Η Γάζα και οι διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Γάζα και οι διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά

Γιατί μια συμφωνία με το Ιράν γίνεται λιγότερο πιθανή
Περίληψη: 

Όσο περισσότερο διαρκεί η σύγκρουση στην Γάζα, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να απομονωθούν οι διαπραγματεύσεις από άλλα γεγονότα στην περιοχή - και αυτό δεν αποτελεί καλό οιωνό για ένα επιτυχημένο αποτέλεσμα.

Η DALIA DASSA KAYE είναι διευθύντρια του Center for Middle East Public Policy και βασική πολιτική αναλύτρια στην μη κομματική, μη κερδοσκοπική RAND Corporation.

Πέρσι τον Νοέμβριο, όταν οι διαπραγματευτές των P5 +1 (τα πέντε μόνιμα μέλη τού Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών συν την Γερμανία) κατέληξαν σε προσωρινή συμφωνία για τον περιορισμό τού πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου επιτέθηκε χαρακτηρίζοντάς την ως «ιστορικό λάθος» που θα κάνει τον κόσμο «ένα πολύ πιο επικίνδυνο μέρος». Την περασμένη εβδομάδα, οι διαπραγματευτές δεν κατάφεραν να επιτύχουν μια τελική συμφωνία και αντί γι’ αυτό επεξέτειναν τις διαπραγματεύσεις για τέσσερις μήνες. Αυτή την φορά, όμως, δεν υπήρχε σχεδόν ούτε τιτίβισμα από τον Νετανιάχου.

Η υποτονική αντίδραση του Νετανιάχου μπορεί να προκαλεί έκπληξη δεδομένης της προηγούμενης ηχηρής και δημόσιας επίπληξής του για τις συνομιλίες. Κάποιοι μπορεί να πουν ότι η κλιμακούμενη σύγκρουση στην Γάζα έχει αποσπάσει την προσοχή τής ισραηλινής ηγεσίας∙ Μια ισραηλινή εφημερίδα [1] μέχρι που πρότεινε ότι «ο Νετανιάχου ήθελε να επιτεθεί στο Ιράν, αλλά κόλλησε αντ’ αυτού στην Γάζα». Από την πλευρά του, ο Νετανιάχου έκανε σαφές ότι το Ισραήλ προτιμά να μην υπάρξει καμία συμφωνία από το να υπάρξει μια κακή συμφωνία [2], κάτι που επίσης θα μπορούσε να βοηθήσει να εξηγηθεί η σχετικά υποτονική αντίδρασή του στην επέκταση των συνομιλιών. Ωστόσο, η Χαμάς δεν έχει αντικαταστήσει το Ιράν ως την κορυφαία πρόκληση για την ασφάλεια του Ισραήλ στο μυαλό τού Νετανιάχου. Αν μη τι άλλο, η σύγκρουση στην Γάζα είναι πιθανό να επιδεινώσει τις ανησυχίες του για το Ιράν και μπορεί να κάνει τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τα πυρηνικά, που είναι ήδη αδύναμες, ακόμα πιο δύσκολο να καταλήξουν κάπου.

Οι Αμερικανοί διαπραγματευτές έχουν προσπαθήσει να κατακερματίσουν τα περιφερειακά ζητήματα που αφορούν το Ιράν κατά την διάρκεια των συνομιλιών, για παράδειγμα, με την αποφυγή θεμάτων όπως η ανάπτυξη ιρανικών πυραύλων, οι σχέσεις του με τρομοκρατικές ομάδες και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αυτό. Οι Ιρανοί διαπραγματευτές έχουν επίσης καταστήσει σαφές ότι δεν έχουν εντολή να συζητήσουν με τους Αμερικανούς ευρύτερα περιφερειακά ζητήματα όπως η Συρία και το Ιράκ, και ενδιαφέρονται να μείνουν οι συνομιλίες για τα πυρηνικά, χωριστά από όλα τα άλλα ζητήματα. Η λογική είναι ότι κάτι τέτοιο θα ενισχύσει τις προοπτικές επίτευξης συμφωνίας, ιδιαίτερα όταν οι πυρηνικές συζητήσεις είναι ήδη αρκετά πολύπλοκες από μόνες τους. Ωστόσο, ο διαχωρισμός αυτός είναι σχεδόν αδύνατος στην πράξη∙ Κρίσεις όπως αυτή στην Γάζα επηρεάζουν τους υπολογισμούς όλων των μερών στις πυρηνικές διαπραγματεύσεις, καθώς και την στάση των κρατών, όπως το Ισραήλ, που δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη στις συνομιλίες, αλλά έχουν σημαντικό διακύβευμα από την έκβασή τους.

