Το δόγμα Σαρόν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το δόγμα Σαρόν

Η μικτή κληρονομιά ενός μονομερούς Ισραηλινού

Για τους περισσότερους Άραβες, κανένας Ισραηλινός στην ιστορία δεν είναι περισσότερο συνώνυμος με την βία και τον ισραηλινό επεκτατισμό από τον Αριέλ Σαρόν. Το όνομά του φέρνει αμέσως στο νου τις χειρότερες σφαγές, τον βαθύτερο φανατισμό υπέρ τού εποικισμού και τις πιο ακραίες εθνικιστικές προκλήσεις στον Παλαιστινιακό κατάλογο των στοιχείων εναντίον τού Ισραήλ. Λιγότερο εύκολα γίνεται αντιληπτή από τους περισσότερους Άραβες η πολυπλοκότητα της κληρονομιάς τού Σαρόν και τα σημαντικά διδάγματα, τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά, που οι τελικές πολιτικές του προτείνουν για την ειρήνη.

Για το μεγαλύτερο μέρος τής ζωής του, ο Σαρόν ήταν η επιτομή τής ονομασίας «όπλο τού σιωνισμού» που του είχαν προσδώσει: η ιδέα ότι οι Εβραίοι Ισραηλινοί έχουν μια θανατερή σχέση με τους Άραβες, και πάνω απ’ όλους με τους Παλαιστίνιους, τον περιέβαλε. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος τής επαγγελματικής ζωής του οπλισμένος, πρώτα ως έφηβος στο εβραϊκό περιθώριο υπό την βρετανική κυριαρχία το 1942, και στη συνέχεια ως μαχητής Χαγκανά στην λεγόμενη «Μάχη για την Ιερουσαλήμ» το φθινόπωρο του 1948. Ο Σαρόν κέρδισε γρήγορα φήμη ως ελεύθερος σκοπευτής καταλληλότερος για αποστολές που απαιτούν σκληρότητα - πριν περάσει καιρός, είχε τοποθετηθεί επικεφαλής τής αρχικής υπηρεσίας «ειδικών επιχειρήσεων» του Ισραήλ, της Μονάδας 101.

Αυτή η ομάδα τελικά ειδικεύθηκε στις «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» επιδρομές με παλαιστινιακές ομάδες ανταρτών, οι οποίες συχνά οδήγησαν σε θανάτους αμάχων και από τις δύο πλευρές. Η πιο διαβόητη από αυτές ήταν η σφαγή στην Qibya το 1953, όταν τα στρατεύματα υπό τις διαταγές τού Σαρόν επιτέθηκαν σε ένα χωριό τής Δυτικής Όχθης και σκότωσαν 69 Παλαιστίνιους, τα δύο τρίτα των οποίων ήταν γυναίκες και παιδιά. Ο Σαρόν μετά έγραψε ότι είχαν πιστέψει ότι οι πολίτες είχαν ήδη εγκαταλείψει το χωριό όταν κατέστρεφαν τα σπίτια τους, αν και έγγραφα της εποχής διατυπώνουν αμφιβολίες για αυτόν το ισχυρισμό. Ο Σαρόν είπε στα στρατεύματά του ότι ο σκοπός τής επίθεσης ήταν «οι μέγιστοι θάνατοι και οι υλικές ζημίες», και οι εκθέσεις τόσο από τον ισραηλινό στρατό όσο και από παρατηρητές τού ΟΗΕ είναι σαφείς ότι υπήρχε μια εσκεμμένη προσπάθεια να σκοτώσει αμάχους, σε αντίθεση με την εκδοχή τού Σαρόν.

Στους συμβατικούς πολέμους τού Ισραήλ με τους αραβικούς στρατούς, ο Σαρόν γενικά θεωρείτο ως ένας αποτελεσματικός, αλλά απρόβλεπτος και απείθαρχος, διοικητής. Αλλά η ισραηλινή κοινή γνώμη έσπευσε να μεγαλοποιήσει την απόδοσή του στον πόλεμο του 1973, κατά την οποία πιστώθηκε με δημιουργικές κινήσεις που νίκησαν την Δεύτερη και την Τρίτη στρατιά τής Αιγύπτου στο κρίσιμο νότιο μέτωπο. Η πανεθνική του φήμη τον οδήγησε σε μια πολιτική σταδιοδρομία, και το 1981, ο Σαρόν έγινε υπουργός Άμυνας.

