Το ελληνικό ζήτημα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ελληνικό ζήτημα

Για μια άλλη Ελλάδα σε μια διαφορετική Ευρώπη

Θα ήθελα, επίσης, να περιλάβω και την ατομική ελευθερία με κίνδυνο να χαρακτηριστώ υπερβολικός. Είμαι όμως; Ο κορυφαίος σύγχρονος Έλληνας φιλόσοφος της πολιτικής και πολιτικός φιλόσοφος Κωνσταντίνος Τσάτσος, στην «ΠΟΛΙΤΙΚΗ» ξεκαθαρίζει ότι η πολιτική εξουσία έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει σε κάθε άτομο τη «κοινωνική του υπόσταση». Να του παρέχει το «κοινωνικό του κύρος», που είναι απαραίτητο για να μπορέσει να αναπτύξει τη δημιουργική του υπόσταση. «Η πολιτική εξουσία οφείλει να διανέμει και τούτο το αγαθό με κριτήριο τη μεγαλύτερη δημιουργικότητα του συνόλου αλλά και του ίδιου του ατόμου…» στοχάζεται ο Κωνσταντίνος Τσάτσος (ΠΟΛΙΤΙΚΗ, δεύτερη έκδοση, 1975, Εκδόσεις των Φίλων, σελίδα 221). Εκείνο, όμως, το σημείο το οποίο, κατεξοχήν, θα έπρεπε να έχει κατά νου η ελληνική και αναμφίβολα η ευρωπαϊκή πολιτική τάξη είναι η θεμελιώδης σημασία του δικαιώματος στην εργασία για την οποία ο Κων. Τσάτσος υπογραμμίζει ότι «...Η εργασία είναι χρέος και γι' αυτό κάθε άτομο έχει και δικαίωμα να του προσφέρεται από τη πολιτεία η δυνατότητα να εκπληρώσει αυτό το χρέος. Έχει δικαίωμα να ζητήσει να εργασθεί και δη εκεί όπου μπορεί πληρέστερα να αναπτύξει την δημιουργικότητα του κοινωνικού συνόλου» (ΠΟΛΙΤΙΚΗ, σελ 223). Καταγράφει δε την πεποίθηση του, ως αξιωματικό θεμέλιο μιας σύγχρονης ευρωπαϊκής δημοκρατίας, ότι «η ελευθερία τής εργασίας χαρακτηρίζεται σαν ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα της δημοκρατίας τού δυτικού τύπου».

Πόσο, αλήθεια, συμβατές είναι οι αξιακές -για τον τρόπο λειτουργίας τής δημοκρατίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα- προσεγγίσεις αυτές με τις σημερινές πολιτικές που υπαγορεύονται στην Ευρώπη και άτεγκτα, άκομψα και σε μεγάλο δε βαθμό και αναποτελεσματικά εφαρμόζονται στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες τού Ευρωπαϊκού Νότου; Ποιός είναι αλήθεια ο σύγχρονος ορισμός τής πολιτικής που έχει επιλέξει να περιθωριοποιήσει τον άνθρωπο, από κατεξοχήν αντικείμενο και υποκείμενο της πολιτικής, σε άνεργο, υποαπασχολούμενο, περιστασιακά εργαζόμενο, επαίτη και απελπισμένο; Υπάρχει άραγε χώρος, νόημα και σκοπός για άλλη πολιτική πέραν της ανθρωποκεντρικής;

Η ανάλυση αυτή θα είναι ατελής και εσφαλμένη αν δεν λαμβάνει υπόψη -στη κορυφή των παραμέτρων τής εθνικής αυτοαξιολόγησης και εκτίμησης δυνατοτήτων- την έλλειψη κοινωνικής συνοχής, την κρίση ταυτότητας και αξιών, το ήθος τής Ελληνικής Δημοκρατίας και την αδυναμία τού Κράτους (αυτού που αποκαλούμε Δημόσιο) να συμπεριφέρεται κατά τρόπο ορθολογικό και μη εχθρικό προς τους πολίτες. Επίσης, την σημασία του εξορθολογισμού τής λειτουργίας τής αντιπροσωπευτικής μας Δημοκρατίας και της ανάγκης εκσυγχρονισμού του πολιτειακού και πολιτικού μας συστήματος με βάση την πραγματική εικόνα τής Ελλάδας και κυρίως τον κοινό νου.

