Πώς και γιατί η Γερμανία επιτέθηκε εναντίον των Ελλήνων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς και γιατί η Γερμανία επιτέθηκε εναντίον των Ελλήνων

Η κρίση χρέους και η εθνοτική ρητορική

Αν δεχθούμε το προφανές, το ότι δηλαδή οι πολιτικές διαχείρισης της κρίσης χρέους για την Ελλάδα που ουσιαστικά αποτελούν ένα μίγμα από μέτρα λιτότητας και «μεταρρυθμίσεις» νεοφιλελεύθερης κοπής, δεν είναι πρωτοβουλία της εγχώριας, ελληνικής πολιτικής ελίτ, αλλά επιβλήθηκαν σε αυτή από ισχυρούς εξωγενείς παράγοντες, τότε ποια είναι ακριβώς τα πολιτικά κίνητρα αυτών των παραγόντων, και ιδιαίτερα της Γερμανίας; Είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι οι «δεξαμενές» της νεοφιλελεύθερης πολιτικής σκέψης στη χώρα αυτή, οι σύμβουλοι της ηγεσίας, είναι τόσο προκλητικά ανεπαρκείς, ώστε να μη μπορούν να σκεφτούν ότι παρόμοιες πολιτικές οδηγούν αναγκαστικά σε πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση της Ελλάδας, και συνεπώς της νοτιοανατολικής Ευρώπης; Είναι δυνατόν οι «σοφοί» να μην κατάφεραν να πείσουν τους ηγέτες της χώρας αυτής ότι τόσο δραστικές ανατροπές στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων δεν μπορούν να απορροφηθούν εύκολα από το «σύστημα» και ότι οι πολίτες της χώρας αυτής δεν θα μείνουν πιστοί στις πολιτικές δυνάμεις που εκτελούν μια αντικοινωνική συνταγή «σωτηρίας», επειδή βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο;

Υπάρχουν τρία σενάρια που απαντούν στο παραπάνω ερώτημα, ίσως το πιο κρίσιμο ερώτημα που μένει μέχρι σήμερα αναπάντητο σε ό,τι αφορά την τρέχουσα γερμανική πολιτική για τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Σύμφωνα με το πρώτο, η «θεραπεία» που επέβαλε η γερμανική κυβέρνηση στην Ελλάδα είχε κυρίως εσωτερική χρησιμότητα. Με άλλα λόγια, η αυστηρότητα της Merkel, του Schäuble, του Rösler, του Söder και πολλών άλλων δημοσίων προσώπων στη Γερμανία μεταφράζεται σε ψήφους υπέρ των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού. Για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση του Έλληνα Προέδρου της Δημοκρατίας [16], η Ελλάδα «μαστιγώθηκε» για να βγει ο κομματικός λογαριασμός του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού. Σύμφωνα πάντοτε με το ίδιο σενάριο, η πολιτική αποσταθεροποίηση που προέκυψε για τη χώρα από την εφαρμογή των πολιτικών του «μνημονίου» υπήρξε μια παράπλευρη απώλεια που δεν είχε υπολογιστεί και δεν είχε ληφθεί υπόψη από τους σχεδιαστές των πολιτικών αυτών – εκ παραδρομής.

Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο, η επιβολή σκληρών όρων δανεισμού στην Ελλάδα σχετίζεται με ένα γενικότερο σχέδιο της Γερμανίας για πολιτική ηγεμονία στην Ευρώπη [17], με την έννοια ότι επιδίωξη της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας είναι να συνδέσει τη βοήθεια προς τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου με την επιβολή γερμανικών όρων στη νέα Ευρώπη της μετά την κρίση εποχής. Με βάση αυτή τη λογική, οι εξαρτημένες οικονομικά χώρες θα συναινέσουν εξ ανάγκης στις γερμανικές πολιτικές δανεισμού, προκειμένου να «σωθούν» οι ίδιες μέσω της «σωτηρίας» της πολιτικής τάξης που επιχειρεί την (τρόπος του λέγειν) διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Σύμφωνα με το τρίτο σενάριο, μια μερίδα της πολιτικής και οικονομικής ηγεσίας σε χώρες λ. χ. όπως η Ολλανδία, η Γερμανία και η Φινλανδία επιχείρησε από κοινού και με συντονιστή τη γερμανική κυβέρνηση να δοκιμάσει στην πράξη την ιδέα της δημιουργίας μιας μικρότερης Ευρωζώνης, η οποία θα περιλαμβάνει μόνο τις χώρες με σταθερές και εύρωστες οικονομίες. Επομένως η κρίση των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα «τεστ αντοχής» των σημερινών εθνικών οικονομιών της Ευρωζώνης και ταυτόχρονα ως ένα τεστ ανίχνευσης της «μεταρρυθμιστικής βούλησης» των πολιτικών ηγεσιών των δοκιμαζόμενων χωρών να υιοθετήσουν στοιχεία του οικονομικού μοντέλου των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά.

Ποιο από τα τρία αυτά σενάρια βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα; Υπάρχει κάτι που να μας κάνει να πιστεύουμε με σχετική βεβαιότητα ότι από τα τρία εκείνο που βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι το τελευταίο;

ΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ

Η απάντηση είναι αρνητική. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι το επικρατέστερο σενάριο είναι η προσπάθεια αναδιάταξης της Ευρωζώνης με τη Γερμανία να παίζει μελλοντικά στη συρρικνωμένη πλέον νομισματική ένωση πολύ πιο δραστικό ρόλο από ό,τι παίζει ήδη σήμερα. Υπάρχουν, όμως, ισχυρές ενδείξεις ότι αυτό τα σενάριο είναι βάσιμο και ότι όσοι υποστήριξαν την ύπαρξή του δεν εξέφραζαν απλώς τον συνηθισμένο αντιγερμανισμό του ευρωπαϊκού Νότου, όπως έχει γραφεί από ορισμένους [18]. Ποιες είναι αυτές οι ενδείξεις;

Η πρώτη είναι η ανεξήγητη - αν αποκλείσει κανείς αυτό το σενάριο - επιμονή της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας, προσωποποιημένης στη γερμανίδα καγκελάριο ως συνισταμένης των τάσεων του κυβερνητικού συνασπισμού εξουσίας, να επιβάλει μια από τις χειρότερες «θεραπείες» για την ελληνική κρίση χρέους, δηλαδή μέτρα για τον περιορισμό του ελλείμματος και την περιστολή των κρατικών δαπανών που αποσταθεροποίησαν την ελληνική κοινωνική και πολιτική κατάσταση πραγμάτων. Η επιμονή αυτή ήταν και παραμένει πολύ συστηματική και συνεπής για να αποδοθεί σε «λάθος εκτίμηση» της ελληνικής κατάστασης από τους τεχνοκράτες του Βερολίνου ή μόνο στον «εγκλωβισμό» της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας στις ισχυρές αντιευρωπαϊκές τάσεις που παρατηρούνται σήμερα στη γερμανική κοινή γνώμη.
Η δεύτερη σχετίζεται με τις διαρκείς παρεμβάσεις πολιτικών και οικονομικών παραγόντων, κατά κανόνα αξιωματούχων, ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών οι οποίοι προκαταλαμβάνουν την αποτυχία οποιουδήποτε προγράμματος «βοήθειας» για την Ελλάδα και οι οποίοι προτείνουν μονότονα μία και μόνη λύση: την όσο το δυνατόν ταχύτερη έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη για να απαλλαγεί το ευρώ από μία διαρκή πληγή και οι βορειοευρωπαίοι φορολογούμενοι από μια διαρκή και άσκοπη αιμορραγία. Η κεντρική ιδέα των παρεμβάσεων αυτών είναι ότι η Ελλάδα αποτελεί ήδη μια χαμένη υπόθεση [19].