Αυτό έκανε τον Σαρόν τον de facto ανώτατο διοικητή τού Ισραήλ κατά την εισβολή τής χώρας του στον Λίβανο. Τον Σεπτέμβριο του 1982 οι δυνάμεις τού Σαρόν διευκόλυναν και, στην πραγματικότητα, επέτρεψαν μια μεγάλη σφαγή Παλαιστινίων αμάχων από λιβανικές χριστιανικές πολιτοφυλακές στα υπό ισραηλινό έλεγχο στρατόπεδα προσφύγων Σάμπρα και Σατίλα. Παρότι ο Λίβανος διεξήγαγε τις πραγματικές δολοφονίες, η ισραηλινή κυβέρνηση σε γενικές γραμμές, και ο Σαρόν ειδικότερα, θεωρούνται από τους πάντες ως υπεύθυνοι. Ως υπουργός Άμυνας του Ισραήλ εκείνη την εποχή, τα στρατεύματα που ήλεγχαν τα στρατόπεδα βρίσκονταν υπό την άμεση διοίκησή του. Η ισραηλινή επιτροπή Kahan που έκανε επίσημη έρευνα για την σφαγή θεώρησε τελικά τον ισραηλινό στρατό «έμμεσα υπεύθυνο» για την σφαγή και διαπίστωσε ότι ο Σαρόν «φέρει προσωπική ευθύνη» για το ότι δεν προέβλεψε την εντελώς προβλέψιμη σφαγή και ότι δεν έλαβε μέτρα για να την σταματήσει. Η επιτροπή συνέστησε την απομάκρυνσή του από το αξίωμα του υπουργού.

Τα πτώματα που είχαν συσσωρευτεί στη Σάμπρα και την Σατίλα καθόρισαν αμετάκλητα την φήμη τού Σαρόν για τους Άραβες και πολλούς άλλους. Για σχεδόν δύο δεκαετίες, η πολιτική σταδιοδρομία του ατόνησε. Αλλά, καθώς οι μνήμες ξεθώριασαν, βρήκε τον δρόμο του πάλι στην εύνοια του κόσμου, καλλιεργώντας ένα διευρυνόμενο εκλογικό σώμα υπερ-εθνικιστικής δεξιάς κατά την διάρκεια της πρώτης πρωθυπουργίας τού Βενιαμίν Νετανιάχου. Διαδεχόμενος τον Νετανιάχου ως επικεφαλής τού κόμματος Λικούντ, ο Σαρόν απέδειξε ότι είχε διατηρήσει το ταλέντο του για προκλήσεις. Τον Σεπτέμβριο του 2000, ο Σαρόν, συνοδευόμενος από μεγάλο αριθμό αστυνομικών και ορισμένους Ισραηλινούς εξτρεμιστές, παρέλασαν μέσα από το συγκρότημα Al-Sharif Haram, επίσης γνωστό ως το Όρος τού Ναού, και δήλωσε ότι οι άγιες μουσουλμανικές περιοχές εκεί θα παραμείνουν υπό μόνιμο ισραηλινό έλεγχο.

Στις περισσότερες παλαιστινιακές και αραβικές αφηγήσεις, αυτό θεωρείται η έναρξη της δεύτερης Ιντιφάντα. Οι πάγιες ισραηλινές αφηγήσεις, αντίθετα, υποστηρίζουν ότι ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Γιάσερ Αραφάτ την ξεκίνησε μέσω σκόπιμης παλαιστινιακής βίας μετά την αποτυχία τής διάσκεψης κορυφής στο Καμπ Ντέιβιντ το προηγούμενο καλοκαίρι. Και οι δύο εκδοχές αντικρούονται από την οριστική Έκθεση της Επιτροπής Mitchell, η οποία επικαλείται ότι η ισραηλινή συνοριακή αστυνομία έκανε χρήση πυρών εναντίον των Παλαιστινίων στο ίδιο ιερό χώρο λίγες μέρες μετά την επίσκεψη του Σαρόν. Αν ο Σαρόν προσπαθούσε να προκαλέσει ένα επεισόδιο, όπως η έκθεση Mitchell υπονοεί έντονα, σίγουρα το πέτυχε.

Η επακόλουθη έκρηξη της δεύτερης Ιντιφάντα προώθησε τον Σαρόν, επιτέλους, στην πρωθυπουργία, τον Φεβρουάριο του 2001. Η στάση του απέναντι στην σύγκρουση ήταν σκληρή σύμφωνα με τα ισραηλινά πρότυπα (ακόμα και με τα πρότυπα του Σαρόν) και εξασφάλισε ότι πολλοί περισσότεροι Παλαιστίνιοι άμαχοι θα χάσουν την ζωή τους από όσοι Ισραηλινοί. Ωστόσο, καθώς αντιμετώπιζε, ίσως για πρώτη φορά στην καριέρα του, μια σύγκρουση που σαφώς δεν είχε καμία στρατιωτική λύση, ενέκρινε, με ορισμένες επιφυλάξεις, τον αμερικανικής έμπνευσης και αιγίδας Χάρτη Πορείας για την Ειρήνη, το 2003. Και, το 2004, ο Σαρόν αναγνώρισε ρητά την ανάγκη για ένα παλαιστινιακό κράτος. Ξεκίνησε ακόμη και να αναφέρεται ευθέως στην ισραηλινή «κατοχή» των παλαιστινιακών εδαφών, κάτι που οι περισσότεροι ισραηλινοί δεξιοί σπάνια παραδέχονται.

