Η ερημοποίηση απειλεί την Ελλάδα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ερημοποίηση απειλεί την Ελλάδα

Το 34% του ελληνικού εδάφους σε ζώνη υψηλού κινδύνου – Τι πρέπει να γίνει
Περίληψη: 

Το φαινόμενο της ερημοποίησης που απειλεί περί το 1,5 δισεκατομμύριο ανθρώπους στον πλανήτη δεν εξαιρεί χώρες από εύκρατες ζώνες όπως η Ελλάδα. Όσο κι αν η ερημοποίηση δείχνει να αυτοθεραπεύεται ανά περιοχές σε μακρά χρονικά διαστήματα, υπάρχουν ήδη τα εργαλεία διόρθωσης του προβλήματος σε πολύ συντομότερο χρόνο.

Ο Δρ. ΙΩΑΝΝΗΣ Κ. ΚΑΛΑΒΡΟΥΖΙΩΤΗΣ είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας

Η 17η Ιουνίου έχει καθιερωθεί από τα Ηνωμένα Έθνη σαν η παγκόσμια ημέρα κατά της ερημοποίησης. Και αυτό για να αναδειχθεί το περιβαλλοντικό πρόβλημα, που έχει να κάνει με την προκαλούμενη υποβάθμιση εδαφικών περιοχών εξ αιτίας διαφόρων ανθρωπογενών δυσμενών παρεμβάσεων.

Ιστορικά, η ερημοποίηση είναι ένα φυσικό φαινόμενο που λαμβάνει χώρα εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ο Πλάτων αναφέρεται έμμεσα σ’ αυτό το φαινόμενο στον «Κριτία», όπου περιγράφει τους γυμνούς λόφους της Αττικής, οι οποίοι κάποτε αποτελούσαν δασική περιοχή πριν από 500 χρόνια (δηλ. το 750 π.χ.). Περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά τη γυμνότητα των λόφων, δηλ. την υποβαθμισμένη γη, τονίζοντας: «Αυτό που τώρα απέμεινε, σε σύγκριση με αυτό που υπήρχε κάποτε, μοιάζει σαν το σκελετό ενός άρρωστου άνδρα με όλο το λίπος και τη σάρκα της γης να έχει εξαφανιστεί και να έχει απομείνει ένα γυμνό πλαίσιο ηπειρωτικής χώρας» (Γεωργόπουλος, 2002).

Ένας από τους πρωτοπόρους ερευνητές που ασχολήθηκε συστηματικά με το θέμα της υποβάθμισης των οικοσυστημάτων και των γαιών ήταν ο Aubreville, ο οποίος το 1949 εισήγαγε το όρο «desertification» ή «ερημοποίηση», απασχολημένος όπως ήταν με τα δάση της Αφρικανικής Ηπείρου. Ήταν εκείνος που κατέβαλε ιδιαίτερες προσπάθειες να κινητοποιήσει την επιστημονική κοινότητα για την συστηματική διερεύνηση του φαινόμενου, αλλά και την κοινή γνώμη για τη σπουδαιότητα και την σοβαρότητα της ερημοποίησης για το μέλλον των λαών του πλανήτη.

Αργότερα και άλλοι ερευνητές ακολούθησαν το παράδειγμά του, όπως ο Le Houerou, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα της ερημοποίησης σε σχετική εργασία του, που δημοσιεύτηκε το 1962 (Le Houerou, 1962). Έκτοτε το θέμα άρχισε να μελετάται και από άλλους ερευνητές, οι οποίοι με τις εργασίες τους αύξησαν τη γνώση μας για την ερημοποίηση. Όμως, το φαινόμενο της ερημοποίησης άρχισε να απασχολεί τον κόσμο σε διεθνές επίπεδο μετά τη συνάντηση που διοργάνωσαν τα Ηνωμένα Έθνη στο Ναϊρόμπι της Κένυας το 1977, η οποία προεκλήθη και λόγω της εκτεταμένης ξηρασίας στην Sahel της Δυτικής Αφρικής και των δραματικών επιπτώσεων που είχε στις ανθρώπινες ζωές, στη κτηνοτροφία και στο οικολογικό περιβάλλον της συγκεκριμένης περιοχής.

Από τότε μέχρι σήμερα διοργανώθηκαν και άλλες παγκόσμιες συναντήσεις και έγιναν έρευνες και επιστημονικές παρεμβάσεις για την λεπτομερέστερη και πλέον συστηματική μελέτη του φαινόμενου, με συνέπεια οι γνώσεις μας να αυξηθούν σημαντικά τόσο ως προς τα γενεσιουργά αίτια του, τις συνέπειές του, όσο και γενικά για την σοβαρότητά του σε σχέση με την επιβίωση και την ανάπτυξη του ανθρώπου.

