Η οικονομική άνθηση της Αφρικής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η οικονομική άνθηση της Αφρικής

Γιατί οι απαισιόδοξοι και οι αισιόδοξοι έχουν και οι δύο δίκιο

Ωστόσο, ακόμη και αν οι δύο αφηγήσεις είναι περιοριστικές, η άποψη των αισιόδοξων για το μέλλον της Αφρικής είναι τελικά πιο εύστοχη και πιο πιθανό να επιβεβαιωθεί από τις εξελίξεις, κατά τις επόμενες δεκαετίες. Η Αφρική θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια στην εν εξελίξει πορεία της προς την ευημερία, ειδικά όταν πρόκειται για τη βελτίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου της: την εκπαίδευση, τις δεξιότητες και την υγεία του πληθυσμού της. Όμως, η επιτυχία των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων και το αυξανόμενο άνοιγμα των κοινωνιών της, που τροφοδοτείται εν μέρει από τις νέες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών, προσφέρουν στην Αφρική μια καλή ευκαιρία να επιτύχει βιώσιμη ανάπτυξη και μείωση της φτώχειας στις επόμενες δεκαετίες.

ΑΝΑΚΑΜΨΗ

Μετά από αρκετές χαμένες δεκαετίες, κατά τις οποίες το χρέος, οι ασθένειες, η πείνα, και ο πόλεμος αποτελούσαν βαρίδια για την ανάπτυξη της Αφρικής, τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται, στα τέλη του 1990. Μέχρι στιγμής, τα κέρδη έχουν αποδειχθεί ανθεκτικά. Παρά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και τα παρατεταμένα αποτελέσματά της, οι οικονομίες τής υποσαχάριας Αφρικής αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 4,7% ετησίως, μεταξύ 2000 και 2011. Αυτή η πολύ καλή επίδοση είχε ως αποτέλεσμα την πρώτη γενική μείωση του ποσοστού της φτώχειας στην περιοχή, από το 1970, από 58% το 1999, σε 47,5% το 2008. Αυτές οι θετικές τάσεις είναι ευρέως διαδεδομένες, με κάθε τμήμα τής περιοχής να έχει επωφεληθεί. Και οι αλλαγές δεν περιορίζονταν σε ορισμένους τομείς τής οικονομίας: εξαγωγείς πετρελαίου όπως η Αγκόλα και η Νιγηρία βρίσκονται σε άνθηση, αλλά το ίδιο ισχύει και για εισαγωγείς πετρελαίου, όπως η Αιθιοπία και η Ρουάντα. Δεν έχουν επωφεληθεί όλα τα κράτη εξίσου, βεβαίως. Ευάλωτα κράτη όπως το Μπουρούντι και η Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής, που εξακολουθούν να παλεύουν να ανακάμψουν από βίαιες συγκρούσεις, έχουν καταγράψει μόνο μέτρια αύξηση.

Η ανάκαμψη της Αφρικής έχει πολλές αιτίες, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης της εξωτερικής βοήθειας (εν μέρει από την ελάφρυνση του χρέους), την άνθηση της παγκόσμιας οικονομίας μέχρι το 2008, και τις υψηλές τιμές των βασικών αγαθών. Αλλά, το πιο σημαντικό ήταν η βελτίωση των μακροοικονομικών πολιτικών σε όλη την υποσαχάρια Αφρική, η οποία έχει εμπνεύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και των καταναλωτών. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη ετήσια έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για την «Πολιτική των χωρών και την Αξιολόγηση των Θεσμών», οι συνολικές μακροοικονομικές επιδόσεις της περιοχής είναι πλέον στο ίδιο επίπεδο με εκείνη των αναπτυσσόμενων χωρών σε άλλες περιοχές. Χάρη σε σοβαρές μακροοικονομικές πολιτικές, οι αφρικανικές χώρες έχουν επωφεληθεί από την έκρηξη των τιμών των αγαθών που κορυφώθηκε πριν από την παγκόσμια οικονομική κρίση, και απέφυγαν την κατάρρευση, όταν οι τιμές των βασικών προϊόντων κατρακύλησαν. Για παράδειγμα, στις αρχές του 2008, όταν η διεθνής τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, ορισμένοι εξαγωγείς πετρελαίου στην περιοχή, όπως η Αγκόλα, η Γκαμπόν και η Νιγηρία, προγραμμάτισαν τους προϋπολογισμούς τους, ωσάν οι τιμές τού πετρελαίου να ήταν μόλις 65 δολάρια το βαρέλι. Όταν η τιμή έπεσε τελικά στο επίπεδο αυτό, το φθινόπωρο του 2008, οι χώρες αυτές δεν πιάστηκαν εξ απίνης και διέθεταν ένα «μαξιλάρι» για να τις προστατεύσει.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι περισσότερες χώρες συνέχισαν να εφαρμόζουν συνετές οικονομικές πολιτικές. Μερικές, μάλιστα, επιτάχυναν τις μεταρρυθμίσεις τους. Εν μέρει ως αποτέλεσμα των προσπαθειών αυτών, οι αφρικανικές οικονομίες συνέχισαν να επεκτείνονται σε όλη τη διάρκεια της παγκόσμιας ύφεση, και η υποσαχάρια Αφρική έχει διατηρήσει ένα μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης περίπου 5% από τότε, παρά τη συνεχιζόμενη αστάθεια στην παγκόσμια οικονομία.

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Εν πολλοίς, η μεγάλη βελτίωση της μακροοικονομικής πολιτικής που ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 μπορεί να αποδοθεί σε δύο παράγοντες. Πρώτον, με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η πολιτική στην Αφρική έγινε πιο ελεύθερη, πιο ζωντανή και πιο ανοικτή σε ομάδες που ήταν προηγουμένως περιθωριοποιημένες. Όσο μειωνόταν η στήριξη από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή τη Σοβιετική Ένωση, τα αυταρχικά καθεστώτα άρχισαν να χάνουν τον μονοπωλιακό έλεγχο της εξουσίας. Οι εκκλήσεις για πολυκομματική δημοκρατία διαχέονταν όλο και ευρύτερα, και ορισμένες χώρες στην περιοχή οργάνωναν όντως ανταγωνιστικές εκλογές. Τέτοια ανοίγματα ήταν περιορισμένα, οπωσδήποτε, αλλά προσέφεραν βήμα σε πολλά τμήματα των αφρικανικών κοινωνιών που ήταν προηγουμένως στο περιθώριο, όπως οι φτωχοί αγρότες στις αγροτικές περιοχές. Από τα μέσα τής δεκαετίας του 1990, οι ομάδες αυτές επωφελούνται όσο η πολιτική γίνεται πιο ανταγωνιστική, τα μέσα ενημέρωσης γίνονται πιο ελεύθερα και η τεχνολογία των επικοινωνιών εξαπλώνεται γρήγορα, ιδιαίτερα από το 2000 και μετά. Σε αρκετές χώρες, όπως η Γκάνα, η Νιγηρία, η Τανζανία και η Ουγκάντα, αυτές οι πολιτικές αλλαγές έφεραν στην εξουσία και ικανότερους ηγέτες, πρόθυμους να τοποθετήσουν σε ανώτερες θέσεις στην κυβέρνηση τεχνοκράτες εκπαιδευμένους σε σύγχρονες οικονομίες, αντικαθιστώντας τους γραφειοκράτες που είχαν πολιτικές διασυνδέσεις, αλλά ήταν λιγότερο καλά εκπαιδευμένοι, οι οποίοι καταλάμβαναν συχνά παρόμοιες θέσεις σε προηγούμενα καθεστώτα.