Ο Σαρόν άλλαζε θέσεις. Αλλά γιατί; Σε γενικές γραμμές, οι Ισραηλινοί ηγέτες που έχουν περάσει από το να είναι υπέρ τής κατοχής, στην υποστήριξη ενός παλαιστινιακού κράτους ωθούνται από τον ίδιο παράγοντα: τα δημογραφικά στοιχεία. Ο Σαρόν δεν ήταν σε θέση να απαντήσει τι θα έκανε το Ισραήλ με τα 4,5 εκατομμύρια Παλαιστινίων στα κατεχόμενα - άνδρες και γυναίκες που δεν μπορούσε ούτε να ενσωματώσει ούτε να κυριαρχήσει ειρηνικά – όπως και οι προκάτοχοί του. Η μόνη βιώσιμη λύση τερματισμού των συγκρούσεων ήταν ένα παλαιστινιακό κράτος.

Ο Σαρόν δεν ήταν ο Ισραηλινός ηγέτης που θα έκανε μια τελική ειρηνευτική συμφωνία με τους Παλαιστινίους. Αλλά, όντως έκανε ένα σημαντικό βήμα, τις επιπτώσεις τού οποίου ούτε οι Παλαιστίνιοι ούτε οι Ισραηλινοί δεν μπορούν να υποτιμήσουν: εκκένωσε οικισμούς στην Λωρίδα τής Γάζας και στην βόρεια Δυτική Όχθη. Ο Σαρόν δεν το έκανε αυτό προς το συμφέρον τής ειρήνης. Το έκανε ως μια ισραηλινή εθνική επιταγή, και έναν τρόπο για την επίλυση ενός στρατηγικού κινδύνου. Η δράση τού Σαρόν μερικές φορές λανθασμένα περιγράφεται ως «απόσυρση» από την Γάζα, αλλά ο Σαρόν με μεγαλύτερη ακρίβεια την ονόμαζε «μονομερή αναδιάταξη». Με άλλα λόγια, η μετατόπιση των απόψεων του Σαρόν δεν έγινε για την επίτευξη συμφωνίας με τους Παλαιστινίους, αλλά μάλλον υπέρ τής αυξημένης ισραηλινής μονομέρειας. Η δράση του ήταν εξ ολοκλήρου σύμφωνη με τα συμφέροντα του Ισραήλ και πραγματοποιήθηκε χωρίς συμφωνία από την παλαιστινιακή πλευρά.

Στην απροσδόκητη δράση του, ο Σαρόν αντιμετώπισε και ξεπέρασε σημαντική αντίσταση από το ισραηλινό κίνημα υπέρ τού εποικισμού. Εξηγώντας γιατί η εκκένωση ήταν μια στρατηγική και στρατιωτική αναγκαιότητα, κινητοποίησε τελικά την υποστήριξη μιας μεγάλης ισραηλινής πλειοψηφίας. Πράγματι, αυτή η εμπειρία τον οδήγησε να εγκαταλείψει το Λικούντ και να δημιουργήσει ένα νέο κεντροδεξιό κόμμα, το Καντίμα, λίγο πριν το εγκεφαλικό επεισόδιο που τον έθεσε εκτός μάχης. Αρκετοί Ισραηλινοί δημοσιογράφοι έχουν γράψει ότι ο Σαρόν είχε υπολογίσει να επαναλάβει μια μεγαλύτερη αποχώρηση από την Δυτική Όχθη αν γινόταν ο πρώτος πρωθυπουργός τού Καντίμα.

Υπάρχουν δύο κρίσιμα διδάγματα που πρέπει να αντληθούν από την τελευταία σημαντική δράση τού Σαρόν και την τελική κληρονομιά του, το ένα θετικό και το άλλο αρνητικό. Από την θετική πλευρά, ο Σαρόν απέδειξε ότι οι οικισμοί μπορούν, στην πραγματικότητα, να εκκενωθούν. Λόγω των πράξεών του, δεν είναι πλέον ούτε καν δυνατή μια ερώτηση για το εάν η ισραηλινή κυβέρνηση είναι ικανή να κατεδαφίσει τους οικισμούς. Το ερωτήμα είναι απλά, πότε και πού θα επιλέξει να το πράξει. Και αυτό σημαίνει ότι κανένας από τους υπάρχοντες οικισμούς καθώς και άλλες δημογραφικές, υποδομών, τοπογραφικές, ή διοικητικές αλλαγές που το Ισραήλ επιβάλλει στα κατεχόμενα εδάφη δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως μη αναστρέψιμες. Οι συνέπειες αυτού του γεγονότος για τις προοπτικές μιας λύσης δύο κρατών είναι βαθιές.

