Το καλύτερο υποθετικό σενάριο για τη Συρία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το καλύτερο υποθετικό σενάριο για τη Συρία

Η κυβέρνηση Ομπάμα πρέπει να χρησιμοποιήσει στρατιωτικά πλήγματα για να κερδίσει συνομιλίες
Περίληψη: 

Η σύγκρουση στη Συρία θα τελειώσει μόνο με μια πολιτική λύση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη που διαθέτουν - μέσω συνεχούς πίεσης και των επικείμενων στρατιωτικών επιθέσεων – ώστε να βοηθήσει όλες τις πλευρές να έρθουν στο τραπέζι των συνομιλιών και να πιέσουν για τη μεταβίβαση της εξουσίας, όσο απίθανο κι αν μοιάζει αυτή τη στιγμή ένα τέτοιο αποτέλεσμα.

Η GAYLE TZEMACH LEMMON [1] είναι βασική συνεργάτις για τις Γυναίκες και την Εξωτερική Πολιτική στο Council on Foreign Relations.

Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα δήλωσε ότι η χρήση των χημικών όπλων στη Συρία θα αποτελέσει την κόκκινη γραμμή, η οποία θα «άλλαζε τους υπολογισμούς μου, η οποία θα άλλαζε τον τρόπο που σκέφτομαι». Η αποφασιστικότητά του δοκιμάστηκε για πρώτη φορά φέτος την άνοιξη, όταν, αφού ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ είχε πιθανόν χρησιμοποιήσει χημικά όπλα κατά των αντιπάλων του, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι θα παράσχει μικρά όπλα στους αντάρτες. Το απρόθυμο Κογκρέσο ανέχτηκε την παράδοση των όπλων, κάτι που φαινόταν να θέτει τέλος στο θέμα. Αλλά τώρα, η κυβέρνηση Ομπάμα, δοκιμάζεται για ακόμη μια φορά. Καθώς οι ενδείξεις πληθαίνουν ότι το καθεστώς Άσαντ ξεκίνησε μια μαζική επίθεση με χημικά όπλα την περασμένη εβδομάδα, ο Ομπάμα μπορεί είτε να δεσμευτεί πλήρως να εμπλακεί στην αιματηρή σύγκρουση ή να αποφασίσει να μείνει έξω από αυτήν οριστικά. Από ό,τι φαίνεται, η δεύτερη επιλογή δεν υπάρχει στο τραπέζι. Αλλά ακριβώς το πόσο μακριά θα μπορούσαν να φθάσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, είναι ακόμα ασαφές.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών, οι προεδρικοί σύμβουλοι Εθνικής Ασφαλείας συσκέπτονται μετά μανίας για να εξετάσουν πιθανές στρατιωτικές απαντήσεις στη χημική επίθεση. Την Παρασκευή, το αμερικανικό Πεντάγωνο επιβεβαίωσε ότι οι αμερικανικές δυνάμεις Ναυτικού ήδη κινούνται πιο κοντά στις ακτές της Συρίας στην περίπτωση που ο Λευκός Οίκος αποφασίσει να χτυπήσει το καθεστώς Άσαντ με πυραύλους Tomahawk. Και τη Δευτέρα, ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι αποκάλεσε την «αδιάκριτη σφαγή των αμάχων» ως μια «ανήθικη αισχρότητα», και προειδοποίησε ότι «ο Ομπάμα πιστεύει ότι πρέπει να υπάρξει λογοδοσία για όσους θα χρησιμοποιούν τα πιο ειδεχθή όπλα τού κόσμου ενάντια στους πιο ευάλωτους ανθρώπους τού κόσμου». Λίγες στιγμές αργότερα, ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζέι Κάρνεϊ σημείωσε ότι η κυβέρνηση «αναζητά τρόπους αντίδρασης» στις επιθέσεις με χημικά, οι οποίες είναι ένα «ξεχωριστό πρόβλημα που απαιτεί μια λύση».

Σε αυτό το σημείο, βέβαια, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της στρατιωτικής επέμβασης είναι ήδη πολύ γνωστά. Από τη μια πλευρά, όπως έχουν υποστηρίξει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και άλλοι, η συμμετοχή των ΗΠΑ θα μπορούσε να αποτρέψει την ήττα των ανταρτών, να παράσχει υποστήριξη σε μετριοπαθείς συμμάχους, να αποτρέψει την κατάρρευση του κράτους και να βοηθήσει να αποτραπεί μια προσφυγική κρίση. Από την άλλη, όπως και οι Αμερικανοί επικεφαλής του στρατού έχουν υπαινιχθεί σε επιστολές προς το Κογκρέσο, η παρέμβαση θα είναι δαπανηρή, ενδεχομένως αιματηρή και πιθανόν μάταιη - μια επανάληψη, θα μπορούσαμε να πούμε, του Ιράκ και του Αφγανιστάν, που μέχρι σήμερα δεν έχουν επιφέρει ούτε τη νίκη στις Ηνωμένες Ηνωμένες Πολιτείες, ούτε την σταθερότητα στην περιοχή.

Μέχρι τώρα, βέβαια, η άποψη του Πενταγώνου – ότι η υπερβολική εμπλοκή στη σύγκρουση θα δημιουργήσει πρόβλημα στις Ηνωμένες Πολιτείες - έχει επικρατήσει. Όμως, η ισορροπία άρχισε να μετατοπίζεται στα μάτια του Ομπάμα, όταν μπήκαν στο παιχνίδι τα χημικά όπλα. Τον περασμένο Μάρτιο, είχαν έρθει στην επιφάνεια πληροφορίες ότι η συριακή κυβέρνηση είχε χρησιμοποιήσει τέτοια όπλα σε μια επίθεση κοντά στη συριακή πόλη Χαλέπι. Τον Απρίλιο, ο Λευκός Οίκος απηύθυνε μια επιστολή προς το Κογκρέσο δηλώνοντας ότι «οι υπηρεσίες πληροφοριών αξιολογούν πληροφορίες διαφορετικής αξιοπιστίας που δείχνουν ότι το συριακό καθεστώς έχει χρησιμοποιήσει χημικά όπλα σε μικρή κλίμακα στη Συρία». Ο Λευκός Οίκος περίμενε λίγο περισσότερο, επικαλούμενος την ανάγκη για περισσότερες αποδείξεις, αλλά τελικά ενέκρινε την αποστολή όπλων στους αντάρτες. Αυτή η πολιτική αντίληψη για τα πράγματα δεν ικανοποιεί καμία πλευρά. Για όσους υποστηρίζουν μεγαλύτερη παρέμβαση, ή τουλάχιστον μια πιο δυναμική αντίδραση των ΗΠΑ, ήταν άλλο ένα σημάδι ότι η Αμερική αντιμετώπιζε τα πράγματα με πολιτική χαλαρότητα έναντι του καθεστώτος Άσαντ και των Ιρανών συμμάχων του, που δεν υφίστανται κανένα κόστος.

Αυτή τη φορά, το μέγεθος της πιθανολογούμενης επίθεσης και οι καταγεγραμμένες επιθέσεις στην ομάδα των επιθεωρητών του ΟΗΕ στη Συρία φαίνεται να οδήγησαν τον Ομπάμα να ενεργήσει πιο γρήγορα και πιο αποφασιστικά. Λέγεται ότι λίγες μέρες μετά τις εκκλήσεις του Λευκού Οίκου για μια έρευνα σχετικά με τις επιθέσεις ακολούθησε μια συζήτηση περί των στρατιωτικών επιλογών και των κινήσεων των πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού που έγινε γνωστή στο κοινό.

Ο άλλος παράγοντας που εισέρχεται στο παιχνίδι είναι το Ιράν, το οποίο αναμφίβολα γέρνει την ζυγαριά προς την πιθανότητα δράσης. Όπως πολλοί πρώην διπλωμάτες των ΗΠΑ έχουν υποστηρίξει σε μένα επί μήνες, το Ιράν παρακολουθεί πολύ στενά τις συζητήσεις στην Ουάσινγκτον. Εφόσον ο Άσαντ φαίνεται να διασχίζει την κόκκινη γραμμή ατιμώρητος, το ιρανικό καθεστώς θα αποφασίσει ότι αυτές οι γραμμές δεν έχουν σημασία - ακόμη και όταν πρόκειται για πυρηνικά όπλα. Αν οι πιθανολογούμενες επιθέσεις οδηγήσουν ανεξέλεγκτα σε μια όλο και μεγαλύτερη κλίμακα επιθέσεων, η αξιοπιστία των ΗΠΑ θα πληγεί. Και δεδομένου ότι ο νέος Ιρανός πρόεδρος, Χασάν Ρουχανί, μόλις τώρα ανέλαβε καθήκοντα στην Τεχεράνη, και οι δύο πλευρές παρακολουθούν ακόμα πιο στενά ποια είναι τα όρια του άλλης.