Το δόγμα του Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το δόγμα του Πούτιν

Η Ρωσία αναζητά το πώς θα ξαναχτίσει την Σοβιετική Ένωση

Παρ’ όλα αυτά, κατά την έναρξη της πρώτης θητείας του Ομπάμα, οι ΗΠΑ και τα ρωσικά συμφέροντα φαίνονταν να επικαλύπτονται αρκετά ώστε οι δύο χώρες να συμβιβαστούν σε ορισμένα διχαστικά ζητήματα. Αφότου η Ουάσιγκτον και η Μόσχα ξεκίνησε την «επανεκκίνηση» τον Μάρτιο του 2009, ακολούθησε μια σειρά από προσπάθειες συνεργασίας. Αυτές περιελάμβαναν το Βόρειο Δίκτυο Εφοδιασμού (μια σειρά από υλικοτεχνικές ρυθμίσεις που χρησιμοποιούνται για την αποστολή υλικού και προσωπικού του ΝΑΤΟ μέσω του ρωσικού εδάφους στο Αφγανιστάν), την ακύρωση της προγραμματισμένης από την Ουάσιγκτον ανάπτυξης πυραύλων αναχαίτισης και ραντάρ στην Πολωνία και την Τσεχική Δημοκρατία, την υπογραφή της Νέας START και την ψηφο της Μόσχας τον Ιούνιο του 2010 για το Ψήφισμα 1929 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο επέβαλε κυρώσεις κατά του Ιράν.

Όμως, μέχρι το τέλος του 2011, η Ουάσιγκτον και η Μόσχα άρχισαν να απομακρύνονται, καθώς το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον δημιούργησε μια αυξανόμενη αποσύνδεση μεταξύ των στόχων των δύο χωρών και των κατευθυντηρίων αξιών σε βασικούς τομείς πολιτικής. Στην πυρηνική αρένα, η ευρωπαϊκή αντιπυραυλική άμυνα φαίνεται να έχει μετατραπεί σε ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο για την συνεργασία της Ρωσίας στις άλλες στρατηγικές συμφωνίες μείωσης των εξοπλισμών. Η Μόσχα έχει απειλήσει να αποσυρθεί από τη Νέα START και τον Οκτώβριο του 2012 ανακοίνωσε την εγκατάλειψητου 20ετούς Προγράμματος Συνεργασίας για την Μείωση των Απειλών Nunn-Lugar (Nunn-Lugar Cooperative Threat Reduction Program), για το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δαπανήσει περισσότερα από 7 δισ. δολάρια για να βοηθήσουν να απενεργοποιηθούν πάνω από 7.500 ρωσικές στρατηγικές πυρηνικές κεφαλές.

Εν τω μεταξύ, από τη σκοπιά της Ουάσιγκτον, αυτό το νέο γεωπολιτικό πλαίσιο, επίσης, χαρακτηρίζεται από μια σημαντική μείωση της σπουδαιότητας της Ρωσίας για βασικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Στο Αφγανιστάν, η ταχεία απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων απαλείφει ένα μεγάλο μέρος της ανάγκης για το Βόρειο Δίκτυο Εφοδιασμού μετά το 2014. Όσον αφορά το Ιράν, η Μόσχα σταμάτησε να υποστηρίζει ακόμα και την ασθενέστερη εκδοχή επιβολής κυρώσεων που είχε ήδη ψηφίσει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η Συρία, φυσικά ήταν η χαρακτηριστικότερη απόδειξη της διαφοράς στην κατεύθυνση των αξιών και των στόχων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας: Η Μόσχα άσκησε βέτο τρεις φορές σε ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας που υποστηρίζονταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ζητώντας την επιβολή κυρώσεων κατά του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ.

Η εσωτερική πολιτική έχει επίσης αναδειχθεί ως ένας παράγοντας αυξανόμενης πολυπλοκότητας. Στην Ρωσία, η κατασταλτική αντίδραση του καθεστώτος στην άνοδο των κινημάτων κατά του Πούτιν και υπέρ της δημοκρατίας - με επικεφαλής την μεσαία τάξη - έχει θέσει δύο δομικές επιταγές για την εξωτερική πολιτική των χωρών μεταξύ τους: από την μία πλευρά την υποστήριξη των ΗΠΑ στην δημοκρατική αυτοδιοίκηση και από την άλλη την εστίαση του Δόγματος Πούτιν στην διατήρηση του σταθερού ελέγχου του κράτους στις εθνικές πολιτικές. Εν τω μεταξύ, στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κογκρέσο ψήφισε την Νομοθετική Πράξη Λογοδοσίας Sergei Magnitsky τον περασμένο Δεκέμβριο, που απαγορεύει την είσοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες σε Ρώσους αξιωματούχους που εμπλέκονται σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε διαφθορά, καθώς και την δέσμευση των περιουσιακών τους στοιχείων που βρίσκονται εντός της επικράτειας των ΗΠΑ. Σε αντίδραση, η Μόσχα απαγόρευσε την υιοθεσία από αμερικανικές οικογένειες ορφανών παιδιών από την Ρωσία, πολλά από τα οποία είναι άρρωστα ή με ειδικές ανάγκες.

ΩΡΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΑΥΣΗ

Η απόκλιση των βασικών στόχων εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας έχει αφήσει στον Λευκό Οίκο δύο στρατηγικές επιλογές. Η πρώτη προσπαθεί να αναβιώσει την «επανεκκίνηση». Η Ουάσιγκτον φαίνεται να προσπαθεί αυτή την στρατηγική ετούτη την στιγμή. Σύμφωνα με πηγές στην Μόσχα, κατά την διάρκεια μιας τηλεφωνικής συνομιλίας με τον Πούτιν τον περασμένο Νοέμβριο μετά τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, ο Ομπάμα αποδέχθηκε την πρόσκληση του Πούτιν για μια σύνοδο κορυφής στη Ρωσία πριν από το τέλος του 2013. Τον Φεβρουάριο, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, συναντήθηκε με το Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ στο Μόναχο και τώρα φαίνεται ότι ο Αμερικανός Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Τόμας Ντόνιλον, θα αποσταλεί σύντομα στην Μόσχα για να συζητήσει τρόπους ώστε να αναβιώσουν οι διαπραγματεύσεις για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων. (Δρώντας κάτω από τις υποδείξεις της υφυπουργού για τον έλεγχο των όπλων και την διεθνή ασφάλεια, η Rose Gottemoeller, η οποία ήταν η επικεφαλής των διαπραγματεύσεων για την Νέα START, ταξίδεψε στη Ρωσία την δεύτερη εβδομάδα του Φεβρουαρίου).

Αλλά υπάρχει και μια άλλη επιλογή για την πολιτική των ΗΠΑ - και αυτή μπορεί κάλλιστα να είναι σοφότερη: μια στρατηγική παύση. Όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ των χωρών, όσο και μεταξύ ιδιωτών, τέτοια διαλείμματα μπορούν να παρέχουν τον απαραίτητο χρόνο για να καθοριστούν οι προτεραιότητες στις σχέσεις και το τίμημα το οποίο κάθε πλευρά είναι διατεθειμένη να πληρώσει για να πετύχει στους σκοπούς της. Δεν υπάρχει καλύτερη περίοδος από τώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες - και για τους ηγέτες και για τους πολίτες - για να συμμετάσχουν σε μια τέτοια συζήτηση. Μια παύση στην εμπλοκή, άλλωστε, δεν χρειάζεται να σημαίνει αδράνεια ή σιωπή. Καθώς η κυβέρνηση Ομπάμα συλλογίζεται τι θα κάνει με τα πιο πιεστικά και διχαστικά ζητήματα στις αμερικανο-ρωσικές σχέσεις – την αντιπυραυλική άμυνα στην Ευρώπη, την αμερικανική αντίθεση στην αυξανόμενη καταστολή και τον αυταρχισμό στη Ρωσία και την επιδίωξη της Μόσχας για «Φινλανδοποίηση» των γειτόνων της - οι γραμμές επικοινωνίας θα πρέπει να παραμείνουν ανοικτές για έναν ειλικρινή διάλογο.