Πώς θα εκδιωχθεί ο Άσαντ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα εκδιωχθεί ο Άσαντ

Και γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να το προσπαθήσουν
Περίληψη: 

Ο Ομπάμα θα πρέπει να επανεξετάσει την πολιτική του για την αλλαγή τού καθεστώτος στη Συρία, κάτι που ανακοίνωσε για πρώτη φορά το 2011 κι έχει σιωπηρά αναθεωρήσει από τότε, και να κατευθύνει κάθε παρέμβαση προς την επίτευξη αυτού του στόχου αλλά και στην οικοδόμηση μιας αξιόπιστης αντιπολίτευσης. Παρά το γεγονός ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει, τα καλά νέα είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους έχουν σημειώσει μεγαλύτερη πρόοδο σε αυτό το μέτωπο από ό, τι πολλοί πιστεύουν.

O MICHAEL WEISS [1] είναι αρθρογράφος στο NOW Lebanon κι εκδότης του The Interpreter, ενός ρωσικού περιοδικού μετάφρασης και ανάλυσης.

Την Τρίτη, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι χαρακτήρισε την πρόσφατη επίθεση με χημικά στη Συρία ως «αναμφισβήτητη» πραγματικότητα - ένα θέμα που δεν μπορεί να τύχει διαφωνίας. Το ονόμασε «ηθική αισχρότητα» κι έριξε το φταίξιμο στο καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ. Η δήλωση ήταν μια απροκάλυπτη ομιλία πολέμου. Το μόνο ερώτημα τώρα είναι ποια μορφή θα πάρει αυτός ο πόλεμος και πόσο καιρό θα διαρκέσει η μάχη.

Πολλές είναι οι φήμες που κυκλοφορούν. Μια είναι ότι η κυβέρνηση Ομπάμα θα προτιμούσε μια απλή «τιμωρητική» εκστρατεία. Ορισμένες διαρροές σε συγκεκριμένο χρόνο στα μέσα ενημέρωσης φαίνεται να δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά μια τέτοια στρατηγική δεν θα επιτύχει τίποτα, αν ο στόχος είναι να αποτρέψει το καθεστώς Άσαντ να χρησιμοποιήσει ξανά χημικά όπλα. Κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, το Ισραήλ εξαπέλυσε έξι-επτά χειρουργικές επιθέσεις στις κρύπτες προηγμένων όπλων στο εσωτερικό της Συρίας, πιθανόν επειδή προορίζονταν για την Χεζμπολάχ στο Λίβανο. Ο ίδιος ο αριθμός των επιχειρήσεων πιστοποιεί πόσο λίγο έχει αλλάξει νοοτροπία ο Άσαντ: εξακολουθεί να εισάγει υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό.

Ένα άλλο φημολογούμενο σχέδιο, το οποίο αναφέρθηκε από το NBC, το οποίο επικαλέστηκε ανώτατους αξιωματούχους των ΗΠΑ, είναι ότι οι επιχειρήσεις των επόμενων ημερών δεν θα έχουν ως στόχο να σκοτώσουν τον Άσαντ ή να ανατρέψουν το καθεστώς του, αλλά μπορεί να επιδιώξουν την καταστροφή ή την υποβάθμιση των εγκαταστάσεων διοίκησης και ελέγχου, των συστημάτων πυροβολικού και των αεροδρομίων. Αυτό είναι σίγουρα μια έξυπνη επιλογή, υπό την προϋπόθεση ότι τα πλήγματα δεν θα είναι μόνο όσα χρειάζονται για να «σταλεί ένα μήνυμα», και ότι θα επιφέρουν κάποια μόνιμη βλάβη στην στρατιωτική υποδομή τού καθεστώτος. Οτιδήποτε λιγότερο από αυτό θα ήταν στρατηγικά άχρηστο και σπατάλη ακριβών πυραύλων.

Πράγματι, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα θα πρέπει να επανεξετάσει την πολιτική του για την αλλαγή τού καθεστώτος στη Συρία, κάτι που ανακοίνωσε για πρώτη φορά το 2011 κι έχει σιωπηρά αναθεωρήσει από τότε. Και θα πρέπει να κατευθύνει κάθε παρέμβαση προς την προώθηση αυτής της πολιτικής, σε αρμονία με ό, τι έχουν πει ορισμένοι στρατηγικοί σύμμαχοι των Αμερικανών ότι είναι η δική τους προτιμώμενη μέθοδος για την εκδίωξη της 40χρονης καταπιεστικής δικτατορίας: την σταδιακή ανάληψη του ελέγχου από την αντιπολίτευση. Σε αντίθεση με ό,τι λέγεται, υπάρχουν ήδη παραδείγματα ότι αυτό μπορεί να λειτουργήσει στη Συρία.

