Γιατί η σύγκλιση θρέφει την σύγκρουση | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Γιατί η σύγκλιση θρέφει την σύγκρουση

Η εξομείωση θα απομακρύνει την Κίνα από τις ΗΠΑ

Στο βαθμό που υπήρξε ποτέ, η «Κιναμερική» κατέστη δυνατή από το γεγονός ότι, μολονότι οι φιλοσοφίες διακυβέρνησης των δύο κρατών ήταν ριζικά διαφορετικές, ήταν διαφορετικές με τον ίδιο τρόπο που διαφέρουν μια κλειδαριά κι ένα κλειδί. Η Κίνα λειτουργούσε σύμφωνα με την «Συναίνεση Ντενγκ» (Deng consensus), που πήρε το όνομά της από τον Κινέζο ηγέτη Ντενγκ Τσιάοπιν, ο οποίος παραμερίστηκε το 1990, αλλά το όραμα του οποίου συνέχισε να καθοδηγεί τη χώρα για πολλά χρόνια. Πρωταρχικός στόχος της ήταν να διατηρήσει την εγχώρια και διεθνή σταθερότητα αποφεύγοντας μια φιλόδοξη ατζέντα εξωτερικής πολιτικής, κι εστιάζοντας αντ' αυτού στην οικονομική ανάπτυξη μέσω των εξαγωγών και των ξένων επενδύσεων. Εν τω μεταξύ, η αντίληψη των Αμερικανών κυβερνώντων κατά τηn διάρκεια της δεκαετίας του 1990 βασιζόταν σε μια παρεμβατική εξωτερική πολιτική για την υπεράσπιση της σταθερότητας, μέσα σε μια υπό αμερικανική ηγεσία παγκόσμια τάξη στηριγμένη στο ελεύθερο εμπόριο στο εξωτερικό, και στην ανάπτυξη στο εσωτερικό. Τα δύο οράματα είχαν λίγες ομοιότητες μεταξύ τους, αλλά έρχονταν επίσης σπάνια σε ευθεία σύγκρουση. Στην πραγματικότητα, ήταν συνήθως συμπληρωματικά.

Φυσικά, κατά τηn διάρκεια αυτής της περιόδου, το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον ήταν ανταγωνιστές. Αλλά, επειδή ξεκινούσαν από πολύ διαφορετικά επίπεδα ισχύος, ο ανταγωνισμός ήταν τόσο ασύμμετρος που παρήγαγε μικρή τριβή. Επιπλέον, οι δύο δυνάμεις επιδίωκαν συνήθως αρκετά διαφορετικούς σκοπούς και στηρίζονταν σε πολύ διαφορετικά μέσα. Στην Ασία, οι Ηνωμένες Πολιτείες επικεντρώνονταν στη διατήρηση της στρατιωτικής υπεροχής τους και αντιστέκονταν σε τυχόν περιφερειακές οικονομικές πρωτοβουλίες που δεν ήταν δικής τους επινόησης - ακόμα και όταν προβάλλονταν από μία σύμμαχο όπως η Ιαπωνία, η οποία πρότεινε την δημιουργία ενός Ασιατικού Νομισματικού Ταμείου κατά την περίοδο της ασιατικής οικονομικής κρίσης, το 1997 - 98, ιδέα την οποία η Ουάσιγκτον απέρριψε. Η Κίνα, αντίθετα, προσπαθούσε να καθησυχάσει τους γείτονές της περί τής «ειρηνικής ανόδου» της, υποστηρίζοντας την πολυμερή περιφερειακή ολοκλήρωση και προσφέροντας οικονομικό μερίδιο στην άνοδο της Κίνας, μέσω εμπορικών συμφωνιών. Έξω από την Ασία, το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον κατάφεραν να μην μπλέξει ο ένας στα πόδια του άλλου: οι Ηνωμένες Πολιτείες έδωσαν προτεραιότητα στις σχέσεις τους με άλλες προηγμένες δημοκρατίες και με ενεργειακά πλούσιες χώρες της Μέσης Ανατολής, και η Κίνα επικέντρωσε τις διπλωματικές της ενέργειες στην αναζήτηση ευκαιριών στην Αφρική και την Λατινική Αμερική, περιοχές από όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποτραβηχτεί.

ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΘΕΣΕΙΣ

Η οικονομική κρίση τού 2008 έφερε το τέλος τής εποχής τής «Κιναμερικής». Βάζοντας μυαλό μετά την αμοιβαία έκθεσή τους στις συστημικές αστοχίες που οδήγησαν στην κρίση, το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον υποσχέθηκαν να εξισορροπήσουν την οικονομική σχέση τους, για την οποία θεωρούσαν και οι δύο ότι είχε γίνει ανθυγιεινή. Αλλά, καθώς επαναδιοργάνωσαν τις εσωτερικές και τις εξωτερικές πολιτικές τους ώστε να προσαρμοστούν στην ξαφνικά εύθραυστη παγκόσμια οικονομία, άρχισαν να αντανακλούν ο ένας τον άλλο με τρόπους που ενθάρρυναν περισσότερο τον ανταγωνισμό από όσο την συμπληρωματικότητα.

Στο οικονομικό πεδίο, η Κίνα κινείται πλέον μακριά από την μεγάλη της εξάρτηση από τις εξαγωγές, και προσπαθεί να τονώσει την εγχώρια κατανάλωση και να αναπτύξει μια εγχώρια οικονομία υπηρεσιών. Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενισχύουν τον μεταποιητικό τομέα τους, εν μέρει, με την προώθηση ενός φθηνού δολαρίου, μέσω ποσοτικής χαλάρωσης κι επιδότησης του τομέα τής αυτοκινητοβιομηχανίας, και ενθαρρύνοντας την ανάπτυξη των εξαγωγών μέσα από μια νέα γενιά εμπορικών συμφωνιών με τις πλούσιες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας και των κρατών τής Ε.Ε.

Οι προσπάθειες της Κίνας να ανέβει στην αλυσίδα της προστιθέμενης αξίας και οι αμερικανικές προσπάθειες για επαναβιομηχάνιση θα οδηγήσουν τις δύο χώρες σε πιο άμεσο ανταγωνισμό, καθώς η κάθε μια πλησιάζει πιο κοντά στους παραδοσιακούς τρόπους παραγωγής και κατανάλωσης του άλλου. Για παράδειγμα, η Κίνα δεν θέλει πλέον να προμηθεύει τα φθηνά εξαρτήματα ενός iPhone μόνο και μόνο για να βλέπει μια αμερικανική εταιρεία να αποκομίζει μεγαλύτερα κέρδη. Αντ' αυτού, η Κίνα ενθαρρύνει τις κινεζικές επιχειρήσεις να παίρνουν τα εξαρτήματά τους από την Huawei, μια εταιρία με έδρα την Γκουανγκντόνγκ που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία στις πωλήσεις smartphones παρόμοιων με το iPhone, αλλά τα κέρδη τής οποίας παραμένουν στην Κίνα.

Αλλά, είναι στις αντίστοιχες σχέσεις τους με τον υπόλοιπο κόσμο που οι δύο χώρες συγκλίνουν πιο δραματικά - σε ορισμένες περιπτώσεις σχεδόν αλλάζοντας τους παραδοσιακούς τους ρόλους. Η Κίνα αγωνίζεται να διαχειριστεί την ραγδαία παγκόσμια επιρροή της. Οι ελίτ τής εξωτερικής της πολιτικής τελούν σε πλήρη αναθεώρηση της κινεζικής στρατηγικής, αμφισβητώντας όλες τις «ιερές αγελάδες» τής προσέγγισης του χαμηλού προφίλ τής εποχής τού Ντενγκ, συμπεριλαμβανομένης της παραδοσιακής αποστροφής τής χώρας να παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών. Η διαδικασία αυτή ενισχύθηκε με τον ΝΑΤΟϊκό πόλεμο του 2011 για την εκδίωξη του ηγέτη τής Λιβύης Μουαμάρ αλ - Καντάφι, όταν η Κίνα είδε προς έκπληξή της πολλές αναπτυσσόμενες χώρες να ευνοούν την διεθνή επέμβαση. Η πίεση για μια λιγότερο παθητική κινεζική εξωτερική πολιτική προέρχεται από κινεζικές εταιρείες που επιζητούν προστασία σε επικίνδυνες αγορές τού εξωτερικού, από έναν μικρό πυρήνα οπαδών της παγκοσμιοποίησης που υποστηρίζουν ότι, σε έναν κόσμο όπου η Κίνα βρίσκεται εκτεθειμένη σε πολλά επικίνδυνα μέρη, το Πεκίνο πρέπει να αφήσει τους δισταγμούς του και να αναλάβει διεθνή δράση, και από ιέρακες Κινέζους πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους που πιστεύουν ότι η Κίνα θα πρέπει να είναι πιο διεκδικητική στην προστασία των συμφερόντων της στο εξωτερικό.