Από την αρνητική πλευρά, ο Σαρόν απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι οι μονομερείς ενέργειες μεταξύ τού Ισραήλ και των Παλαιστινίων αποτελούν ένα αδιέξοδο που παράγει μόνο περισσότερες συγκρούσεις. Οι μονομερείς πράξεις δεν επιτρέπουν στην άλλη πλευρά να εισέλθει σε μια αμοιβαία συμφωνία για τους δικούς της λόγους και ως εκ τούτου να έχει ένα μερίδιο στο να κάνει τα πράγματα να λειτουργούν. Θα ήταν φρονιμότερο για τους Παλαιστινίους να έχουν ανταποκριθεί στην αποχώρηση από την Γάζα με διαφορετικό τρόπο - στην συγκεκριμένη περίπτωση, επέτρεψαν να πέσει η Γάζα στα χέρια τής Χαμάς αντί να προσπαθήσουν να φτιάξουν μια κοινωνία που να λειτουργεί εύρυθμα και σωστά. Αλλά, το Ισραήλ δεν τους έδωσε κανένα σαφές κίνητρο για να δουν την αποχώρηση ως μια ευκαιρία για πρόοδο. Ακριβώς το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για την αποχώρηση του Ισραήλ από τον Λίβανο το 2000, που ήταν μονομερής όπως ήταν και οι διάφορες επιδρομές του στην εν λόγω χώρα.

Οι Ισραηλινοί θα πρέπει να το εξετάσουν αυτό όταν διαμαρτύρονται ότι οι «αποσύρσεις» τους από τον Λίβανο και την Γάζα «επιβραβεύτηκαν» με ρίψεις πυραύλων από την Χεζμπολάχ και την Χαμάς. Για να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι οι Άραβες είναι απείθαρχοι ή ότι οι συμφωνίες με αυτούς είναι αδύνατες πρέπει να παρερμηνεύει άσχημα την πραγματικότητα αυτών των πολιτικών. Αυτό που παράγει η μονομέρεια, είναι μια αλλαγή στο πλαίσιο της σύγκρουσης, όχι το τέλος της. Το ίδιο είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ισχύει σε κάθε ισραηλινή μονομερή ενέργεια, όπως φέρεται να προβλέφθηκε από τον Σαρόν στην Δυτική Όχθη.

Αρκεί να αντιπαραβληθεί το ιστορικό τής μονομέρειας με εκείνο των αμοιβαίων συμφωνιών μεταξύ του Ισραήλ και των Αράβων γειτόνων του. Η συνθήκη ειρήνης με την Ιορδανία είναι στερεή σαν βράχος, και αυτή με την Αίγυπτο έχει επιβιώσει των μεταβάσεων από τον Ανουάρ ελ Σαντάτ στον Χόσνι Μουμπάρακ, στην στρατιωτική εξουσία και στον Μοχάμεντ Μόρσι και τώρα στη νέα, προσωρινή κυβέρνηση της Αιγύπτου, εντελώς αλώβητη. Ακόμη και η ανακωχή με την Συρία υπήρξε σε μεγάλο βαθμό ικανοποιητική από την πλευρά των Ισραηλινών.

Η πραγματική κληρονομιά τού πιο διαβόητου Ισραηλινού «όπλου τού σιωνισμού» ήταν ταυτόχρονα να αποδείξει ότι η κυβέρνηση του κράτους τού Ισραήλ, παρ’ όλες τις αμφιβολίες της, μπορεί να υποτάξει το κίνημα των εποίκων στο ευρύτερο εθνικό συμφέρον, αλλά επίσης ότι εάν το πράξει μονομερώς, θα αποτελέσει ένα αδιέξοδο. Αν ο Σαρόν θα το έβλεπε αυτό μέχρι τώρα, ή αν θα παρέμενε προσκολλημένος στο όραμα της μονομέρειας - όπως τόσοι πολλοί στην ισραηλινή δεξιά όλο και περισσότερο υιοθετούν - δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Αλλά, ακόμα κι αν ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να συναγάγει τα σωστά συμπεράσματα από τις μη ικανοποιητικές συνέπειες των τελικών πολιτικών του, εμείς οι υπόλοιποι μπορούμε, και πρέπει να ενεργούμε με βάση τις επιπτώσεις τους.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/140623/hussein-ibish/the-sharon-d...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr