Το ακμάζον Μπουτάν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ακμάζον Μπουτάν

Το πιο ευτυχισμένο μέρος του κόσμου;
Περίληψη: 

Το επί πολλά χρόνια φτωχό και απομονωμένο, μικρό Μπουτάν τελικά ανθίζει. Αυτή η άλλοτε απόλυτη μοναρχία πραγματοποίησε επίσης σημαντικές δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και σημαντικές βελτιώσεις για την ποιότητα ζωής των πολιτών. Παρά το γεγονός ότι οι μεγάλες προκλήσεις παραμένουν, το βασίλειο - κυρίως με την εστίασή του στην «Ακαθάριστη Εγχώρια Ευτυχία» - προσφέρει μερικά σημαντικά διδάγματα για την ανάπτυξη άλλων φτωχών χωρών στην περιοχή. Το άρθρο αυτό είναι το δεύτερο από μια σειρά πέντε άρθρων [1] που εξετάζουν τις γρηγορότερα αναπτυσσόμενες οικονομίες του κόσμου σύμφωνα με το World Economic Forum του ΔΝΤ [2].

Ο JOHN BERTHELSEN είναι συντάκτης της ασιατικής εφημερίδας « Σεντινέλ» με έδρα το Χονγκ Κονγκ, η οποία καλύπτει 23 ασιατικές χώρες.

Το μικροσκοπικό βασίλειο του Μπουτάν, το οποίο είναι «σφηνωμένο» σε μια ρωγμή των Ιμαλαΐων μεταξύ Ινδίας και Κίνας, γνώρισε πρωτοφανή ανάπτυξη του ΑΕΠ - περίπου 8% μεταξύ 2011 και 2012 και προβλέπεται αύξηση 12,5% μεταξύ του 2012 και του 2013, γεγονός που καθιστά το Μπουτάν την τέταρτη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο [2]. Αυτή η έκρηξη ανάπτυξης οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην πώληση υδροηλεκτρικής ενέργειας στην Ινδία, από την οποία προέκυψε το 45% των εσόδων της χώρας και το 20% του ΑΕΠ το 2011. Πλήρης από μετρητά, η κυβέρνηση σχεδιάζει να κατασκευάσει δέκα νέα εργοστάσια υδροηλεκτρικής ενέργειας έως το 2020, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό στα 40.

Πίσω από την εντυπωσιακή αύξηση, ωστόσο, υπάρχουν συστημικά προβλήματα. Με έναν πληθυσμό μόλις πάνω από 700.000 άτομα, το Μπουτάν έχει μία από τις μικρότερες και λιγότερο ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου. Σχεδόν το 70% του πλούτου της χώρας προέρχεται από τις επιχορηγήσεις αναπτυξιακής βοήθειας από την Ινδία, εκτός από την σημαντική βοήθεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες και ευρωπαϊκές χώρες. Εκτός από τη βιομηχανία υδροηλεκτρικής ενέργειας, οι άλλοι τομείς της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης της γεωργίας αγωνίζονται να επιβιώσουν. Το Μπουτάν πρέπει να εισάγει μεγάλο μέρος των τροφίμων του, διότι μόνο το 2,3% της χώρας αποτελεί καλλιεργήσιμη γη. Παρά το γεγονός ότι η αύξηση του ΑΕΠ είναι μεγάλη, το έλλειμμα της χώρας συνέχισε να αυξάνεται και ο πληθωρισμός έφτασε το 13,5% στα τέλη του περασμένου έτους. Επιπλέον, η αύξηση του δανεισμού, συμπεριλαμβανομένων των δανείων του ιδιωτικό τομέα, έχει ανέλθει στο νοσηρό ποσοστό της τάξης του 26,2%, το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει τόσο σε πλήθος μη εξυπηρετούμενων δανείων όσο και στην περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού.

Το Μπουτάν παίρνει μέτρα για να διορθώσει τα προβλήματά του και έχει κερδίσει επαίνους για αυτόν τον λόγο από το ΔΝΤ. Επιπλέον, η κυβέρνηση βρίσκεται στο στάδιο εντυπωσιακών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, το Μπουτάν έχει μεταπηδήσει από μια απόλυτη μοναρχία σε μια συνταγματική μοναρχία. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, ο Jigme Singye Wangchuck, ο τότε βασιλιάς, μετέφερε το μεγαλύτερο ποσοστό της ισχύος του σε ένα νεοσύστατο κοινοβούλιο και αποφάσισε ότι κάθε βασιλιάς θα μπορούσε να παραπεμφθεί στην δικαιοσύνη από τα 2/3 των ψήφων του Κοινοβουλίου. Το 2006, ο βασιλιάς παρέδωσε την εξουσία στον γιο του, ο οποίος σπούδασε στην Οξφόρδη, τον Jigme Khesar Namgyal Wangchuck, που υπερασπίζεται το δημοκρατικό όραμα του πατέρα του.

