Ο γρίφος για το σύνταγμα της Αιγύπτου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο γρίφος για το σύνταγμα της Αιγύπτου

Οι καλοί, οι κακοί και οι απείθαρχοι στο Κάιρο
Περίληψη: 

Από μια φιλελεύθερη δημοκρατική σκοπιά, υπάρχουν πολλά θετικά στο νέο σύνταγμα της Αιγύπτου αλλά και κάποια που είναι ανησυχητικά. Υπάρχουν επίσης ανοιχτά «παράθυρα» και ασάφειες που μόνο οι πολιτικοί μπορούν να συμπληρώσουν - και δεδομένης της σημερινής κατάστασης της αιγυπτιακής δημοκρατίας, εκεί είναι που βρίσκονται τα πραγματικά προβλήματα.

Ο NATHAN J. BROWN είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Τζωρτζ Ουάσινγκτον.

Το τελικό σχέδιο του προτεινόμενου νέου συντάγματος της Αιγύπτου, που ολοκληρώθηκε στα τέλη του Νοεμβρίου, παρήχθη μέσε σε μια τέτοια αναταραχή πολιτικών ελιγμών, απειλών και οξείας ρητορικής που οι σχολιαστές όπως και οι πολίτες εξακολουθούν να προσπαθούν να κατανοήσουν τις επιπτώσεις τους. Από μια φιλελεύθερη δημοκρατική σκοπιά, υπάρχουν πολλά θετικά στο νέο σύνταγμα, ιδίως σε σύγκριση με εκείνο που αντικαθιστά. Για παράδειγμα, οι συντάκτες του όχι μόνο καθορίζουν έναν μακρύ κατάλογο ελευθεριών, όπως έκαναν οι προκάτοχοί τους, αλλά κάνουν, επίσης το κείμενο πιο δύσκολο να παρακαμφθεί από τους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Όμως, το σύνταγμα περιλαμβάνει ακριβώς αντίστοιχο αριθμό στοιχείων που προκαλούν ανησυχία. Αναβάλλει την απάντηση στο ερώτημα για την εποπτεία της πολιτικής επί του στρατού, μέχρι να γραφτεί το επόμενο σύνταγμα, σε πολλά χρόνια από σήμερα. Και υπάρχουν ανοιχτά «παράθυρα» και ασάφειες, που μόνο οι πολιτικοί μπορούν να καλύψουν.

Και αυτό είναι το κρίσιμο σημείο που τόσο συχνά παραβλέπεται: το πολιτικό πλαίσιο διαμορφώνει πάντα την σημασία των συνταγματικών κειμένων. Η εμπειρία του αραβικού κόσμου με τις φαινομενικά δημοκρατικές συνταγματικές διατάξεις επιβεβαιώνει τον κανόνα. Η δημοκρατία έχει αποτύχει στον αραβικό κόσμο, όχι επειδή οι κυβερνήσεις έχουν παραβιάσει συστηματικά τον σημαντικότερο νόμους των χωρών τους (αν και κατά καιρούς έχουν παρανομήσει), αλλά μάλλον, επειδή οι δημοκρατικές υποσχέσεις του συντάγματός τους ήταν γενικά όσο το δυνατόν πιο αόριστες και αφέθηκαν στα κοινοβούλια για να ξεκαθαριστούν μέσω της κανονικής νομοθεσίας. Οι ευρωπαϊκές χώρες, ανέπτυξαν αρχικά αυτό το σύστημα για να εξασφαλίσουν ότι οι εκλεγμένοι από τον λαό φορείς και όχι οι βασιλιάδες, θα καθορίζουν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Όταν τα αραβικά καθεστώτα αντέγραψαν αυτήν την πρακτική - για παράδειγμα, πολλά από αυτά διακήρυξαν την ελευθερία του Τύπου, αλλά εξήγησαν ότι η ελευθερία θα εξειδικεύεται από το νόμο - το αποτέλεσμα ήταν ότι οι κυβερνώντες μπορούσαν να υπόσχονται όλα τα είδη των δικαιωμάτων και να βάζουν τα χειραγωγούμενα κοινοβούλια να τα αναιρούν με κάθε τρόπο.

Επομένως, είναι σημαντικό το νέο αιγυπτιακό σύνταγμα να θεωρηθεί ως ένα πολιτικό έγγραφο - ένα προϊόν ειδικών περιστάσεων που δεν θα διαμορφώνει μόνο ένα μελλοντικό σύνολο συνθηκών αλλά και τη λειτουργία του κράτους μέσα από αυτές.

