Το νέο παραγωγικό πρότυπο που πρέπει να έχει η Ελλάδα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το νέο παραγωγικό πρότυπο που πρέπει να έχει η Ελλάδα

Ποια είναι η νέα βιομηχανική πολιτική τής Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ιδιαίτερη σημασία δίνεται πλέον στον τομέα του χάλυβα - που απασχολεί 360.000 άτομα με κύκλο εργασιών περίπου 170 δισ. ευρώ- και θεωρείται υπόδειγμα τεχνολογικής τεχνογνωσίας, και ως εκ τούτου, πρέπει να προστατευτεί με άμεση λήψη μέτρων, προκειμένου να αποφευχθεί η μετεγκατάσταση των βιομηχανιών εκτός της ΕΕ (στις 11 Ιουνίου η Επιτροπή ανακοίνωσε σχέδιο δράσης για το Χάλυβα).

Η βιομηχανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στηριζόμενη στους τέσσερις πυλώνες που προτείνει η Επιτροπή, μπορεί να αποδώσει καλύτερα και να αρχίσει και πάλι να αναπτύσσεται - κλείνοντας ταυτόχρονα και την ψαλίδα μεταξύ των κρατών μελών της όπου καταγράφονται μεγάλες διαφορές στη βιομηχανική επίδοση και ανησυχητικές αποκλίσεις στο εμπορικό ισοζύγιο ευρωπαϊκού Βορρά- Νότου. Οι επιδόσεις καινοτομίας στην ΕΕ βελτιώθηκαν από έτος σε έτος, παρά την συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, αλλά το καινοτομικό χάσμα μεταξύ των κρατών μελών εξακολουθεί να διευρύνεται.

Σύμφωνα με την ετήσια Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ανταγωνιστικότητα, η Ελλάδα, το 2012 κατατάσσεται στην ομάδα των χωρών που παρουσιάζουν «μη-σταθερές επιδόσεις» μαζί με τις Εσθονία, Σλοβενία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Μάλτα, Κύπρο και Λουξεμβούργο. Οι υπόλοιπες χώρες κατηγοριοποιούνται σε «έχουσες σταθερές επιδόσεις»: Γερμανία, Δανία, Φιλανδία, Σουηδία, Αυστρία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο, Γαλλία και σε «αυτές που τρέχουν να προφθάσουν τους άλλους»: Βουλγαρία, Ρουμανία, Τσεχία, Πολωνία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Λετονία και Λιθουανία.
Σύμφωνα με στοιχεία (30/05/13) της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας του International Institute for Management Development (IMD), για το έτος 2013, η Ελλάδα βρίσκεται στην 54η θέση σε σύνολο 60 χωρών, αν και βελτίωσε την παγκόσμια κατάταξή της κατά 4 θέσεις.

Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ήδη από το 2002, επεσήμαινε τους κινδύνους της αποβιομηχάνισης και την ανάγκη εγκατάστασης μιας στέρεης βιομηχανικής βάσης. Σήμερα, μετά από μια περίοδο φθίνουσας πορείας, η Ευρώπη, περισσότερο από ποτέ, χρειάζεται την πραγματική οικονομία της για να στηρίξει την ανάπτυξη και την απασχόληση. Χρειάζεται να βελτιώσει την παραγωγή και την παραγωγικότητα. Έχει άμεση ανάγκη να εκβιομηχανισθεί προς τον 21ο αιώνα, να βιώσει αυτό που ο καθηγητής Riffkin ονομάζει την «τρίτη βιομηχανική επανάσταση».

Η ιστορικά ασθενής βιομηχανικά Ελλάδα, ύστερα από μια μακρά περίοδο πτωτικής πορείας και απώλειας μεριδίων στην αγορά προϊόντων μεταποίησης, οδηγήθηκε στην πλήρη αποβιομηχάνιση που έχει σημαντικά υποβαθμίσει τις παραγωγικές της δυνατότητες και τις ποιοτικές της επιδόσεις. Όταν ήδη από το 1980 και το 1990 οι ανταγωνίστριες χώρες προχωρούσαν σε βαθιές μεταρρυθμίσεις και προετοίμαζαν τις οικονομίες τους για την ανοιχτή αγορά, η Ελλάδα παρέμενε σε αδράνεια. Και σήμερα, όσα δεν έγιναν μέσα στα προηγούμενα 30 χρόνια, είμαστε υποχρεωμένοι να τα προχωρήσουμε τους επόμενους μήνες.