Δεν έχω την πρόθεση να αμφισβητήσω ότι αργά ή γρήγορα θα υπάρξει βελτίωση ορισμένων οικονομικών δεικτών και δεδομένων. Στη καθημαγμένη Ιθάκη μας, τόσο οι κυβερνώντες όσο και οι μνηστήρες του θρόνου μάς αδικούν. Οι μεν, διότι δίνουν υπερβολική σημασία στην ανάσχεση της κατακόρυφης πτώσης μας στην ύφεση και στην εθνική μας απαξίωση, παρουσιάζοντάς την περίπου ως σημαντικό επίτευγμα. Οι δε, διότι την αμφισβητούν και περίπου την αφορίζουν. Πιστεύουν, προφανώς, ότι αν επιβεβαιωθεί και επιτευχθεί σταθεροποίηση -στο κατώτερο σημείο των οικονομικών μας δυνατοτήτων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας- η εξέλιξη αυτή αρκεί ή θα αρκούσε για να ανακόψει την πορεία προς πολιτικές ανατροπές. Η Ελλάδα πάσχει από την έλλειψη του μέτρου.

Επιπλέον, όπως άλλωστε και η πλειοψηφία των συμπολιτών μας, έχω μάθει από τα λάθη μας -στα οποία περιλαμβάνω και τα δικά μου- να είμαι τουλάχιστον επιφυλακτικός στην ανάγνωση και ερμηνεία των αριθμών μέσα από τους πολυεστιακούς φακούς των πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Θυμάμαι, με ανάμεικτα συναισθήματα νοσταλγίας και απογοήτευσης, ότι σχεδόν μέχρι την ημέρα που έφυγα από την Ουάσιγκτον (Ιούνιος 2009) πρόβαλα ως πρέσβης τα ακόλουθα επιτεύγματα της Ελλάδος με βάση τα επίσημα στοιχεία:

Το μέλος τής ευρωζώνης με την δεύτερη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση του ρυθμού του Α.Ε.Π.

Τη μείωση του προκληθέντος, μεταξύ άλλων και από την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων, ελλείμματος του προϋπολογισμού από 7.5% (2004) σε 2.8% (2007).

Βλέποντας πρόσφατα τις σημειώσεις που χρησιμοποιούσα στις ομιλίες και δημόσιες εκδηλώσεις στην διάρκεια της θητείας μου στην Ουάσιγκτον, αισθάνομαι ότι ήμουν είτε αφελής είτε συνυπεύθυνος, ή και τα δυο. Τώρα πλέον, πέραν της αναγκαίας και απαραίτητης για την «αυτοκάθαρση» της αυτοκριτικής, έχω αναγκαστικά γίνει δύσπιστος. Προτιμώ να ερευνώ αντί να πιστεύω.

Με την ευκαιρία της πρόσφατης έκδοσης του βιβλίου μου έχω ακούσει και διαβάσει αρκετές κριτικές. Ορισμένοι, αρκετοί ομολογώ, μου λέγουν ότι ξαφνικά έγινα πολύ απαισιόδοξος. Επίσης, ότι η απαισιοδοξία και η απογοήτευση αναδύονται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου.

Ναι είμαι απαισιόδοξος. Γιατί η σημερινή Ελλάδα διώχνει τη καλλίτερη ,την πιο ικανή, την πιο εξωστρεφή καίτοι πιο μορφωμένη γενιά νέων. Τους λέει και στην πράξη τούς δείχνει πως αυτή η χώρα δεν κάνει πια γι' αυτούς. Δεν θέλει και δεν μπορεί να τους κρατήσει. Δεν έχουν μέλλον σ' αυτήν. Τους γυρίζουμε την πλάτη. Τους κλείνουμε την πόρτα. Αυτοί, τα παιδιά μας, δηλαδή, είναι η χαμένη γενιά της Ελλάδος. Μάλιστα, στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Ενώ όλοι οι διεθνείς αναλυτές προσπαθούν να προβλέψουν τις εθνικές, περιφερειακές και παγκόσμιες εξελίξεις ,για την Ελλάδα ένα πράγμα δείχνει να γίνεται σαφές. Το 2021, θα βρει την Ελλάδα με καλλίτερους μεν οικονομικούς δείκτες σε σχέση με σήμερα, πλην όμως χωρίς τον δυναμισμό και την ζωτικότητα της νέας γενιάς.