Έγκλημα και τιμωρία στη Βενεζουέλα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Έγκλημα και τιμωρία στη Βενεζουέλα

Γράμμα από το Καράκας
Περίληψη: 

Ο Μαδούρο συνηθίζει να κατηγορεί την ανισότητα ως υπεύθυνη για την βία στην χώρα του. Ωστόσο, αν η κυβέρνηση έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στη μείωση των ανισοτήτων, και αν, όπως το καθεστώς πιστεύει, η βία προέρχεται από την κοινωνική αδικία, τότε τι είναι αυτό που εξηγεί την πρόσφατη αύξηση της εγκληματικότητας;

Ο BORIS MUÑOZ είναι Βενεζουελάνος δημοσιογράφος και συγγραφέας, πρόσφατα, του βιβλίου με τίτλο Despachos del imperio [1].

Μια πρόσφατη δροσερή Κυριακή, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο στάθηκε στο κέντρο τού Καράκας και έκανε έκκληση σε μερικές χιλιάδες ανθρώπους που συγκεντρώθηκαν μπροστά του να φέρουν την ειρήνη στο νοτιοαμερικανικό έθνος του. Κατά μια έννοια, το μήνυμά του – «Ya basta de violencia» (αρκετά με την βία) – δεν ήταν καινοφανές. Λόγω τού ολοένα αυξανόμενου ποσοστού ανθρωποκτονιών, η Βενεζουέλα είναι μια από τις πιο επικίνδυνες χώρες στην Λατινική Αμερική και στον κόσμο. Σύμφωνα με το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα, σε δολοφονίες ανά 100.000 άτομα, την Βενεζουέλα ξεπερνούν μόνο η Ακτή Ελεφαντοστού, το Ελ Σαλβαδόρ και η Ονδούρα. Κατά μια άλλη έννοια, όμως, η συγκέντρωση αποτέλεσε μια έκπληξη: Αναδύθηκε μια βαθύτερη κοινωνική σύγκρουση που η κυβέρνηση έχει αρνηθεί να παραδεχθεί για πάρα πολύ καιρό.

Οι Βενεζουελάνοι είχαν πάντα μια εμμονή με την ασφάλεια. Σε κάθε εθνική έρευνα, κατατάσσουν την προσωπική ασφάλεια και το βίαιο έγκλημα ως τις κορυφαίες τους ανησυχίες. Και φέτος, οι φόβοι αυτοί έχουν φτάσει σε νέα ύψη. Τον Ιανουάριο, η Mónica Spear, η πρώην Μις Βενεζουέλα, και ο Henry Berry, ο σύζυγός της, δολοφονήθηκαν ενώ έκαναν διακοπές στην χώρα. Και τώρα, η ταχύτητα με την οποία οι εξελισσόμενες διαδηλώσεις τής αντιπολίτευσης στην Βενεζουέλα έδωσαν την θέση τους σε βίαιες συγκρούσεις υπενθύμισε στους παρατηρητές ότι τα όπλα είναι άμεσα διαθέσιμα σε εκείνους που τα θέλουν, συμπεριλαμβανομένων των μηχανοκίνητων παραστρατιωτικών πολιτοφυλακών που είναι γνωστές ως ascolectivos, οι οποίες ήταν ελεύθερες σε πλήρη ισχύ για να περιφρουρήσουν την αριστερίστικη πολιτική τού Ούγκο Τσάβες στα τέλη τής δεκαετίας [2].

Ωστόσο, η ευρεία συναίνεση των Βενεζουελάνων ότι το έγκλημα αποτελεί πρόβλημα, δεν σημαίνει ότι συμφωνούν για τις αιτίες και την σοβαρότητά του. Η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση αμφισβητούν τα στατιστικά στοιχεία. Για παράδειγμα, ενώ η αντιπολίτευση υποστήριξε ότι ο κύριος λόγος για την αύξηση της εγκληματικότητας είναι η κυβερνητική ατιμωρησία, ο Τσάβες υποβάθμιζε πάντα την βία, αποδίδοντάς την σε προηγούμενες κυβερνήσεις που είχαν εγκαταλείψει τις πιο εξαθλιωμένες ομάδες τής κοινωνίας. Μια άλλη αιτία, ισχυριζόταν συχνά, ήταν η τηλεόραση, η οποία προπαγάνδιζε τις καταναλωτική αξίες και την βίαιη συμπεριφορά.

