Επενδύσεις με ρίσκο στη Βιρμανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Επενδύσεις με ρίσκο στη Βιρμανία

Οι κίνδυνοι για την νεότερη αγορά αιχμής στον κόσμο

Από την κοινοβουλευτική εκλογική νίκη της Aung San Suu Kyi τον περασμένο Απρίλιο και μετά, Ασιάτες και Δυτικοί επιχειρηματίες έχουν καταφύγει στη Μιανμάρ (επίσης γνωστή ως Βιρμανία), πρόθυμοι να πάρουν μέρος στην επανεμφάνιση μιας περιφερειακής οικονομικής δύναμης. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, η Αυστραλία, ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο, και, από τον Μάιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν ξαναχτίσει κάποιους οικονομικούς δεσμούς με τη Ρανγκούν. Οι κυρώσεις των ΗΠΑ, που από παλιά απαγόρευαν τις άμεσες ξένες επενδύσεις, τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης καθώς και τις ταξιδιωτικές θεωρήσεις (βίζες) για στρατιωτικούς, έχουν πλέον σε μεγάλο βαθμό ανασταλεί.

Η Coca-Cola, η GE και εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν ήδη εκδηλώσει έντονο ενδιαφέρον για είσοδο στην Μιανμάρ. Ξενοδοχεία γεμίζουν γρήγορα και τα δωμάτια που ενοικιάζονταν για 60 δολάρια πριν από έξι μήνες κοστίζουν σήμερα 400 δολάρια. Μετά από αρκετές δεκαετίες απομόνωσης, η Μιανμάρ έχει μετακινηθεί προς το κέντρο των χαρτών των αγορών. Αλλά το ενδεχομένως εύφλεκτο πολιτικό κλίμα και η επικίνδυνα εύθραυστη οικονομία της Μιανμάρ σημαίνουν ότι ένα γρήγορο άνοιγμα μπορεί να φέρει ανησυχητικά αποτελέσματα μαζί με τον ξαφνικό πλούτο.

Τεράστια αποθέματα φυσικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, του ρυζιού, της ξυλείας και των πολύτιμων πετραδιών, τα περισσότερα εκ των οποίων τώρα εξάγονται ανεπεξέργαστα, προσφέρουν πολλές ευκαιρίες για τη δημιουργία παραγωγικής ικανότητας. Επεξεργασμένη ξυλεία, γυαλισμένα ρουμπίνια και ακόμη υψηλότερη ποιότητα ρυζιού θα προσελκύσουν επενδυτικές ευκαιρίες μαζί με τον τουρισμό, την ενέργεια, τον εξοπλισμό για κατασκευές και την μεταποίηση. Πέρυσι, περισσότερα από 20 δισεκατομμύρια δολάρια ξένων επενδύσεων, κυρίως από την Κίνα, το Χονγκ Κονγκ και την Ταϊλάνδη, έρευσαν στη χώρα - περισσότερα από όλες τις άμεσες ξένες επενδύσεις στη Μιανμάρ τις περασμένες δύο δεκαετίες συνολικά.

Ωστόσο, μερικοί συμβουλεύουν προσοχή, και δικαίως. Η Aung San Suu Kyi, η οποία πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων δύο δεκαετιών σε κατ' οίκον περιορισμό πριν απελευθερωθεί το 2010, εξέδωσε πρόσφατα μια προειδοποίηση προς πρόθυμους επενδυτές. Σε ένα Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στην Μπανγκόκ, τον Ιούνιο, επέστησε την προσοχή για «απερίσκεπτη αισιοδοξία», τονίζοντας την ανάγκη διαφάνειας στις νέες μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης, που έκαναν δυνατή όλη αυτήν την καινούργια οικονομική δραστηριότητα. Σε αντίθετη περίπτωση, είπε, το κοινό της Βιρμανίας θα συνεχίσει να χάνει από τους λίγους που έχουν ισχύ.

Υπάρχουν πολλοί άλλοι λόγοι για να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι συμβουλές της. Με την παγκόσμια οικονομία να αποδυναμώνεται, όταν ακόμα και μεγαθήρια όπως η Ινδία και η Κίνα τρίζουν, θα είναι δύσκολο για τους επενδυτές να αντισταθούν στο δέλεαρ της ραγδαίας ανάπτυξης. Αλλά τα κύματα των ξένων άμεσων επενδύσεων που κυνηγούν υψηλές αποδόσεις έχουν κυριεύσει στο παρελθόν εύθραυστες οικονομίες που μόλις είχαν ανοίξει στον κόσμο. Σε αυτές τις χώρες, οι οποίες στερούνται συνήθως δημοσιονομικής πειθαρχίας και ισχυρών ελέγχων νομισματικής πολιτικής, συχνά υπάρχουν άγριες διακυμάνσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες, την προσφορά χρήματος και τον πληθωρισμό. Η έλλειψη προτύπων αυξάνει την πιθανότητα της δημιουργίας οικονομικής φούσκας καθώς οι τράπεζες κάνουν αγώνα για να δανείζουν. Μια σειρά από αμφιβόλου επιτυχίας σχέδια αξιοποίησης ακινήτων, όπως για παράδειγμα στην Ταϊλάνδη στα τέλη της δεκαετίας του 1990, συνήθως ακολουθεί. Η ξαφνική εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων ενδέχεται να υποχωρήσει εξίσου γρήγορα, με την εμφάνιση της πρώτης ένδειξης αστάθειας.

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι μόνο μια προβληματική περιοχή. Χωρίς επαρκείς τελωνειακούς και συνοριακούς ελέγχους, οι εισαγωγές - κυρίως γεωργικά και βασικά βιομηχανικά προϊόντα - μπορούν να κατακλύσουν τις αγορές εύκολα και να περιθωριοποιήσουν τους εγχώριους παραγωγούς. Γενικότερα, χωρίς ισχυρή εποπτεία, παραποιημένα προϊόντα μπορούν επίσης να μολύνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού, οδηγώντας σε κινδύνους σχετικούς με την υγεία και την ασφάλεια. Ροές όπλων, ναρκωτικών και ανθρώπων συχνά αυξάνουν όταν υπάρχει ανεξέλεγκτη οικονομική ανάπτυξη, ένα πρόβλημα που η Μιανμάρ θα μοιραστεί με την Καμπότζη, το Λάος και το Βιετνάμ.

Ακόμη χειρότερα, πρόσφατα αξιοποιημένες πρώτες ύλες μπορούν να ρίξουν μια οικονομία εκτός ισορροπίας. Η ταχεία ανάπτυξη που χρηματοδοτείται από το εξωτερικό μπορεί να διευρύνει τα χάσματα του πλούτου και να δώσει περισσότερο πλούτο σε ήδη κατεστημένα συμφέροντα, ανεξέλεγκτα από τις κυβερνητικές αρχές. Η αδιαφορία για την ανάπτυξη των κυβερνητικών θεσμών ήταν ένα πολύ γνωστό μοτίβο στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σκεφθείτε τις πλούσιες σε φυσικούς πόρους αφρικανικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Νιγηρίας και του Σουδάν, οι οποίες ποτέ δεν έχουν προσεγγίσει μια κατάσταση μεσαίου εισοδήματος, διότι ο πλούτος του πετρελαίου ωφελεί μόνο μερικούς, στερώντας την οικονομία από μια ισχυρή μεσαία τάξη.

Η ενίσχυση των δικαστηρίων, η είσπραξη των φόρων, ο έλεγχος των συνόρων και η διαφάνεια, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση μιας ευρείας οικονομικής ανάπτυξης που θα εξυπηρετεί τις αυξημένες ανάγκες ολόκληρης της χώρας. Αλλά οι ανησυχίες αυτές συχνά υποτιμώνται, καθώς η κυβέρνηση συνεχίζει να πουλά εθνικά περιουσιακά στοιχεία με τρόπους που ωφελούν τους λίγους, κάτι στο οποίο η Aung San Suu Kyi έχει αναφερθεί επανειλημμένα σε πρόσφατες ομιλίες της. Η Μογγολία αντιμετωπίζει παρόμοιες προκλήσεις, με διψήφια ανάπτυξη, εξόρυξη πόρων που μπορεί να φτάσουν σε αξία το 1 τρισ. δολάρια και αχαλίνωτη διαφθορά που απειλεί τη σταθερότητα και την κοινωνική ισότητα.

Κάνοντας ένα θετικό βήμα, ο πρόεδρος της χώρας Thein Sein ανακοίνωσε πρόσθετες μεταρρυθμίσεις, τον Ιούνιο, συμπεριλαμβανομένης της διεύρυνσης του ανοίγματος στην ξένη βοήθεια και την τεχνική υποστήριξη. Εισήγαγε επίσης έναν επενδυτικό νόμο στη Βουλή (οι λεπτομέρειες του οποίου δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί) που θα χαλαρώσει τους περιορισμούς για την μίσθωση της γης και θα παράσχει φορολογικά κίνητρα σε ξένες επιχειρήσεις. Παρά το γεγονός ότι οι μεταρρυθμιστικοί νόμοι είναι απαραίτητοι, η εφαρμογή, συμπεριλαμβανομένης της επαρκούς χρηματοδότησης για τις νέες επιλογές της κυβέρνησης, παραμένει το «κλειδί».

Εξίσου σημαντική θα είναι κάποια σαφήνεια σχετικά με την ευρύτερη αναπτυξιακή πορεία που θα μπορούσε να λάβει η Μιανμάρ. Το εξαγωγικό μοντέλο που πολλοί από τους γείτονές της ακολούθησαν πριν από μισό αιώνα, όταν η δυτική και η ιαπωνική αγορά αυξάνονταν, δεν υπάρχει πια. Η Μιανμάρ έχει μια σπάνια ευκαιρία να δημιουργήσει μια οικονομία βασισμένη στην εγχώρια ζήτηση και όχι στην παραγωγή για εξαγωγή. Με ένα μεγάλο πληθυσμό, τεράστιους φυσικούς πόρους, καθώς και αυξημένη εισροή κεφαλαίων, η χώρα έχει ήδη τα βασικά θεμέλια που απαιτούνται για μια οικονομική αναγέννηση. Τώρα πρέπει να βελτιώσει την πρόσβαση σε κεφάλαια για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και να αναπτύξει νομική προστασία ώστε να πετύχει πραγματικά.

Ωστόσο, παρ’ όλες αυτές τις ανησυχίες, τα διεθνή στελέχη έχουν καλούς λόγους για να κλείνουν δωμάτια στη Ρανγκούν για τον επόμενο χρόνο. Η άρση των κυρώσεων δεν έρχεται από το πουθενά: η Μιανμάρ συμμορφώθηκε με πολλές από τις προϋποθέσεις της Δύσης για την ομαλοποίηση των μεταξύ τους σχέσεων. Ελεύθερες και γενικά δίκαιες εκλογές διεξήχθησαν για έναν περιορισμένο αριθμό κενών κοινοβουλευτικών εδρών φέτος τον Απρίλιο (η πλειοψηφία εξακολουθεί να διατίθεται στον στρατό και τα υποστηριζόμενα από τον στρατό κόμματα). Η κυβέρνηση απελευθέρωσε πολλούς πολιτικούς κρατούμενους (αν και οι ποινές τους τεχνικά ανεστάλησαν, δεν μετατράπηκαν).

Η Ρανγκούν επίσης αναπροσάρμοσε το νόμισμά της. Τον Απρίλιο, το κιάτ, το οποίο προηγουμένως διαπραγματευόταν στα έξι κιάτ ανά δολάριο, διαπραγματεύεται στα 800, κοντά στην τιμή της μαύρης αγοράς. Το νόμισμα έφτασε τα 840 στις αρχές Ιουνίου. Το άλμα αύξησε την δυνητική εμπιστοσύνη των επενδυτών στο νόμισμα, και τώρα το Tokyo Stock Exchange και το Daiwa Institute της Ιαπωνίας βοηθούν στην ανάπτυξη της αγοράς ομολόγων της Βιρμανίας. Η Ινδία ανακοίνωσε τον Μάιο ότι της ανοίγει πιστωτική γραμμή για 500 εκατομμύρια δολάρια. Αλλά η αξία της υψηλής χρηματοδότησης σε μια νεοσύστατη οικονομία παραμένει αμφίβολη. Η Καμπότζη δημιούργησε πέρσι μια χρηματιστηριακή αγορά. Υπάρχουν μόνο λίγες εισηγμένες κρατικές εταιρείες και οι τιμές των μετοχών έχουν άγριες διακυμάνσεις. Λειτουργεί περισσότερο σαν ένα καζίνο παρά σαν χρηματιστήριο. Κάποιος μπορεί να αντιπαρέλθει το πρόβλημα ως σαν να πρόκειται για το ρίσκο μιας επένδυσης σε μια απομακρυσμένη αγορά, αλλά όλο και περισσότερος χρόνος και πόροι δαπανώνται στην κατασκευή βασικών υποδομών και ένα αποτελεσματικό κράτος δικαίου θα προσελκύσει πολύ πιο ωφέλιμο κεφάλαιο.

Εάν η μετάβαση από το κράτος παρίας σε νεοφώτιστη, έστω και περιορισμένη, δημοκρατία δεν τύχει καλής διαχείρισης, η Μιανμάρ μπορεί να καταλήξει να κυριαρχείται από ολιγάρχες. Θα ακολουθήσει μια σειρά από δύσκολα να ελεγχθούν προβλήματα, τα οποία απλώς θα επιδεινώσουν την κοινωνική και οικονομική ανισότητα. Η Μιανμάρ έχει φτάσει στο σταυροδρόμι όπου η γρήγορη ανάπτυξη και η ισόρροπη ανάπτυξη αποκλίνουν. Αν οι πρώην στρατιωτικοί ηγέτες που κυριαρχούν στην κυβέρνηση, πολλοί εκ των οποίων είναι σε ηλικία μεταξύ πενήντα και 65 ετών, έχουν στο μυαλό τους το μέλλον της χώρας τους, τότε πολιτικές που επικεντρώνονται στην υποστήριξη μιας ζωντανής μεσαίας τάξης θα βοηθήσουν την Μιανμάρ πολύ περισσότερο από μια βραχυπρόθεσμη κούρσα προς τα πλούτη.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/137797/brian-p-klein/how-not-to-i...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/#!/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr