Ομάδα των τριών; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ομάδα των τριών;

Γιατί ο Ομπάμα πρέπει να φέρει κοντά την Σεούλ με το Τόκιο
Περίληψη: 

Όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, προσγειωθεί στην Ασία αυτόν τον μήνα για ένα από καιρό αναμενόμενο ταξίδι, θα έχει μια τεράστια πρόκληση μπροστά του: Να πιέσει δύο μεγάλους περιφερειακούς συμμάχους τής Ουάσιγκτον να έρθουν κοντά.

Ο J. BERKSHIRE MILLER είναι επικεφαλής της ομάδας εργασίας Ιαπωνίας-Κορέας στο Pacific Forum CSIS.

Όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, προσγειωθεί στην Ασία αυτόν τον μήνα για ένα από καιρό αναμενόμενο ταξίδι, θα έχει μια τεράστια πρόκληση μπροστά του. Στο πιο λεπτομερές επίπεδο, θα προσπαθήσει να επιταχύνει την πρόοδο σε διάφορες εμπορικές διαπραγματεύσεις και συμφωνίες ασφαλείας. Σε στρατηγικό επίπεδο, θα έχει ως στόχο να καθησυχάσει τους συμμάχους και τους εταίρους των ΗΠΑ ότι η Ουάσινγκτον παραμένει δεσμευμένη στην «στροφή» της προς τα ανατολικά. Το ταξίδι, όμως, είναι για κάτι πολύ περισσότερο από συμφωνίες και διαβεβαιώσεις. Κατά κύριο λόγο αποσκοπεί στο να σηματοδοτήσει την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ απέναντι σε εκείνους που θα ήθελαν να μεταβάλουν δια της βίας την τρέχουσα περιφερειακή τάξη, δηλαδή, την Κίνα και την Βόρεια Κορέα.

Το πρώτο σκέλος τού ταξιδιού θα περιλαμβάνει στάσεις στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, και μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις τού Ομπάμα θα είναι να φέρει πιο κοντά τους δύο μεγάλους περιφερειακούς συμμάχους τής Ουάσιγκτον. Η Ουάσιγκτον έχει ήδη σημειώσει αξιέπαινη πρόοδο στο μέτωπο αυτό, οργανώνοντας μια τριμερή συνάντηση κορυφής στην Χάγη τον περασμένο μήνα που έφερε μαζί τον Ομπάμα, τον πρωθυπουργό τής Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε και την πρόεδρο της Νότιας Κορέας Park Geun-hye. Οι φωτογραφίες τού Άμπε και της Παρκ, να χαμογελούν και να ανταλλάσσουν χειραψίες, αντιπροσωπεύουν μια σημαντική απομάκρυνση από τις συνήθως ψυχρές συναλλαγές τους. Παρά το γεγονός ότι ορισμένοι παρατηρητές ανακήρυξαν την συνάντηση ως ένα σημαντικό επίτευγμα, άλλοι κράτησαν μια πιο κριτική στάση, υποστηρίζοντας ότι ο Άμπε και η Παρκ απλώς ανταποκρίνονταν στην έντονη πίεση των ΗΠΑ.

Η πραγματικότητα βρίσκεται μάλλον πιο κοντά στην τελευταία αυτή ερμηνεία, αλλά η συνάντηση κατέληξε στο να επιφέρει κάποια απτή πρόοδο. Κατ’ αρχήν, παρουσίασε ένα ενωμένο μέτωπο απέναντι σε ένα όλο και πιο ασταθείς καθεστώς τού Κιμ Γιονγκ Ουν και πυροδότησε ένα νέο γύρο διαβουλεύσεων υψηλού επιπέδου με στόχο την αποτροπή τής Πιονγκγιάνγκ. Η συνάντηση αυτή απέδωσε επίσης μια σημαντική νίκη δημοσίων σχέσεων και για τις τρεις χώρες, δημιουργώντας πολιτικό κεφάλαιο που μπορεί να δαπανηθεί στις μελλοντικές διπλωματικές πρωτοβουλίες. Ο ίδιος ο Άμπε συστήθηκε στην Παρκ στα κορεάτικα - ένα θετικό σημάδι για την ειλικρίνεια της Ιαπωνίας στην προσπάθεια επιδιόρθωσης των δεσμών.

Αλλά αυτή η πρόοδος παραμένει αδύναμη. Το περασμένο έτος είδε λίγη ανάπαυλα από την συνεχή παρενόχληση και την πικρία που έχει από καιρό χαρακτηρίσει τις σχέσεις Ιαπωνίας και Κορέας. Η Νότια Κορέα διαμαρτύρεται για την αναζωπύρωση του εθνικισμού τής Ιαπωνίας και την έλλειψης μεταμέλειας για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά την διάρκεια του ιαπωνικού αποικισμού τής Κορέας στο πρώτο μισό τού εικοστού αιώνα. Το Τόκιο, εν τω μεταξύ, παραπονείται για «κορεατική κόπωση», σημειώνοντας ότι οι επανειλημμένες συγγνώμες και οι προσπάθειες να αποκαταστήσει τις σχέσεις τους έχουν αντιμετωπίσει αιχμηρές γωνίες και σκληρή ρητορική από την Σεούλ.

Αυτή η αμοιβαία απογοήτευση οδήγησε σε μια σειρά διπλωματικών αιχμών και από τις δύο πλευρές, συμπεριλαμβανομένων των ομιχλωδών παρατηρήσεων του Abe σχετικά με την αναθεώρηση της λεγόμενης «Δήλωσης Kono», με την οποία γίνεται παραδοχή τής ενοχής τής Ιαπωνίας για τον εξαναγκασμό Κορεατισών να γίνουν «γυναίκες αναψυχής». Ο Άμπε τροφοδότησε περαιτέρω την φωτιά με την επίσκεψή του στο αμφιλεγόμενο μνημείο Γιασουκούνι τον περασμένο Δεκέμβριο. Από την πλευρά της, η Παρκ καταφέρθηκε εναντίον τού ιαπωνικού εθνικισμού και δήλωσε δημοσίως ότι μια συνάντηση με τον Abe θα είναι «άσκοπη». Η Σεούλ έχει επίσης πιέσει το Τόκιο μέσω αμφιλεγόμενων δικαστικών αποφάσεων που απαιτούν από τις ιαπωνικές εταιρείες να αποζημιώσουν τους πολίτες τής Νότιας Κορέας για την καταναγκαστική εργασία τους στην διάρκεια της αποικιακής περιόδου. Σε απάντηση, η Ιαπωνία έχει υποστηρίξει ότι αυτά τα ζητήματα έχουν επιλυθεί νομικά με την υπογραφή τής Συνθήκης τής Ιαπωνίας και της Κορέας, η οποία ομαλοποίησε τους δεσμούς τους το 1965.

Μέχρι στιγμής, βέβαια, η έχθρα δεν προσεγγίζει τίποτα που να μοιάζει με το αδιέξοδο του Τόκιο με το Πεκίνο στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας. Η Ιαπωνία και η Κορέα συνεχίζουν να διαχειρίζονται την εδαφική διαφωνία τους για τους βράχους Liancourt, ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών που διεκδικεί τόσο η Σεούλ όσο και το Τόκιο, χρησιμοποιώντας την επίσημη διπλωματική οδό. Και η σχέση αυτή επίσης δεν έχει ακόμη φτάσει στο σημείο όπου και οι δύο πλευρές είναι σε πλήρη επιθετική δημόσια διπλωματία, όπως κάνει η προσέγγιση της Κίνας με το να δυσφημεί την κυβέρνηση Άμπε στο εξωτερικό.

Ακόμη και πριν από την σύνοδο κορυφής, η κυβέρνηση Ομπάμα είχε φαινομενικά εγκαταλείψει κάθε ελπίδα να παίξει διαμεσολαβητικό ρόλο σε πιο ευαίσθητα θέματα, όπως τις ρήξεις για τις «γυναίκες αναψυχής» ή τις βραχονησίδες Liancourt. Αν και η βελτίωση των δεσμών ανάμεσα στο Τόκιο και την Σεούλ παραμένει ως ένας μακροπρόθεσμος στόχος, η Ουάσιγκτον έχει ουσιαστικά προσαρμόσει την εξωτερική πολιτική της στο να επικεντρωθεί στενά σε θέματα αμοιβαίας ασφαλείας και όχι σε μια ευρύτερη προσέγγιση.