Ο διάδοχος του Τσάβες, ο Μαδούρο, έχει επίσης την τάση να προσπερνά τα θέματα ασφάλειας. Και όταν μιλά για αυτά, γενικά ακολουθεί στην γραμμή τού Τσάβες. «Εμείς [η «τσαβιστική» κυβέρνηση] έχουμε δημιουργήσει την ισότητα, καταπολεμώντας την φτώχεια και βελτιώνοντας την εκπαίδευση, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό», είπε τον Ιανουάριο. «Πρέπει να επιτεθούμε σε έναν άλλον τύπο φτώχειας που είναι ακόμα χειρότερος: η φτώχεια της ψυχής που οι αντι-αξίες τού καπιταλισμού έχουν ενσταλάξει μέσα μας». Προς τούτο, στο ετήσιο μήνυμά του στην Εθνοσυνέλευση τον Ιανουάριο, ο Μαδούρο παρουσίασε την καλύτερη απόδειξη που διέθετε (με τη μορφή ενός πολύχρωμου συνονθυλεύματος από πίνακες και γραφήματα [3]) για την υποτιθέμενη πρόοδο του κινήματος Τσάβες στον αγώνα κατά της φτώχειας και της ανισότητας.

Για πολλούς Βενεζουελάνους, τέτοιες κοινοτοπίες είναι αδιάφορες. Αν η κυβέρνηση είχε όντως σημειώσει σημαντική πρόοδο στη μείωση των ανισοτήτων, και αν, όπως ο Τσάβες πίστευε, η βία προερχόταν από την κοινωνική αδικία, τότε πώς εξηγείται η πρόσφατη αύξηση της εγκληματικότητας;

ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΙΑ

Χάρη στις πανταχού παρούσες εκθέσεις για το έγκλημα, πολλοί Βενεζουελάνοι πιστεύουν ότι η βία είναι ενδημική σε όλα τα τμήματα της κοινωνίας. Αλλά οι επίσημες στατιστικές το αντικρούουν αυτό. Σύμφωνα με την Εθνική Έρευνα για την Θυματοποίηση, η εγκληματικότητα είναι πολύ πιο συχνή στις παραγκουπόλεις των μεγάλων πόλεων της χώρας από όσο οπουδήποτε αλλού. Το 2009, το 64% των ανθρωποκτονιών τής χώρας διεπράχθη στα φτωχότερα τμήματα τού πληθυσμού. Η πλειοψηφία των εγκληματιών και των θυμάτων ήταν άνδρες ηλικίας μεταξύ 18 και 44. Όλα αυτά γράφονται για να καταδειχθεί ότι, όπως ήταν αναμενόμενο, η εγκληματικότητα συγκεντρώνεται στις περιοχές όπου η εργασία και η εκπαίδευση είναι δύσκολο να αποκτηθούν, τα όπλα είναι εύκολα διαθέσιμα, και η βία χρησιμεύει ως ένα μονοπάτι για την εξουσία και την κοινωνική θέση.

Η αντίδραση του Μαδούρο - να κατηγορεί τον καπιταλισμό (οι ποινικές συμπεριφορές, λέει, είναι μικρής κλίμακας αναπαραγωγές τού καπιταλιστικού συστήματος και οι παραβάτες είναι εχθροί τού λαού και της επανάστασης) και την φτώχεια - έχει προσφέρει ελάχιστα στο να κατασταλεί η βία. Σύμφωνα με τον Andrés Antillano, έναν κοινωνικό επιστήμονα στο Κεντρικό Πανεπιστήμιο της Βενεζουέλας, «η άποψη αυτή αιτιολογεί την αύξηση της καταστολής». Στο κάτω-κάτω, κατά την άποψη του Μαδούρο, αυτοί που διαπράττουν εγκλήματα είναι επίσης ιδεολογικοί εχθροί τού κράτους. Η στάση αυτή και η προκύπτουσα καταστολή ωθεί τους οπλισμένους νεαρούς άνδρες στις παραγκουπόλεις ακόμα πιο πολύ προς στο περιθώριο της κοινωνίας.