Βέβαια, η πολιτική μετάβαση ήταν ατελής. Η μη έμπειρη γραφειοκρατία πάλεψε για να διαχειριστεί την ακμάζουσα οικονομία, το κοινοβούλιο εξακολουθεί να είναι αβέβαιο για το πώς θα χειριστεί την νέα του δύναμη και η δημόσια διοίκηση φαίνεται να μπερδεύεται χωρίς βασιλικά διατάγματα. Οι αγρότες, πολλοί από τους οποίους είναι ακόμη υπέρ της απολυταρχικής εξουσίας, παραμένουν αξιοσημείωτα δουλοπρεπείς, με τις μορφωμένες ελίτ να καλύπτουν τις καλά αμειβόμενες θέσεις της κυβέρνησης. Ο Κάργκα Λάμα, ένας δημοσιογράφος ο οποίος καλύπτει το Μπουτάν, μου έγραψε ότι κι ο ίδιος αναρωτιέται εάν «οι άνθρωποι στο επίπεδο της λαϊκής βάσης πραγματικά απολαμβάνουν ή έχουν κέρδος από τη διαδικασία του εκδημοκρατισμού, ή [αν] μόνο τα λίγα άτομα που βρίσκονται στο ανώτερο κλιμάκιο της πολιτικής δομής επωφελούνται». Πράγματι, το 40% του πληθυσμού είναι ακόμη αγρότες, συνωστισμένοι σε ένα μικρό τμήμα της χώρας που διαθέτει καλλιεργήσιμη γη. Αναζητώντας καλύτερες ευκαιρίες, πολλοί νέοι του Μπουτάν μετακομίζουν στην Θιμπού, την πρωτεύουσα, αλλά λίγοι βρίσκουν επικερδή απασχόληση. Έχουν ανεγερθεί φθηνά κατασκευασμένα εμπορικά και οικιστικά κτίρια για να στεγάσουν τους νέους κατοίκους και η πόλη έχει χάσει τον μοναδικό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα της. Η κυκλοφοριακή συμφόρηση και τα εγκλήματα ήσσονος σημασίας έχουν γίνει επίσης πιο συχνά. Αλλά το Μπουτάν προσαρμόζεται σιγά-σιγά, ενσωματώνοντας τον σύγχρονο πολιτισμό σε μια μακραίωνη φεουδαρχική κοινωνία.

Μια πρόσφατη έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνει ότι η ποιότητα της ζωής στο Μπουτάν βελτιώνεται. Τα ποσοστά της βρεφικής θνησιμότητας έχουν μειωθεί, τα ποσοστά μητρικής θνησιμότητας μειώνονται και ο αλφαβητισμός και τα ποσοστά εγγραφής σε σχολεία αυξάνονται. Επιπλέον, ο αριθμός των κοριτσιών που πηγαίνουν στο δημοτικό σχολείο στο Μπουτάν είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των αγοριών, κάτι σπάνιο στις χώρες της Ασίας. Οι γυναίκες και όχι οι άνδρες, κληρονομούν την περιουσία σε ορισμένες περιοχές της χώρας. Με την υποστήριξη των εγχώριων μη κυβερνητικών οργανώσεων, όπως η «Εθνική Επιτροπή για τις Γυναίκες και τα Παιδιά» και το Ίδρυμα Tarayana, η νέα δημοκρατική κυβέρνηση εφαρμόζει ένα πρότυπο εκπαιδευτικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών προγραμμάτων για να βοηθήσει τους φτωχότερους πολίτες της χώρας.

Η αύξηση του ΑΕΠ του Μπουτάν μπορεί να τράβηξε την προσοχή του ΔΝΤ αλλά εσωτερικά η κυβέρνηση μετρά την επιτυχία με ένα διαφορετικό, ολοκληρωμένο πρότυπο: Τον δείκτη «Ακαθάριστης Εθνικής Ευτυχίας» (Α.Ε.Ε.), που δημιουργήθηκε το 1972 από τον Jigme Singye Wangchuck, και παρακολουθεί την πρόοδο μέσω των δεικτών ευημερίας, όπως η ψυχική και σωματική υγεία, η ζωτικότητα της κοινότητας, ο πολιτισμός, η εκπαίδευση, η περιβαλλοντική ποικιλομορφία, το βιοτικό επίπεδο και η διακυβέρνηση. Κάθε ένας από αυτούς τους δείκτες στην συνέχεια υποδιαιρείται: η ψυχική υγεία, για παράδειγμα, εκτιμά την ψυχολογική καταπόνηση, την συναισθηματική ισορροπία και την πνευματικότητα. Η ζωτικότητα της κοινότητας περιλαμβάνει παράγοντες όπως η οικογενειακή ζωή, η ασφάλεια, η εμπιστοσύνη, η κοινωνική υποστήριξη και η συγγένεια.