριο υποθέτει ότι θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε παγκοσμίως για μιά σταδιακή μείωση των εκπομπών CO2 e ώστε η μέση συγκέντρωση του CO2 στην ατμόσφαιρα του πλανήτη να μην ξεπεράσει τα 550 ppmv (550 όγκους σε 1 εκατομμύριο όγκους αέρα, όπως και να μετριέται ο όγκος: π.χ. λίτρα, κυβικά μέτρα κτλ, αλλά σε σταθερές η γνωστές τιμές θερμοκρασίας και πίεσης).

Η σημερινή παγκόσμια μέση συγκέντρωση ας δεχθούμε ότι είναι 380 ppmv με μικρές διαφορές του Νοτίου από το Βόρειο ημισφαίριο. Οι οικονομικές επιπτώσεις αυτών των μειώσεων των εκπομπών, όπως και της αδράνειας να ενεργήσουμε για μείωση των εκπομπών είναι δύσκολο να εκτιμηθούν διότι το «σύστημα πλανήτης γη» δεν είναι δυνατόν να θεωρήσουμε ότι αποκρίνεται γραμμικά σε οποιαδήποτε αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στην κατώτερη ατμόσφαιρα. Οι κλιματικές αλλαγές, δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν με ακρίβεια, πόσω μάλλον οι οικονομικές τους επιπτώσεις (προσπάθειες πρόβλεψης οικονομικών επιπτώσεων στο διάγραμμα 5). Περισσότερο πιθανό είναι να προβλεφθούν τα κόστη μείωσης των εκπομπών των θερμοκηπιακών αερίων, να υπολογισθούν οι οικονομικές επιπτώσεις από τις μειώσεις αυτές και να συνεχίσουμε να προσπαθούμε να υπολογίσουμε με προβλέψεις των προαναφερθέντων μοντέλλων παγκόσμιας κυκλοφορίας την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας στην κατώτερη ατμόσφαιρα. Το διάγραμμα 1 (της έκθεσης N. Stern; Stern, N. (2007), The Economics of Climate Change: The Stern Review, Cambridge, Cambridge University Press) εκτιμά το μέγεθος της μείωσης των εκπομπών για να σταθεροποιηθεί η συγκέντρωση του CO2e στην ατμόσφαιρα στα 550 ppmv, η οποία ούτως ή άλλως θα επιφέρει μόνο μια αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας της τάξης των 2 βαθμών Κελσίου μέχρι το 2100.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 1.
Σταθεροποίηση παγκοσμίων συγκεντρωσεων του CO2e με βάση διάφορα σενάρια μείωσης εκπομπών GtCO2e και BAU. (StR). Για το σενάριο των 550 ppmv CO2e χρειάζεται μείωση εκπομπών κατά 27 GtCO2e από το 2008 εως το 2050.

01.jpg

Η πιό σοβαρή οικονομική ανάλυση που έχει εκπονηθεί τα τελευταία χρόνια για τα παραπάνω μεγέθη, είναι η «The N. Stern Review». Συνετάχθη υπό τη επίβλεψη του οικονομολόγου N. Stern για το υπουργείο Οικονομικών της Μ. Βρετανίας (αναφερόμενο τούδε και στο εξής ως StR). Το διάγραμμα 2 από αυτην την έκθεση, επιμερίζει εκπομπές CO2e ανά οικονομική δραστηριότητα.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2.
Επιμερισμός εκπομπών ανά οικονομική ενέργεια (StR).

02.jpg

Ο επιμερισμός των εκπομπών για την Ελλάδα ανά οικονομική δραστηριότητα διαφέρει από αυτόν των μέσων βιομηχανοποιημένων Ευρωπαϊκών χωρών αν και βιβλιογραφικές αναφορές στον διεθνή επιστημονικό τύπο (όχι κυβερνητικές εκθέσεις ή εκθέσεις διεθνών οργανισμών) είναι λιγοστές. Μια πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη του T.J. Hammons [“Impact of electric power generation on green house gas emissions in Europe: Russia, Greece, Italy and views of the EU Power Plant Supply Industry – a critical analysis”, Electrical Power and Energy Systems, 28 (2006), pages 548–564] αναλύει για την Ελλάδα τα ακόλουθα ποσοστά:

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 3.
Ποσοστιαίος επιμερισμός εκπομπών tCO2e από ελληνικές οικονομικές ενέργειες.

03.jpg

Επεξήγηση χρειάζεται μόνο για την κατηγορία energy, η οποία περιλαμβάνει το ποσοστό εκπομπών για τις βιομηχανίες που έχουν σχέση με την παραγωγή ενέργειας και tertiary, για την βιομηχανία υπηρεσιών και τουρισμού στην Ελλάδα. Σοβαρή απουσία στο διάγραμμα 3 είναι επίσης η συνεισφορά του αγροτικού τομέα και άλλων χρήσεων γης.

Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι θα πρέπει και η Ελλάδα να μειώσει το ποσό των εκπεμπομένων της tCO2e κατά παραπάνω από 25% μέχρι το 2030, θα πρέπει να υπολογιστούν τα κόστη ανά tCO2e και ανά δυνατή οικονομική ενέργεια.

Τα μεγέθη που φαίνονται στο διάγραμμα 4 έχουν υπολογιστει από τους Enkvist, P.-A., Naucler, T., and Rosander, J. [(2007), ‘A Cost Curve for Greenhouse Gas Reduction’, The McKinsey Quarterly, 1, 35–45], αναφέρονται επισης στο StR και ισχύουν για την παγκόσμια οικονομία. Οι πρώτοι επτά GtCO2 e (γιγατόνοι, δηλαδή δισεκατομμύρια τόνοι, ισοδυνάμου CO2) στον άξονα χ έχουν αρνητικό και έως μηδενικό κόστος αν ακολουθηθούν οι ενέργειες για την μείωσή τους που αναγράφονται επάνω στο διάγραμμα. Η μείωση των εκπομπών κατά είκοσι GtCO2 e που απομένουν, έχουν κόστη μέχρι 40 ευρώ τον tCO2e για τις ενέργειες που αναγράφονται στο διάγραμμα. Πολλές από αυτές τις ενέργειες δεν αφορούν την χώρα μας ή δεν είναι δυνατόν να ακολουθηθούν από την χώρα μας μόνο. Όμως το ζητούμενο είναι ο υπολογισμός του κόστους των ενεργειών που μπορεί να ακολουθήσει η χώρα μας και για το ποσό που πρέπει να μειώσει τις εκπομπές της μέχρι το 2030, σε ένα διάγραμμα παρόμοιο με το Διάγραμμα 4.