Το 1978 το πρόγραμμα United Nations Plan Action to Combat Desertification, δηλ. Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της ερημοποίησης, έδωσε έναν γενικότερο ορισμό του φαινόμενου αυτού, στον οποίο κυρίαρχο χαρακτηριστικό είναι η έμφαση της οικονομικής πτυχής του. Ο ορισμός δε αυτός είναι μακροσκελής αλλά αρκούντως κατανοητός.

«Ερημοποίηση είναι η καταστροφή του βιολογικού δυναμικού της γης, που μπορεί τελικά να οδηγεί σε συνθήκες όμοιες με εκείνες των ερήμων. Αποτελεί μια πτυχή της ευρείας υποβάθμισης των οικοσυστημάτων κάτω από την συνδυασμένη πίεση δυσμενώς μεταβαλλόμενου κλίματος καθώς και υπερεκμετάλλευσης. Η πίεση αυτή έχει καταστρέψει το βιολογικό δυναμικό της παραγωγής φυτών και ζώων για χρήση πολλαπλών σκοπών σε καιρό που η αυξημένη παραγωγικότητα απαιτείται για τη στήριξη του αυξανόμενου πληθυσμού στην προσπάθεια ανάπτυξης».

Σήμερα σ’ ότι αφορά τον ορισμό της ερημοποίησης, το UNEΡ τον διατυπώνει ως εξής: «Ερημοποίηση είναι η υποβάθμιση της γης σε ξηρές, ημίξηρες και ύφυγρες περιοχές εξαιτίας διαφόρων παραγόντων συμπεριλαμβανομένων των κλιματικών μεταβολών και των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων»
Ο πιο πάνω ορισμός φαίνεται να είναι ο πιο αποδεκτός από την επιστημονική κοινότητα. Με το όρο «γη» νοούνται τα επίγεια βιοπαραγωγικά συστήματα τα οποία διαλαμβάνουν: το έδαφος, τη βλάστηση και τις λοιπές βιολογικές, οικολογικές και υδρολογικές διεργασίες που λειτουργούν εντός του συστήματος. Ο ορισμός ως εκ τούτου που έχει δοθεί από το UNEΡ στην ερημοποίηση, είναι ιδιαίτερα κατάλληλος.
Με τον όρο «υποβάθμιση της γης» νοείται η μείωση και η απώλεια της βιολογικής και οικονομικής παραγωγικότητας, που προκαλείται από τις μεταβολές, συνεπεία της χρήσης της γης, ή από φυσικές διεργασίες ή από τον συνδυασμό των δυο αυτών (Thornes, 2002).

Η ερημοποίηση δεν είναι η προώθηση ή η επέκταση ερήμων περιοχών σαν αποτέλεσμα δυνάμεων που έχουν την αφετηρία τους στην έρημο. Στην πραγματικότητα είναι ένας συνδυασμός μεταβολών σε μια ξηρή κατοικημένη περιοχή, που μετατρέπεται σε ακατοίκητη έρημο, σαν αποτέλεσμα των πρακτικών χρήσης γης και είναι πιθανόν να επιταχύνεται από φυσικούς παράγοντες, όπως η ξηρασία.
Οι βασικές αιτίες που είναι δυνατόν να οδηγήσουν στην ερημοποίηση εδαφών είναι:

- η υπερβόσκηση
- η αποψίλωση δασικών εκτάσεων
- η μη σωστή χρησιμοποίηση των κατάλληλων καλλιεργητικών μηχανημάτων
- η πτώση του υδροφόρου ορίζοντα.

01.jpg

Σχήμα 1: Αίτια ερημοποίησης
(Πηγή: International Conference on Mediterranean desertification: Research results and policy implications (Report EUR 17782 EN))

Τρεις είναι οι βασικές δυσμενείς επιπτώσεις της ερημοποίησης για τα εδάφη:

- Η διάβρωση των εδαφών
- Η εμφανιζόμενη απώλεια της εδαφικής δομής
- Η τελική ποιοτική υποβάθμιση των εδαφών

Το φαινόμενο της ερημοποίησης σχετίζεται άμεσα με συγκεκριμένες φυσικοχημικές, βιολογικές και κοινωνικοοικονομικές διεργασίες οι οποίες συνήθως συμβαίνουν ταυτόχρονα και αλληλοεπηρεάζονται. Κατά συνέπεια οι διεργασίες αυτές είναι δυνατό να αποτελέσουν και δείκτη του βαθμού ή της τάσης που υπάρχει, όσον αφορά την έναρξη ή την εξάπλωση του φαινομένου σε μια περιοχή.