ΤΟ ΣΤΡΙΜΩΓΜΑ

Ο ευκολότερος τρόπος για να επιτευχθεί αλλαγή του καθεστώτος δεν αποτελεί μυστικό για τους πολιτικούς ή τους σχεδιαστές του πολέμου στο Πεντάγωνο. Η αρχική του φάση θα μπορούσε να ονομαστεί απομόνωση του καθεστώτος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να υποβαθμίσουν ή να καταστρέψουν την ικανότητα εναέριου ανεφοδιασμού τού καθεστώτος Άσαντ. Αυτό δεν συνεπάγεται ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων στη Συρία. Ούτε θα σημάνει την κατάρρευση του καθεστώτος μέσα σε μια νύχτα. Αλλά θα περιόριζε την ικανότητά του να μετακινεί άνδρες και οπλισμό στο εσωτερικό της Συρίας.

Η στρατηγική αυτή θα έχει το πρόσθετο πλεονέκτημα της απομόνωσης της Συρίας από τους συμμάχους της. Ο Martin Dempsey, Αρχηγός ΓΕΕΘΑ των ΗΠΑ, έχει υποβαθμίσει επανειλημμένα τη σημασία της Συριακής Πολεμικής Αεροπορίας, υποστηρίζοντας, για παράδειγμα, ότι από όλους τους θανάτους στη Συρία, στα δυόμισι χρόνια του πολέμου, μόνο το ένα δέκατο περίπου έχουν προκληθεί από ρουκέτες και βόμβες από αεροσκάφη τού Άσαντ. Αλλά, αυτό το στατιστικό στοιχείο δεν λαμβάνει υπόψη μια πιο σημαντική πτυχή τής χρήσης των αεροδρομίων, των ελικοπτέρων και των αεροπλάνων από το καθεστώς: τα ρωσικά και ιρανικά στρατιωτικά και εμπορικά αεροπλάνα που έρχονται καθημερινά για να ξεφορτώσουν όπλα (μερικά από αυτά είναι εναέρια ή θαλάσσια αμυντικά συστήματα), πυρομαχικά και προσωπικό. Το Ιράν εκτιμάται ότι δαπανά γύρω στα 500 εκατομμύρια δολάρια το μήνα για να κρατήσει τον σύμμαχό του στη ζωή.

Κατά συνέπεια, το Ιράν έχει πρακτικά κληρονομήσει την υπόθεση ασφάλειας της Συρίας. Σύμφωνα με την παραδοχή των ίδιων των Σύρων αξιωματούχων ασφαλείας, το Ιράν και η Χεζμπολάχ έχουν βοηθήσει τη Δαμασκό να δημιουργήσει μια ισχυρή σεκταριστική πολιτοφυλακή 100.000 ανδρών που ονομάζεται Δύναμη Εθνικής Άμυνας, χωρίς την οποία, όπως συμπέρανε η Wall Street Journal στις 26 Αυγούστου, οι πρόσφατες νίκες του καθεστώτος στην Χομς απλώς δεν θα ήταν εφικτές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το Ιράν έχει φέρει ακόμη και κληρωτούς της Δύναμης Εθνικής Άμυνας στην Τεχεράνη, όπου εκπαιδεύονται στον ανταρτοπόλεμο. Επειδή όλα τα σύνορα της Συρίας – εκτός εκείνων με το Λίβανο - είτε ελέγχονται από τους αντάρτες (Τουρκία, Ιορδανία) ή εποπτεύονται άνετα από αυτούς (Ιράκ), οι επίγειες μεταφορές εξοπλισμού και προσωπικού είναι όλο και λιγότερο συχνές. Αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τα φορτία που φθάνουν μέχρι το Διεθνές Αεροδρόμιο της Δαμασκού και την αεροπορική βάση Mezze, η οποία ελέγχεται από την Τέταρτη Μεραρχία Τεθωρακισμένων στα νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας.

Συνεπώς, είναι τόσο απλό: αν ελέγξει κανείς τους διαδρόμους προσγείωσης, τα ιρανικά και ρωσικά αεροπλάνα δεν θα μπορούν να προσγειωθούν, ούτε τα συριακά αεροπλάνα να απογειωθούν.