Η «διαρθρωτική κατάρρευση» της ελληνικής οικονομίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η «διαρθρωτική κατάρρευση» της ελληνικής οικονομίας

Τι έπρεπε να είχε γίνει, τι πρέπει να γίνει για την ανάκαμψη

Άλλωστε, το ίδιο το πνεύμα της κεϋνσιανής θεωρίας είναι πως το φαινόμενο του «πολλαπλασιαστή» δεν μπορεί να είναι «γραμμικό» σε όλη του την έκταση και τούτο διότι άλλη συμπεριφορά παρουσιάζει η οικονομία εάν βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους απασχόλησης και άλλη αν βρίσκεται σε κατάσταση υποαπασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών της. Η εφαρμογή μίας επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, στην πρώτη περίπτωση, όπως ρητά αναφέρει και ο ίδιος ο Κέυνς, δεν θα έχει σαν αποτέλεσμα παρά την αύξηση των ονομαστικών τιμών, με τα πραγματικά μεγέθη να παραμένουν αμετάβλητα. Στην περίπτωση αυτή ο «πολλαπλασιαστής» θα είναι μηδέν. Αντίθετα, σε συνθήκες υποαπασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική θα έχει θετικές επιπτώσεις στο επίπεδο του εισοδήματος. Ο «πολλαπλασιαστής» σε μία παρόμοια περίπτωση θα είναι θετικός, μεγαλύτερος από μηδέν. Πράγμα, όμως, που σημαίνει ότι κινούμενοι κατά μήκος του άξονα που μετρά το επίπεδο του ΑΕΠ δεν έχουμε έναν γραμμικό αλλά έναν καμπύλο «πολλαπλασιαστή».

Για τον λόγο αυτό, προκαλεί εντύπωση οτι σε ένα κείμενο του 2012 οι ερευνητές του ΔΝΤ ξαναανακαλύπτουν την, ήδη γνωστή από το 1936, αλήθεια αυτή: «Although most studies do not distinguish between multipliers in different underlying states of the economy, the effects of fiscal economy shocks on economic activity are likely nonlinear. Surprisingly few studies have tried to distinguish between multipliers in downturns and expansions» [3]. Και τούτο όχι μόνο διότι αυτή η διαφορά είναι το κύριο νόημα της κεϋνσιανής θεωρητικής πρότασης, και μπορεί να έχει ιδιαίτερη σημασία, αλλά και διότι, στην περίπτωση του «βήματος του μεθυσμένου» ή της καμπυλοκυρτότητας, είναι δυνατόν να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν πρόκειται καν για «πολλαπλασιαστή» αλλά απλά για μία απλή απεικόνιση της παράλληλης κίνησης, μέσα στον χρόνο, δύο μεταβλητών, μεταξύ των οποίων είτε δεν υπάρχει αιτιακός αλληλοπροσδιορισμός, είτε, αν υπάρχει, είναι διαφορετικός από αυτόν που περιγράφει η κλασσική κεϋνσιανή θεωρία. (Στην συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδας, δηλαδή, αυτό που θα μπορούσε να υποθέσει κανείς είναι ότι ο «πολλαπλασιαστής» είναι καμπύλος με την έννοια ότι μετά από ένα επίπεδο δημοσιονομικής διόγκωσης και αύξησης του χρέους οι τιμές του μηδενίζονται ή καταρρέουν όσον αφορά την περαιτέρω αυτόνομη δημοσιονομική διεύρυνση και γιγαντώνονται όσον αφορά την δημοσιονομική σύστολή. Και αυτό, όμως, είναι μία απλή «οπτική» ερμηνεία της συμπεριφοράς του, που απαιτεί μεγαλύτερη θεωρητική υποστήριξη). Οι εξεζητημένες οικονομετρικές τεχνικές που χρησιμοποιούν διάφορες έρευνες για να συνάγουν μικρούς ή μεγάλους πολλαπλασιαστές, πάντως, στην πραγματικότητα δεν αποδεικνύουν κατά κανένα τρόπο την αιτιακή σχέση μεταξύ των μεταβλητών που εξετάζουν.[4] Όπως είναι γνωστό «correlation does not imply causation» και εκείνος που θα βρεί την μέθοδο που θα εντοπίζει την κατεύθυνση της αιτιότητας θα πάρει την θέση του στην ιστορία των μαθηματικών δίπλα στον Ευκλείδη, τον Descartes και τον Gauss. Προς το παρόν, λοιπόν, η λειτουργία του φαινομένου του «πολλαπλασιαστή» συνάγεται μετα-στατιστικά με βάση την θεωρία που την υποστηρίζει.

Έστω, όμως, και μετά την όψιμη παραδοχή αυτού που ήταν ήδη γνωστό από το 1936, ότι δηλαδή οι «πολλαπλασιαστές» ποικίλλουν ανά χώρα αλλά και ανά περίοδο, το ερώτημα παραμένει: ποιες είναι οι συνθήκες μέσα στις οποίες ένας «πολλαπλασιαστής» μπορεί να λειτουργεί «γραμμικά», έστω και κατά προσέγγισιν, πράγμα που σημαίνει πως μία αυτόνομη αλλαγή στο επίπεδο της δημοσιονομικής δαπάνης θα έχει μία σχετικά προβλέψιμη επίδραση στο επίπεδο του εισοδήματος; Η απάντηση στο εν λόγω ερώτημα υπάρχει προφανώς στο ίδιο σύστημα ιδεών που μας έδωσε και την ιδέα του «πολλαπλασιαστή». Το περιβάλλον στο οποίο ισχύει κάτι τέτοιο είναι το περιβάλλον το οποίο περιγράφει η «Γενική Θεωρία» του Κέυνς που ασχολείται με τις διακυμάνσεις του «επιχειρηματικού κύκλου» (τον οποίον ο Κέυνς στο βιβλίο του ονόμαζε και trade cycle αλλά στην συνέχεια καθιερώθηκε ως business cycle). Το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της συζήτησης για τις οικονομικές κρίσεις, έκτοτε, γίνεται με τους όρους που έθεσε ο Κέυνς, είτε με αποδοχή, είτε με απόρριψη της θεωρίας του. Βασική ιδέα που διαπερνάει όλη την «Γενική Θεωρία» (και ο ίδιος ο Κέυνς διατυπώνει ρητά στο Κεφάλαιο 22 που φέρει τον τίτλο «Notes on the Trade Cycle») είναι πως η οικονομία για να επανέλθει σε επίπεδο πλήρους απασχόλησης των συντελεστών της δεν απαιτεί δομικούς μετασχηματισμούς. Η επανεξισορρόπησή της μπορεί να επιτευχθεί ομαλά με την επιστροφή του επιπέδου των επενδύσεων στο σημείο εκείνο από το οποίο είχαν αποκλίνει, και το οποίο είναι το σημείο που εγγυάται την ομαλή αναπαραγωγή του (άριστου) κεφαλαιακού αποθέματος της οικονομίας, όταν δηλαδή η «οριακή αποδοτικότητα του κεφαλαίου» (the marginal efficiency of capital) αποκατασταθεί και οι επιχειρηματίες κρίνουν και πάλι ότι η επέκταση των δραστηριοτήτων τους θα είναι αποδοτική και κερδοφόρα μεσο-μακροχρόνια. Συνεπώς, ο κεϋνσιανός «πολλαπλασιαστής» είναι τοπικά προσδιορισμένος και η μετατροπή του σε «γραμμικό», ή σε «μέσο όρο», δεν δημιουργεί μεγάλες απώλειες όσον αφορά την ακρίβειά του.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΚΡΙΣΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΕΣ