Η δημοκρατία στην Ουγγαρία διολισθαίνει… | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η δημοκρατία στην Ουγγαρία διολισθαίνει…

Μια ακόμα μεγάλη πρόκληση για τη συνοχή της Ευρώπης

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ωστόσο, το κόμμα μετακινήθηκε προς τα δεξιά. Ο Πέτερ Μόλναρ (Peter Molnar), ένας συμμαθητής του Όρμπαν και συν-ιδρυτής του Fidesz, μου είπε ότι η μετάβαση ήταν μια κυνική εκλογική στρατηγική. Όταν έφθαναν οι δεύτερες εθνικές εκλογές της Ουγγαρίας το 1994, το τότε κυβερνών συντηρητικό Δημοκρατικό Φόρουμ της Ουγγαρίας (MDF) κατέρρευσε. Ξαφνικά, ένα χάσμα άνοιξε στην εθνικιστική δεξιά, που αποτελεί ένα πολύ μεγάλο εκλογικό μερίδιο στην Ουγγαρία. «Θυμάμαι να παραβρίσκομαι σε μια κοινοβουλευτική συνάντηση των ηγετών της ομάδας όταν κάποιος ισχυρίστηκε ότι υπάρχει ελεύθερος χώρος, ένα άνοιγμα στα κεντροδεξιά», αναθυμάται ο Μόλναρ. «Πρέπει να κινηθούμε εκεί», πρότεινε εκείνο το άτομο. «Μερικοί από εμάς ήταν συγκλονισμένοι, βέβαια, γιατί δεν πιστεύαμε ότι ανήκουμε σε εκείνη την πλευρά, και το πιο σημαντικό είναι ότι εμείς, φυσικά, δεν σκεπτόμαστε ότι θα επιλέξουμε την πολιτική μας ανάλογα με το πού υπάρχει "χώρος"», είπε ο Μόλναρ. Ήταν η μειοψηφία, όμως, και υπό την ηγεσία του Όρμπαν το Fidesz σύντομα μετακινήθηκε στο χώρο που καταλάμβανε κάποτε το MDF και ακύρωσε τη συμμετοχή του στην Φιλελεύθερη Διεθνή. Το 1998, το κόμμα απέκτησε τον έλεγχο του κοινοβουλίου και ο Όρμπαν έγινε πρωθυπουργός, υπηρετώντας μέχρι το 2002.

Ο Όρμπαν κυριάρχησε στο Fidesz από τη δημιουργία του. «Οι άνθρωποι που τον περιβάλλουν έχουν σίγουρα αυτό το είδος του θαυμασμού, ότι αυτός είναι ένα ιερό πρόσωπο», μου είπε ο Έντρε Μπόιταρ (Endre Bojtar), συντάκτης της φιλελεύθερης εβδομαδιαίας εφημερίδας Magyar Narancs. Αυτός ο θαυμασμός ήταν παλιότερα πιο διαδεδομένος. Δυτικοί αξιωματούχοι που εμπλέκονταν στην μετάβαση της Ανατολικής Ευρώπης στην μετα-κομμουνιστική εποχή τον αντιμετώπιζαν ως τον ευνοούμενο γιο. «Ήταν ένας σημαντικός δημοκράτης», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Μαρκ Πάλμερ (Mark Palmer), ο Αμερικανός πρέσβης στην Ουγγαρία κατά το τελευταίο έτος της κομμουνιστικής διακυβέρνησης, «κάποιος που, στο μυαλό μου, ήταν τόσο ξεκάθαρος για το τι χρειάζεται η Ουγγαρία και είχε σαφή ευρωπαϊκό προσανατολισμό και ήταν θαρραλέος». Αλλά τώρα, παραδέχεται ο Πάλμερ, ο Όρμπαν έχει αλλάξει. «Ακόμη και ο καλύτερος από εμάς μπορεί να διαφθαρεί από την εξουσία. Και αυτό είναι που πραγματικά πιστεύω ότι συνέβη».

Τον Απρίλιο του 2010, το Fidesz επέστρεψε στην εξουσία μετά τη νίκη του επί του σοσιαλιστικού κόμματος της Ουγγαρίας στις εθνικές εκλογές. Παρά το γεγονός ότι κέρδισε μόνο το 53% των ψήφων, λόγω των ιδιαιτεροτήτων του εκλογικού συστήματος της Ουγγαρίας, κέρδισε μια πλειοψηφία δύο τρίτων στην ενιαία Βουλή μαζί με ένα μικρό κόμμα Χριστιανοδημοκρατών. Σχεδόν αμέσως, ο συνασπισμός προώθησε μια σειρά αμφιλεγόμενων μεταρρυθμίσεων.

