«ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ 2020»: ΑΞΟΝΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ «ΗΠΙΑΣ ΙΣΧΥΟΣ» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

«ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ 2020»: ΑΞΟΝΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ «ΗΠΙΑΣ ΙΣΧΥΟΣ»

Υπό αυτή την έννοια, ο εξορθολογισμός στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής μέσω της εφαρμογής πρακτικών ήπιας ισχύος που προτείνεται με το παρόν Κείμενο Θέσεων αντιτίθεται τόσο στο status quo της πολιτικής αδράνειας όσο και της «πυροσβεστικής» και εκ των υστέρων αντιδραστικής πολιτικής προσέγγισης, που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της άσκησης Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής, ιστορικά. Ουσιαστικά, οι προτεινόμενες προτεραιότητες αλλάζουν την παραδοσιακή αντίληψη στην άσκηση Εξωτερικής Πολιτικής, όπως αυτή ήταν γνωστή ως σήμερα, προσφέροντας τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα εθνικά οφέλη μέσω μιας ενεργού άσκησης εξωτερικής πολιτικής με έμφαση την δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην ανάπτυξη της Ελληνικής κοινωνίας (εργαλειακή Εξωτερική Πολιτική [9]).

Η «Στρατηγική 2020» προτείνει ο νέος στρατηγικός σχεδιασμός της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής να εστιάσει σε ένα άξονα τριών θεματικών προτεραιοτήτων σχετιζομένων με την ήπια ισχύ.

Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ

Πρώτον η Ελλάδα μπορεί να θέσει ως προτεραιότητα την άσκηση συγκροτημένης «οικονομικής διπλωματίας». Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνική Διπλωματία μπορεί να προσλάβει τη μορφή «Εθνικού Αντιπροσώπου» της Ελληνικής Οικονομίας σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο με έναν πιο συντονιστικό, συγκροτημένο και ενεργό ρόλο.
Ο όρος οικονομική διπλωματία περιλαμβάνει μια ευρεία γκάμα δραστηριοτήτων (είτε με θετικά είτε με αρνητικά μέσα) που η Εξωτερική Πολιτική μπορεί να χρησιμοποιήσει (δες, Τσαρδανίδης, 2008). Η Ελληνική διπλωματία που ήδη δραστηριοποιείται στον τομέα αυτό, παραδοσιακά, μπορεί να αποτελέσει στρατηγικό κλειδί για την ανάπτυξη τόσο της πρωτογενούς και δευτερογενούς, όσο και της τριτογενούς παραγωγής (κλάδος υπηρεσιών) της χώρας. Αυτό προϋποθέτει τη διπλωματική προώθηση οικονομικών συμφερόντων σε στοχευμένες χώρες, όπου η Ελληνική αγορά διατηρεί συγκριτικά πλεονεκτήματα. Στόχος είναι η σύναψη συμφωνιών-πακέτων αμοιβαία επωφελών, τόσο με χώρες στρατηγικά ισχυρές όσο και με χώρες μικρού οικονομικού βεληνεκούς, όπου η Ελληνική αγορά επιθυμεί να ενεργοποιηθεί δυναμικά.

Εν προκειμένω, είναι επιτακτικός ο οριζόντιος συντονισμός του Υπουργείου Εξωτερικών με άλλα υπουργεία και δημόσιους φορείς σε θέματα, όπως η αγροτική ανάπτυξη, η βιοτεχνία και βιομηχανία, η ναυτιλία, ο τουρισμός, η εκπαίδευση και η έρευνα, και η ενέργεια. Αυτό συσχετίζεται πρώτιστα με την αντίστοιχη αναδιάρθρωση των υπηρεσιών του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και με τη στελέχωσή του με κατάλληλο προσωπικό (π.χ. πρόσληψη περισσότερων εμπειρογνωμόνων με οικονομικές γνώσεις και εμπειρία) και κατ’αυτήν την έννοια τον εξορθολογισμό της οικονομικής διπλωματίας σε επίπεδο στρατηγικού σχεδιασμού.

Προσπάθειες προς μια εξορθολογισμένη κατεύθυνση, όπως η πρόσφατη πρόταση δημιουργίας Συντονιστικού Συμβουλίου Εξωστρέφειας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο, ο οριζόντιος συντονισμός υπουργείων δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα κατακερματισμό υπηρεσιών και δράσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε μια πολυφωνία (και κακοφωνία) στην προώθηση των Ελληνικών οικονομικών συμφερόντων. Για τον λόγο αυτό, προκρίνεται ο απαραίτητος αυτός συντονισμός να είναι ενταγμένος στην –κατά τον Drezner—«γραμμή εντολών» που θα πηγάζει από έναν κεντρικό στρατηγικό σχεδιασμό της Ελληνικής διπλωματίας.

Παράλληλα, στο πλαίσιο της «Στρατηγικής 2020» για την οικονομική διπλωματία, προτείνεται η θεσμοθέτηση μεγαλύτερης εμπλοκής οικονομικών ενδιαφερομένων μερών (όπως είναι οι μεγάλες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, παραγωγικοί συνεταιρισμοί και πρότυπες μονάδες) στον στρατηγικό σχεδιασμό αλλά και στην εφαρμογή του. Έναν συναφή τομέα που οφείλει να ενσωματωθεί σε έναν κεντρικό στρατηγικό σχεδιασμό αποτελούν οι διασυνοριακές/διαπεριφερειακές εμπορικές σχέσεις, και για τον λόγο αυτόν η Ελληνική διπλωματία οφείλει να αξιοποιήσει, θεσμικά, ενδιαφερόμενα μέρη σε επίπεδο περιφερειών και τοπικής αυτοδιοίκησης.

Β. ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ

Η δεύτερη εστίαση είναι στη θεσμοθέτηση και στρατηγική ενσωμάτωση της «δημόσιας διπλωματίας» στην Εξωτερική Πολιτική, η οποία συνιστά μια νευραλγικής σημασίας διάσταση στην άσκηση της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής και περιλαμβάνει την στρατηγική επικοινωνία της τελευταίας με ξένα ακροατήρια όπως η κοινή γνώμη, τα ΜΜΕ, οι ΜΚΟ, τα πανεπιστήμια και η πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η τοπική αυτοδιοίκηση και άλλοι φορείς της κοινωνίας πολιτών. Ένα μέρος της δημόσιας διπλωματίας συνίσταται στη σύνδεση των φορέων αυτών με τους αντίστοιχους ελληνικούς. Σε κάθε περίπτωση, «η δημόσια διπλωματία οφείλει να είναι διηνεκής και ολιστική για να είναι αποτελεσματική στη παγκόσμια πάλη αντιλήψεων και θελήσεων» (Armstrong, 2009).

Οι μορφές που μπορεί να πάρει η άσκηση δημόσιας διπλωματίας χρειάζονται, ουσιαστικά, την συγγραφή ενός ξεχωριστού Κειμένου Θέσεων για να παρουσιαστούν στο σύνολό τους. Ωστόσο, πρέπει να τονίσουμε, το ισχυρό όπλο της Ελληνικής διπλωματίας, που είναι ο Ελληνικός Πολιτισμός και η Ελληνική γλώσσα. Η Ελληνική δημόσια διπλωματία οφείλει να στηρίζει ιδιωτικές πρωτοβουλίες διάδοσης του Ελληνικού κλασσικού και σύγχρονου Πολιτισμού με την βαρύτητα που διαθέτει η Ελληνική Δημοκρατία. Ιδιαίτερης σημαντικότητας είναι η προώθηση της «Διπλωματίας των Πολιτών», ο στρατηγικός συντονισμός προγραμμάτων μαθητικών και φοιτητικών ανταλλαγών, και η εν γένει ακαδημαϊκή συνεργασία και συνέργεια με άλλα πανεπιστήμια χωρών στρατηγικού ενδιαφέροντος (π.χ. κοινά ακαδημαϊκά προγράμματα, κοινά μετα-διδακτορικά ερευνητικά έργα και στοχευμένη συνεργασία με ερευνητικά κέντρα και δεξαμενές σκέψης χωρών γεωγραφικού ενδιαφέροντος), κάτι που θα ονομάζαμε «ακαδημαϊκή διπλωματία» και εντάσσεται στην δημόσια διπλωματία. Τέλος, ένα ισχυρό όπλο της Ελληνικής διπλωματίας είναι η Ελληνική διασπορά, η οποία μπορεί να διαδραματίσει νευραλγικό ρόλο και συγκριτικό πλεονέκτημα στην άσκηση δημόσιας διπλωματίας της Ελλάδας. Προτείνεται η ενσωμάτωση της ομογενειακής και προξενικής πολιτικής στο θεσμικό πλαίσιο της Ελληνικής δημόσιας διπλωματίας.