Βουβά κόμματα σε μια Ευρώπη που βράζει | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Βουβά κόμματα σε μια Ευρώπη που βράζει

Τα μεγάλα διακυβεύματα και η κοντόφθαλμη προεκλογική ρητορική
Περίληψη: 

Οι Έλληνες ψηφοφόροι καλούνται με την ψήφο τους για την ανάδειξη των εκπροσώπων τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εγκρίνουν ή να απορρίψουν τις επιλογές τής Κυβέρνησης που διαχειρίζεται τις τύχες τής χώρας επί σχεδόν δύο χρόνια. Μήπως, όμως, αυτό που διακυβεύεται σε αυτές τις ευρωεκλογές είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο;

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΩΤΟΣ είναι οικονομολόγος, επικεφαλής τού paratiritis.gr

Η αλήθεια είναι ότι οι επερχόμενες ευρωεκλογές, για μια ακόμα φορά, απέκτησαν τα χαρακτηριστικά εσωτερικής πολιτικής σύγκρουσης, καθώς τα ελληνικά κόμματα έκριναν ότι θα είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να λύσουν τους δικούς τους… λογαριασμούς. Τα κομματικά επιτελεία, θεώρησαν ότι η πρακτική τού Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος λίγους μήνες μετά την επιλογή του να στραφεί στους διεθνείς δανειστές προσέδωσε στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές χαρακτήρα «άτυπου δημοψηφίσματος», θα ήταν η πλέον προσήκουσα πολιτική για τις σημερινές πολιτικές και οικονομικές συνθήκες τής χώρας. Αποτέλεσμα; Οι Έλληνες ψηφοφόροι καλούνται με την ψήφο τους για την ανάδειξη των εκπροσώπων τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εγκρίνουν ή να απορρίψουν τις επιλογές τής Κυβέρνησης που διαχειρίζεται τις τύχες τής χώρας επί σχεδόν δύο χρόνια. Μήπως, όμως, αυτό που διακυβεύεται σε αυτές τις ευρωεκλογές είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο; Μήπως το αποτέλεσμα αυτών των ευρωεκλογών, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες θα το χρησιμοποιήσουν ως «δημοκρατική» νομιμοποίηση των αποφάσεων που έχουν ήδη δρομολογήσει και αφορούν το πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και γεωπολιτικό μέλλον τής Ευρώπης; Τελικά μήπως ψηφίζουμε για άλλα πράγματα από αυτά που νομίζουμε ότι ψηφίζουμε;

Για να δώσει κανείς απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να αποστασιοποιηθεί λίγο από την καθημερινότητα και τα προβλήματα που εκπορεύονται από αυτήν, και να προσπαθήσει να διαμορφώσει μια ευρύτερη οπτική. Κοντολογίς, να εξετάσει την ελληνική πραγματικότητα ως μέρος ενός γενικότερου προβλήματος, το οποίο ξεπερνά κατά πολύ τα στενά εθνικά πλαίσια και που ο χρονικός του ορίζοντας είναι πολύ πιο ευρύς. Μια τέτοια διάσταση ουσιαστικά αναδεικνύει όχι μόνο τα κριτήρια και τις προτεραιότητες που θα πρέπει να έχει ως πολίτης, αλλά και τις ανεπάρκειες του ελληνικού πολιτικού συστήματος από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά. Επίσης, μπορεί να διαμορφώνει το ισοζύγιο των απωλειών που μπορεί να έχει η συμμετοχή ή η αποχή από τις ευρωεκλογές. Και σε κάθε περίπτωση, ειδικά αυτές οι εκλογές είναι η μοναδική –και ίσως- η τελευταία ευκαιρία που έχουν οι Ευρωπαίοι για να τοποθετηθούν ειρηνικά απέναντι στη νέα ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων που προσπαθούν να επιβάλλουν οι πολιτικές τους ηγεσίες.

Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια νέα εποχή. Ένας ιστορικός κύκλος που άνοιξε στην διάρκεια της δεκαετίας τού ’80 έχει κλείσει. Στη θέση του, ήλθε ένας νέος, που απειλεί να ανατρέψει όλες σχεδόν τις αξιωματικές παραδοχές οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να κτιστεί το σημερινό ενιαίο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Όσο και αν η γραφειοκρατία των Βρυξελλών και –κυρίως- ο γερμανικός παράγοντας επιθυμεί να εμφανίζει προς τα έξω την εικόνα μιας Ευρώπης η οποία έχει καταλήξει στις σύγχρονες στρατηγικές της επιλογές, η αλήθεια είναι ότι η ΕΕ είναι μετέωρη τόσο σε διπλωματικό όσο και σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο. Σε αυτόν τον νέο κύκλο όλα είναι ρευστά, αφού έχουν τεθεί σε αμφισβήτηση οι βασικές αρχές πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η μεταπολεμική Ευρώπη, χωρίς να υπάρχει σαφής εντολή των Ευρωπαίων ψηφοφόρων για τις αλλαγές αυτές. Η έννοια της κοινωνικής Ευρώπης κατεδαφίζεται. Η πολιτική τής αλληλεγγύης αμφισβητείται, με το να επαναπροσδιορίζεται ο ορισμός της. Εθνικισμοί αναζωπυρώνονται. Το κυρίαρχο σύνθημα «Η Ευρώπη των Λαών» έχει ήδη μετατραπεί σε «Ευρώπη των Ισχυρών». Σε αυτές τις εκλογές, όπου οι νέες πολιτικές έχουν γίνει πλέον σαφείς, η αποδοκιμασία ή η επιδοκιμασία μέσω της εκλογικής διαδικασίας μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή ευρωπαϊκού δημοψηφίσματος. Το παράδοξο είναι ότι σε όλη την γηραιά ήπειρο, η διάσταση αυτή είτε αποσιωπάται είτε αποπροσανατολίζεται.

ΟΙ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

Από τη μια έως την άλλη άκρη τής γηραιάς ηπείρου, οι μικρές ή μεγάλες φωτιές που έχουν ανάψει δείχνουν ότι ο χάρτης τής Ευρώπης βρίσκεται στο κατώφλι μεγάλων αλλαγών. Τα αυτονομιστικά κινήματα στην Σκωτία, την Καταλονία ακόμη και στην Βενετία, δείχνουν ότι ακόμα και στην Δυτική Ευρώπη τα σύνορα δεν μπορεί πλέον να θεωρούνται δεδομένα. Η Ανατολική Ευρώπη θυμίζει ένα καζάνι που βράζει. Μπορεί η Ουκρανία να μονοπωλεί το ενδιαφέρον τής κοινής γνώμης, αλλά κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει το ενδιαφέρον των Ούγγρων για τη μειονότητα που κατοικεί στα δυτικά σύνορα της Ουκρανίας. Στη Μολδαβία, το αγκάθι τής Υπερδνειστερίας υπάρχει και δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι θεωρούν ότι εκεί αργά ή γρήγορα θα δημιουργηθεί η επόμενη μεγάλη ευρωπαϊκή κρίση. Αν σε όλα αυτά προστεθούν και τα Βαλκάνια, τότε το μείγμα είναι εκρηκτικό.

Η Ουκρανική κρίση μπορεί να εμφανίστηκε ως μια υπόθεση στην οποία ο ουκρανικός λαός ανέτρεψε μια μισητή κυβέρνηση, αλλά στην πραγματικότητα πίσω από αυτήν την απλουστευτική προσέγγιση κρίνεται τόσο η διεύρυνση της ΕΕ προς τα ανατολικά όσο και οι σχέσεις της με την Ρωσία. Πολλοί αναλυτές, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι η έκβαση της ουκρανικής κρίσης μπορεί να οδηγήσει στην αλλαγή των προτεραιοτήτων τής Γερμανίας, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους τής πολιτικής της από την Δύση και τον γαλλογερμανικό άξονα που γιγαντώθηκε κατά την διάρκεια της περιόδου Σαρκοζί, προς τα ανατολικά. Αυτή η μετατόπιση είναι άμεσα συνδεδεμένη και με το επίπεδο των σχέσεων της ΕΕ με την Ρωσία. Η μέχρι στιγμής πολιτική που έχει ακολουθήσει η γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού απέναντι στη Ρωσία, δείχνει την πρόθεσή της να διαφοροποιηθεί από την αντίστοιχη των ΗΠΑ. Με πρόσχημα την ενεργειακή εξάρτηση, η καγκελάριος Μέρκελ ακολουθεί μια σαφώς πιο ήπια πολιτική, θεωρώντας προφανώς ότι μια σκλήρυνση της στάσης της απέναντι στον Πούτιν μπορεί μακροπρόθεσμα να έχει αρνητικές επιπτώσεις, όχι μόνο στον ενεργειακό τομέα αλλά και στην πρόσβασή της στην ρωσική αγορά.