Πράγματι, για τα περισσότερα αραβικά κράτη καθώς και για το Ισραήλ, οι ανησυχίες σχετικά με το Ιράν πάντα επεκτείνονταν πολύ πέρα από το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας. Για ορισμένες κυβερνήσεις, οι περιφερειακές φιλοδοξίες τού Ιράν, οι σχέσεις του με σιιτικές ομάδες στις γειτονικές χώρες, καθώς και οι δεσμοί του με τις τρομοκρατικές οντότητες σε ολόκληρη την περιοχή, είναι πράγματα πιο ανησυχητικά από ό, τι η προσπάθειά του να αποκτήσει πυρηνικές δυνατότητες. Ακόμη και για το Ισραήλ, η κύρια ανησυχία δεν είναι ότι το Ιράν θα χρησιμοποιήσει απαραιτήτως πυρηνικά όπλα εναντίον του, αλλά ότι η ικανότητα της Τεχεράνης να το πράξει θα την ενθαρρύνει σε αυτές τις άλλες υποθέσεις. Αυτό είναι απαράδεκτο για το Ισραήλ δεδομένης της μακροχρόνιας στήριξης του Ιράν προς την Χεζμπολάχ στο βόρειο Ισραήλ και την πιο σποραδική οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη προς την Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές ένοπλες ομάδες στην Γάζα. Έτσι, όταν προκύπτει μια σύγκρουση που υπογραμμίζει την περιφερειακή εμβέλεια του Ιράν - όπως αυτή στην Γάζα – η στάση Ισραηλινών ηγετών σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι πιθανό να σκληρύνει.

Και το Ισραήλ έχει ελάχιστες αμφιβολίες ότι τα αποτυπώματα του Ιράν βρίσκονται παντού στην σύγκρουση στην Γάζα. Παρά το γεγονός ότι το Ιράν ανέστειλε την υποστήριξή του στην Χαμάς, αφότου η οργάνωση υποστήριξε την εξέγερση κατά του προέδρου τής Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ, Ισραηλινοί αξιωματούχοι και άλλοι αναλυτές πιστεύουν ότι η υποστήριξη που έδωσε στην ομάδα κατά το παρελθόν τής επέτρεψε να διεξάγει αυτές τις επιθέσεις. Για παράδειγμα, αν και οι περισσότερες από τις ρουκέτες τής Χαμάς είναι τώρα ντόπιας παραγωγής (χάρη στην αναστολή τής ιρανικής βοήθειας και το κλείσιμο των διαδρομών τού λαθρεμπορίου τής Χαμάς από την Αίγυπτο), μερικά από τα μέρη των πυραύλων, η τεχνογνωσία για την παραγωγή τους και η κατάρτιση για τον χειρισμό τους πιστεύεται ευρέως ότι έχουν έρθει από το Ιράν. Μόλις κατακαθίσει η σκόνη, αυτή η ιρανική διασύνδεση σε έναν πόλεμο στα σύνορα του Ισραήλ είναι πιθανό να προσελκύσει αυξημένη προσοχή.

Από την πλευρά του, ο Νετανιάχου έχει ήδη κάνει την σύνδεση [3]: «Η Χαμάς και η Ισλαμική Τζιχάντ χρηματοδοτήθηκαν, οπλίστηκαν και εκπαιδεύτηκαν από το Ιράν ... Σε αυτό το Ιράν δεν μπορεί να επιτραπεί η δυνατότητα παραγωγής σχάσιμων υλικών για πυρηνικά όπλα. Αν συμβεί αυτό, τα πράγματα που βλέπουμε γύρω μας και τα πράγματα που συμβαίνουν στην Μέση Ανατολή θα είναι πολύ χειρότερα». Ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος που συμμετέχει στις πυρηνικές συνομιλίες επανέλαβε αυτό το συναίσθημα, λέγοντας σε δημοσιογράφους στην Βιέννη [4] ότι «το Ιράν έχει την ευθύνη να σταματήσει και να απέχει από το να συνεχίσει να προμηθεύει πολεμικά όπλα που τροφοδοτούν αυτή την σύγκρουση». Οι ίδιες ανησυχίες πιθανόν κυκλοφορούν και στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, το οποίο θα το βρει δύσκολο να άρει τις κυρώσεις κατά του Ιράν όσο πιστεύει ότι το Ιράν επέτρεψε στην Χαμάς να επιτεθεί στον κύριο σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών στην Μέση Ανατολή.