Η σημαντικότερη από αυτές ήταν η δημιουργία μιας επιτροπής που μπορεί να βάλει πρόστιμο σε δημοσιογράφους και μέσα μαζικής ενημέρωσης μέχρι σχεδόν ένα εκατ. ευρώ για απροσδιόριστου τύπου επιθέσεις στην «ανθρώπινη αξιοπρέπεια». Παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή, τα μέλη της οποίας διορίζονται όλα από το Fidesz, δεν έχει ακόμη τιμωρήσει κανέναν, πολλοί Ούγγροι δημοσιογράφοι μου είπαν ότι στο σώμα των δημοσιογράφων υπήρξε μια ανατριχίλα. Επιπλέον αυτού, τα υπό κρατική χρηματοδότηση μέσα ενημέρωσης, οι κύριες πηγές ειδήσεων της Ουγγαρίας, έχουν σταδιακά στελεχωθεί με οπαδούς του Fidesz. «Αυτό που εννοούν με τον όρο δημοσιογραφία είναι πολιτισμικά πιο κοντά σε αυτό που ήταν ο ρόλος των δημοσιογράφων κατά τη δεκαετία του ογδόντα αντί για σήμερα», μου είπε ο Ατίλα Μονγκ (Attila Mong), ένας πρώην δημοσιογράφος του κρατικού ραδιοφώνου που απολύθηκε το 2010 γιατί κράτησε ενός λεπτού σιγή σε ένδειξη διαμαρτυρίας απέναντι στο νόμο για τα ΜΜΕ.

Το κόμμα έχει παγιοποιήσει, επίσης, την εξουσία του μέσω της νομοθεσίας. Τον περασμένο Δεκέμβριο, μείωσε τον αριθμό των βουλευτών κατά το ήμισυ και διαίρεσε τις περιοχές της χώρας για να επεκτείνει το εκλογικό του πλεονέκτημα. Η κυβέρνηση, επίσης, επιμήκυνε τη διάρκεια της θητείας για μια σειρά από ισχυρές θέσεις που καταλαμβάνουν μέλη του Fidesz, από θέσεις στην Επιτροπή Μέσων Ενημέρωσης και στο Συμβούλιο Προϋπολογισμού μέχρι την θέση του Δημόσιου Κατήγορου. Στην απίθανη περίπτωση που το Fidesz χάσει τις επόμενες εκλογές το 2014 ή βλέπει το πλειοψηφικό του ρεύμα να μειώνεται, τα διορισμένα στελέχη του Fidesz θα παραμείνουν στη θέση τους.

Εν τω μεταξύ, τον Ιανουάριο του 2012, το κοινοβούλιο ψήφισε ένα νέο σύνταγμα, το οποίο το Fidesz είχε θέσει σε συζήτηση μόλις δύο εβδομάδες νωρίτερα. (Η πλατφόρμα της προεκλογικής εκστρατείας του κόμματος δεν περιελάμβανε καμία αναφορά σε αναθεώρηση του συντάγματος). Το νέο κείμενο αφαιρεί τη λέξη «Δημοκρατία» από την επίσημη ονομασία της χώρας, ορίζει το γάμο ως ένωση μεταξύ άνδρα και γυναίκας και διευκρινίζει ότι η ζωή ξεκινά από τη σύλληψη. Άλλαξε επίσης τη νομοθετική διαδικασία, που απαιτεί πλέον πλειοψηφία δύο τρίτων για να περάσει νόμους για πολλά σημαντικά θέματα, όπως η φορολογική και δημοσιονομική πολιτική. Αυτό δεν είναι δύσκολο για το Fidesz τώρα, αλλά οι επικριτές φοβούνται ότι θα αυξήσει τα εμπόδια για τις επόμενες κυβερνήσεις. Στην πραγματικότητα, ο Όρμπαν παραδέχτηκε [4] σε μια συνέντευξή του σε αυστριακή εφημερίδα το περασμένο έτος, ότι από την εφαρμογή των νέων περιορισμών, αυτός «δένει τα χέρια της επόμενης κυβέρνησης, και όχι μόνο της αμέσως επόμενης αλλά και των ακόλουθων δέκα».

Το νέο σύνταγμα, επίσης, μειώνει την υποχρεωτική ηλικία συνταξιοδότησης για τους δικαστές από τα 70 στα 62 έτη, απαγορεύει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το ανώτατο δικαστικό όργανο της Ουγγαρίας, να αναθεωρεί τη νομοθεσία σχετικά με τον προϋπολογισμό και καθιστά πιο δύσκολο για τα άτομα να αμφισβητήσουν τη συνταγματικότητα των νόμων. Το σύνταγμα καθιέρωσε επίσης ένα Εθνικό Δικαστικό Γραφείο του οποίου ο επικεφαλής - η σύζυγος ενός ευρωβουλευτή του Fidesz - έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να επιλέγει και να αντικαθιστά δικαστές.