Προσοχή στα ρομπότ δολοφόνους | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Προσοχή στα ρομπότ δολοφόνους

Πώς εξελίσσεται η συζήτηση για τα αυτόνομα όπλα
Περίληψη: 

Όλο και περισσότερο, τηλεκατευθυνόμενες μηχανές όπως τα drones (τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη) διεξάγουν πολεμικές επιχειρήσεις. Μέχρι στιγμής, οι κυβερνήσεις διατηρούν ως τους χειριστές τους ανθρώπους. Αλλά τώρα στρατοί σε όλο τον κόσμο εξελίσσουν οπλισμένα αυτόνομα ρομπότ με την ικανότητα να χρησιμοποιούν θανατηφόρα ισχύ από μόνα τους.

Η CHARLI CARPENTER είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης – Άμχερστ και η συγγραφέας δύο βιβλίων σχετικά με την προστασία των πολιτών. Γράφει σχετικά με την ανθρώπινη ασφάλεια στο μπλογκ DuckofMinerva.com.

Όλο και περισσότερο, οι μηχανές διεξάγουν πολεμικές επιχειρήσεις. Μη επανδρωμένα αεροσκάφη κάνουν αναγνωριστικές πτήσεις και χρησιμεύουν ως μηχανικά υποζύγια πάνω από αφιλόξενα εδάφη, ενώ άλλα αυτοματοποιημένα συστήματα βοηθούν γιατρούς ή εκτονώνουν εκρηκτικά. Αλλά όταν πρόκειται για οπλισμένα συστήματα, οι κυβερνήσεις έχουν μέχρι σήμερα διατηρήσει ως χειριστές τους ανθρώπους. Τώρα, στρατοί σε όλο τον κόσμο προχωρούν στην ανάπτυξη ενόπλων αυτόνομων ρομπότ με ικανότητα να χρησιμοποιούν θανατηφόρα ισχύ από μόνα τους.

Σύμφωνα με μια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών [1], το Ισραήλ, η Νότια Κορέα, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναπτύξει οπλικά συστήματα με διάφορους βαθμούς αυτονομίας [2]. Από το 2010, για παράδειγμα, ένοπλα ρομπότ φρουροί με αυτόνομους αισθητήρες και συστήματα στόχευσης κάνουν περιπολίες στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη της Νότιας Κορέας. Αν και οι άνθρωποι είναι ακόμα πίσω από τα χειριστήρια, το στρατιωτικό δόγμα αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο για πλήρως αυτόνομα όπλα στο μέλλον. Η Οδηγία του Αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας για τα Αυτόνομα Όπλα [3] επιτρέπει στους υφυπουργούς Άμυνας, σε ορισμένες περιπτώσεις, να παρακάμψουν τον κανόνα ότι τα όπλα παραμένουν υπό νοήμονα ανθρώπινο έλεγχο. Και οι μηχανές εξαπλώνονται: Η Ινδία είναι η τελευταία χώρα που ξεκινά ανοιχτά ένα πρόγραμμα [4] για να αναπτύξει πλήρως αυτόνομους ρομποτικούς στρατιώτες.

Η προοπτική τής σταδιακής ανάθεσης σε μηχανές τής απόφασης για έναν φόνο έχει κάνει έναν αυξανόμενο αριθμό ειδικών της ρομποτικής, ηθικολόγους, και, τώρα, ένα διακρατικό δίκτυο υποστηρικτών τής ανθρώπινης ασφάλειας [5] και κυβερνήσεις να αισθάνονται άβολα. Ανησυχούντες επιστήμονες συγκρότησαν τη Διεθνή Επιτροπή για τον Έλεγχο Ρομποτικών Όπλων (International Committee for Robot Arms Control) το 2009. Το 2012, οι ΜΚΟ άρχισαν να εκφράζουν την ανησυχία τους [6] και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) δημοσίευσε μια έκθεση σχετικά με τους κινδύνους των πλήρως αυτόνομων όπλων. Και τον περασμένο Απρίλιο, η Εκστρατεία για να Σταματήσουν τα Ρομπότ Φονιάδες (Campaign to Stop Killer Robots) [7] ξεκίνησε στα σκαλιά του Κοινοβουλίου στο Λονδίνο. Υιοθετημένη από την νομπελίστα και περιβόητη αγωνίστρια κατά των ναρκών Jody Williams [8], γρήγορα εξελίχθηκε σε μια συμμαχία με πάνω από 30 Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών έκτοτε έχει εκδώσει μια έκθεση [9] καλώντας για την επιβολή μορατόριουμ στην ανάπτυξη των θανατηφόρων αυτόνομων ρομπότ.

Αυτό το νέο κίνημα είναι μοναδικό μεταξύ των εκστρατειών αφοπλισμού, δεδομένου ότι οι οργανισμοί πιέζουν εναντίον μιας κατηγορίας όπλων [10] η οποία δεν έχει ακόμη [11] αναπτυχθεί ευρέως ούτε έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να προκαλέσει μαζική ανθρωπιστική βλάβη. Οι περισσότερες επιτυχημένες απαγορεύσεις όπλων κατά το παρελθόν έχουν δικαιολογηθεί με το επιχείρημα ότι παραβιάζουν τις αρχές της διακριτότητας [12] ή της αναλογικότητας [13] του δίκαιου πολέμου. Η διακριτότητα προϋποθέτει ότι τα όπλα είναι σε θέση να πλήξουν κυρίως μαχητές. Η αναλογικότητα απαιτεί ότι τα δεινά που προκαλούνται στους μαχόμενους από τα όπλα δεν θα υπερβαίνουν αυτά που θεωρούνται στρατιωτικά αναγκαία. Νάρκες, χημικά όπλα και πυρομαχικά διασποράς απαγορεύθηκαν με επιτυχία, δεδομένου ότι το ανθρωπιστικό κόστος έδειξε ότι δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν με διακριτό τρόπο. Αλλά, λίγα όπλα έχουν απαγορευτεί προληπτικά με βάση την βλάβη που ίσως να προκαλέσουν, ακριβώς επειδή είναι δύσκολο να γίνει μια τέτοια εκτίμηση υποθετικά. Τα μόνα δύο είδη όπλων που έχουν απαγορευτεί προληπτικά – οι διασπώμενες σφαίρες [14] και τα λέιζερ που τυφλώνουν [15] - τέθηκαν εκτός νόμου αποκλειστικά και μόνο επειδή απέτυχαν στο δεύτερο τεστ: είχαν στόχο να προκαλέσουν «περιττό τραυματισμό».

Στην περίπτωση των αυτόνομων οπλικών συστημάτων, καμιά από τις παραπάνω υποθέσεις δεν είναι τόσο σαφής. Οι ακτιβιστές υποστηρίζουν ότι τα όπλα αυτά δεν διαθέτουν την επίγνωση της κατάστασης [16] για να συμμορφωθούν με το ανθρωπιστικό δίκαιο, θα μπορούσαν να αυξήσουν τα επίπεδα των ένοπλων συγκρούσεων [17] δεδομένης της ευκολίας χρήσης τους, και θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την υφιστάμενη νομοθεσία περί πολέμου [9] με το να περιορίσουν τον καταλογισμό για τα λάθη. Αλλά οι υποστηρικτές των αυτόνομων συστημάτων υποστηρίζουν ότι οι ανησυχίες αυτές είναι υποθετικές. Μέχρις ότου αναπτυχθούν τα όπλα, υποστηρίζουν, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα τι ζημιά θα προκαλέσουν στην πραγματικότητα. Οι υποστηρικτές τους αναμένουν ότι οι διασφαλίσεις θα είναι επαρκείς και ότι οι ρομποτικοί στρατιώτες θα μπορούσαν να κάνουν κάποιο καλό [18], δεδομένου ότι με την χρήση τους θα μπορούσαν να προστατεύσουν τα ανθρώπινα στρατεύματα - και ίσως να διαπράξουν λιγότερα εγκλήματα πολέμου εναντίον πολιτών (στμ: σε σύγκριση με τους κανονικούς στρατιώτες). Επιπλέον, οι υποστηρικτές τους βλέπουν τις τάσεις αυτές ως αναπόφευκτες [19], θεωρώντας ότι οι Συμφωνίες Απαγόρευσης [Όπλων} απλά δεν λειτουργούν [20].

Και τα δύο στρατόπεδα διαθέτουν περισσότερες εικασίες παρά γεγονότα. Υπάρχουν λίγες σαφείς αποδείξεις ότι η αυξανόμενη απόσταση των ανθρώπινων μαχητών από τα πεδία των μαχών συμβάλλει στην αύξηση των διεθνών ένοπλων συγκρούσεων, οι οποίες έχουν μειωθεί γενικά [21] μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά ούτε υπάρχουν στοιχεία που να υποστηρίζουν την ιδέα ότι τα αυτόνομα όπλα θα ήταν κατ’ ανάγκην πιο ανθρωπιστικά από τους ανθρώπους. Τέτοιες εικασίες συχνά βασίζονται σε ανέκδοτα [22] περί της ανθρώπινης τάσης για εγκλήματα πολέμου, αλλά παραβλέπουν μελέτες για την συνολική συμμόρφωση των στρατιωτών με τις Συμβάσεις της Γενεύης, οι οποίες δείχνουν ότι οι ένοπλες ομάδες γενικά όντως ακολουθούν τους κανόνες [23], όπως το να μην στοχεύουν αμάχους, δεδομένης της δέουσας δυναμικής των μικρών μονάδων και των νομιμοφρόνων διαταγών από την κορυφή.