Για να επιστρέψουμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, δεν αρκεί να βάλουμε τάξη μόνο στα δημοσιονομικά μας, αλλά και να επενδύσουμε σε μια σύγχρονη και αξιόπιστη βιομηχανική παραγωγή, με έμφαση στην οριοθέτηση προτεραιοτήτων σε παραγωγικούς και τεχνολογικούς τομείς.
Χρειάζεται να αναζητήσουμε την ποιοτική ανάπτυξη με επίκεντρο τη γνώση, την τεχνολογία, την καινοτομία και μοχλό την επιχειρηματικότητα εντάσεως γνώσης. Δυστυχώς όμως, τίποτε από αυτά δεν υπάρχουν σήμερα. Για αυτό ακριβώς είναι άκρως απαραίτητη η υποστήριξη από ένα ευφυές και αποτελεσματικό αναπτυξιακό κράτος.

Η πολιτεία οφείλει να λάβει τις σωστές αποφάσεις για ποιους κλάδους, ποιες περιοχές, ποιες ειδικότητες και δεξιότητες, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να δημιουργηθούν ευκαιρίες για ταχύτερη ανάπτυξη και υψηλή απασχόληση. Άλλωστε, στο μέλλον, η ανταγωνιστικότητα στη βιομηχανική παραγωγή θα εξαρτάται όλο και λιγότερο από τη μισθολογική διαφορά και συνεπώς υπάρχουν περιθώρια για αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και της ελκυστικότητας κλάδων της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, διατηρώντας παράλληλα ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο.

Όπως αναφέρει και ο αρμόδιος Επίτροπος κ. Tajani, «τα προγράμματα λιτότητας από μόνα τους δεν βοηθούν, αν παραλλήλως δεν υπάρχουν δυναμικές επενδύσεις στο βιομηχανικό τομέα».
Απαραίτητο συμπλήρωμα όλων αυτών είναι η διαμόρφωση σύγχρονων ρόλων για τους θεσμικούς συντελεστές και τους κοινωνικούς εταίρους. Πρέπει να δώσουμε έμφαση στο ρόλο του ιδιωτικού τομέα σε περιβάλλον κρίσης και εφαρμογής του νέου αναπτυξιακού οράματος που θα στηρίζεται στις παραπάνω παραδοχές.

Χρειάζεται επίσης:

- Να δημιουργήσουμε τις βάσεις για μια ανάπτυξη που δεν θα στηρίζεται στο δανεισμό και στην κατανάλωση, αλλά στην παραγωγή ποιοτικών και ανταγωνιστικών προϊόντων και υπηρεσιών.

- Να κλείσουμε το κενό μεταξύ παραγωγής και εγχώριας δαπάνης. Αυτό το κενό είναι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο ήταν ελλειμματικό για πολλές δεκαετίες και μεγάλωσε μετά την είσοδο του ευρώ.

Η προσαρμογή αυτή πρέπει να γίνει περισσότερο με αύξηση της παραγωγής και λιγότερο με μείωση της εγχώριας δαπάνης. Αυτό απαιτεί τη μέγιστη δυνατή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας για να αυξηθούν οι εξαγωγές, και την αποκατάσταση της ομαλής ροής πιστώσεων στην οικονομία για να τονωθούν οι επενδύσεις.

Οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, οι πρόσφατες δράσεις στήριξης και οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν από την ελληνική κυβέρνηση, αρχίζουν να έχουν θετικά αποτελέσματα στις ΜΜΕ και να βελτιώνουν τις οικονομικές τους συνθήκες στο μέτρο του δυνατού.