Το πολιτικό κλίμα της Αιγύπτου έχει αλλάξει με κάποιους πολύ θετικούς τρόπους τα τελευταία χρόνια, αλλά μόνο όταν βλέπει κανείς μακροπρόθεσμα. Πρώτον, το κομματικό σύστημα, το οποίο μέχρι το 2011 αποτελείτο από έναν αυταρχικό, διεφθαρμένο και ανισόρροπο μηχανισμό και ένα πλήθος από παμπάλαιους και ξεχασμένους εικονικούς οργανισμούς, έχει επανέλθει στη ζωή. Όλα τα είδη ατόμων και ομάδων εισήλθαν στην διαμάχη. Και τα μέσα ενημέρωσης, τα οποία αναπτύσσονταν έντονα ακόμη και πριν από την Αραβική Άνοιξη, ανακάλυψαν την επιθυμία τους να ξεπεράσουν τις «κόκκινες γραμμές». Η πολιτική υπνηλία έχει δώσει τη θέση της σε μια κοινωνία που δραστηριοποιείται έντονα. Αλλά η πολιτική αναβιώνει σε ένα περιβάλλον χωρίς κανόνες και ενότητα. Στα μέσα μαζικής ενημέρωσης επικρατούν οι άγριες κατηγορίες και οι ακραίες ρητορικές. Μετά τη διάλυση του κοινοβουλίου, τον Ιούνιο, δεν υπάρχει χώρος ώστε να μπορέσουν οι ομάδες να λύσουν τις διαφορές τους. Οι διαιτητές έχουν χάσει δύναμη στην πολιτική ζωή, και τα θεσμικά όργανα που θα έπρεπε να αυτοπεριοριστούν στο περιθώριο της πολιτικής, κυρίως ο στρατός και το δικαστικό σώμα, στάθηκαν ανίκανα να αντισταθούν από το να ακολουθήσουν το παιχνίδι, βλάπτοντας τους εαυτούς τους σ΄αυτή τη διαδικασία. Εν τω μεταξύ, κανένας παράγοντας δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην επιθυμία να νικήσει τους αντιπάλους με το να ανατρέψει τους λίγους κανόνες που ακόμη ισχύουν.

Και ακριβώς σε αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει το Σύνταγμα. Βραχυπρόθεσμα, θα μπορούσε να αρχίσει η αργή διαδικασία της ανοικοδόμησης της εμπιστοσύνης μέσω μιας διαδικασίας αποδοχής που δίνει σε όλους μια θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μακροπρόθεσμα, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα βασικό και ευρέως αποδεκτό πολιτικό πλαίσιο. Αλλά αυτό το σχέδιο συντάγματος αποτυγχάνει δραματικά στον πρώτο στόχο και αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες στον δεύτερο.

Όσον αφορά τη βραχυπρόθεσμη δουλειά, η διαδικασία μπορεί να είναι πιο σημαντική από το περιεχόμενο. Αλλά έγινε ένα μοιραίο λάθος στη διαδικασία τον Μάρτιο του 2011, όταν μια μικρή επιτροπή νομικών σχεδίασε βιαστικά (και εν μέρει ασυναίσθητα) ένα σύστημα στο οποίο μια ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα μπορούσε να ορίσει όποιον ήθελε στη συνέλευση για να συντάξει το μόνιμο σύνταγμα της χώρας. Εκείνη την εποχή, δεν ήταν ακόμη σαφές ότι υπήρχε οποιαδήποτε σημαντική εκλογική πλειοψηφία στην Αίγυπτο, έτσι λίγοι σχολίασαν το πιθανό πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, υπήρχε μια πλειοψηφία, οι ισλαμιστές, οι οποίοι βρήκαν ότι θα μπορούσαν να συσσωρεύσουν τη μια εκλογική νίκη μετά την άλλη και έτσι θα επιλέγουν τους συντάκτες του συντάγματος. Μια προσπάθεια του νέου κοινοβουλίου να διαπραγματευτεί μια συμφωνία για ένα συναινετικό συντακτικό Σώμα απέτυχε, αφήνοντας τους ισλαμιστές να αισθάνονται ότι χάνουν τη δύναμή τους και τους μη-ισλαμιστές να αισθάνονται ότι αποκλείονται και ποδηγετούνται.

Το να επιτραπεί σε μια πλειοψηφία να κυβερνά θα μπορούσε να είναι υγιές σε μια δημοκρατία που λειτουργεί καλά, αλλά όχι όταν η χώρα εξακολουθεί να προσπαθεί να σχεδιάσει ένα ευρέως αποδεκτό σύστημα - δημιουργεί πολλούς επώδυνα ηττημένους και φιμώνει τις φωνές που πρέπει να ακούγονται κατά την έναρξη της διαδικασίας. Από την πλευρά τους, οι ισλαμιστές έχουν βγει μπροστά, πρόθυμοι να κάνουν κάποιες παραχωρήσεις στους αντιπάλους τους, αλλά όχι αρκετές ώστε να τους έχουν πραγματικά μαζί τους. Παρότι οι ισλαμιστές ήταν πρόθυμοι να δώσουν περισσότερα, δεν είναι σαφές ότι υπήρξε μια καλόπιστη διαπραγμάτευση όπως θα έπρεπε, καθώς ορισμένα μέλη της αντιπολίτευσης απλώς απέρριψαν τα προηγούμενα εκλογικά αποτελέσματα ως «μη αντιπροσωπευτικά».