Η ενέργεια σε ρόλο… μπούνκερ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ενέργεια σε ρόλο… μπούνκερ

Από την Ουκρανία στο Ιράκ και από το φυσικό αέριο στον άνθρακα και τα σχιστολιθικά κοιτάσματα

Ταυτόχρονα, το Κίεβο αρνείται να εκπληρώσει τις συμβατικές του υποχρεώσεις, κρυπτόμενο πίσω από την οικτρή οικονομική κατάσταση. Εντούτοις, οι νόμοι τής ελεύθερης αγοράς συνεπάγονται συνέπειες για τον κακοπληρωτή, και βασιζόμενοι σε αυτούς η Μόσχα εξαντλεί την αυστηρότητά της. Αναπάντητο, όμως, παραμένει το εύλογο ερώτημα γιατί δεν έγειρε τις απαιτήσεις της νωρίτερα και άφησε την κατάσταση να διαιωνίζεται (μάλλον αποτελεί πάγια τακτική των πιστωτών). Είναι σαφές ότι το Κρεμλίνο, έχοντας απολέσει για το ορατό μέλλον την δυνατότητα άσκησης ελέγχου στο σύνολο της γειτονικής χώρας, επιθυμεί, μέσα από την πολιτική και οικονομική της παράλυση, να καταστήσει σαφές ότι η συνεννόηση μαζί του εξελίσσεται σε αναγκαστική επιλογή βιωσιμότητας.

Προκειμένου να βρεθεί κοινός παρανομαστής και πεδίο συνεννόησης απαιτείται άμεση ευρωπαϊκή παρέμβαση, εφόσον οι Βρυξέλλες ενδιαφέρονται η κρίση να μην επιδράσει αρνητικά στις προμήθειες της ΕΕ. Διότι, θεωρητικά, η διακοπή τροφοδοσίας τής Ουκρανίας δεν επιδρά στην αντίστοιχη ευρωπαϊκή, από την άλλη, μια παρατεταμένη διένεξη θα μας στοιχίσει αργότερα. Ασφαλώς, προκειμένου να ενεργοποιηθούμε, ως έντιμος και αντικειμενικός διαμεσολαβητής, θα πρέπει να απομονώσουμε τους συναισθηματικούς δογματισμούς, όπως αυτοί εκφράζονται κατά κύριο λόγο από ορισμένες ανατολικές χώρες τής ΕΕ, καθώς επίσης, να μην συγχέουμε τους ευσεβείς πόθους με τα αντικειμενικά δεδομένα. Γιατί ο περιορισμός των μονοπωλίων είναι επιθυμητός, ανεξάρτητα από την προέλευση τους, όμως ταυτόχρονα χρειάζεται να ορίσουμε με καθαρότητα τις εναλλακτικές για την ευρωπαϊκή αγορά, αναγνωρίζοντας τις αδήριτες πραγματικότητες.

Πάντως, εντός τής ατζέντας θα πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή για την θέση τού Κιέβου ως κρίκου διαμετακόμισης, εφόσον εν τοις πράγμασι αποδείχθηκε ότι αυτή η σχέση εξάρτησης δεν λειτούργησε υπέρ των ευρωπαϊκών συμφερόντων. Στο βαθμό, λοιπόν, που οι ενεργειακοί μας δεσμοί με την Ρωσία θα διατηρηθούν, σύντομα θα βρεθούμε μπροστά σε ένα πραγματικό δίλημμα: Να μην πλήξουμε τις σχέσεις μας με τον σημαντικότερο προμηθευτή μας, αλλά συνάμα να μην υπονομεύσουμε το μέλλον τής Ουκρανίας, αποστερώντας της τα οφέλη –και την συνακόλουθη προστασία- που της προσφέρει η μεταφορά σημαντικών ποσοτήτων ρωσικού αερίου μέσω της επικράτειας της. Με την Μόσχα να επιθυμεί διακαώς να προχωρήσει με τον South Stream ώστε μακροπρόθεσμα να ακυρώσει την σημασία τού Κιέβου στο ενεργειακό παίγνιο, και πολλά ευρωπαϊκά κράτη να υποστηρίζουν αυτήν την προοπτική, οι Βρυξέλλες δεν έχουν μεγάλα περιθώρια παρέμβασης. Η αμεσότερη διευθέτηση της κρίσης, με ταυτόχρονες εγγυήσεις προς τον ρωσικό παράγοντα αλλά και δεσμεύσεις τού τελευταίου απέναντι σε ΕΕ και Ουκρανία, ενδέχεται να μετριάσει την προβληματική κατάσταση, πιθανότατα, ωστόσο, δεν θα αποτρέψει αρνητικές εξελίξεις γύρω από την θέση τής Ουκρανίας στην ενεργειακή σκακιέρα.

Το ίδιο διάστημα, επανήλθαν τα σενάρια διακοπής τής παροχής αερίου στην Γηραιά Ήπειρο. Θα ήταν, πάντως, ιδιαίτερα ζημιογόνο για το Κρεμλίνο να θέσει εκ νέου σε αμφισβήτηση την αξιοπιστία του ως κύριου προμηθευτή τής Ε.Ε. Σε αντίστοιχη περίπτωση το 2009, η Ρωσία είχε απεμπολήσει περίπου το 20% του μεριδίου τής ευρωπαϊκής αγοράς. Μόλις πριν λίγο καιρό άρχισε να ανακτά το απολεσθέν ποσοστό, άρα θα ήταν καταστροφικό να το επαναλάβει, και δη λαμβανομένου υπόψη πως πατώντας πάνω σε ανάλογες αφορμές συγκεκριμένοι κύκλοι τροφοδοτούν την επιχειρηματολογία σε βάρος της, στην κατεύθυνση ότι δεν νοείται ως αξιόπιστος προμηθευτής.

ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Πέραν τούτου, υπάρχει έντονη αλληλεξάρτηση. Η μεν Μόσχα στηρίζει μεγάλο κομμάτι των εσόδων της στις πωλήσεις αερίου και πετρελαίου στις Βρυξέλλες, δηλαδή σε ένα πελάτη που πληρώνει αδρά και στην ώρα του. Για δε την Ευρώπη, η Ρωσία θα εξακολουθήσει να είναι ο κύριος προμηθευτής αερίου τα επόμενα χρόνια, με τις εναλλακτικές –συμπεριλαμβανομένων των εγχώριων πηγών- να μην είναι παρά μόνο συμπληρωματικές.

Πρόσφατα παρουσιάστηκε μελέτη βάσει της οποίας μειώθηκαν οι εισαγωγές από τον μεγάλο ανατολικό μας γείτονα, εντούτοις, αυτή είναι μια μερικώς πλασματική εικόνα. Και τούτο διότι οφείλεται στην αντίστοιχη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου και της ανάλογης αύξησης χρησιμοποίησης άνθρακα ως πιο φθηνής μορφής ενέργειας. Σε μια υφεσιακή περίοδο ή έστω ασθενικής ανάπτυξης, και με την αναθεώρηση του στόχου συμμετοχής τής βιομηχανίας στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ από το 15% στο 20%, είναι αναμενόμενη η στροφή σε φθηνότερα καύσιμα, όπως ο λιγνίτης και ο γαιάνθρακας (κάρβουνο). Ταυτόχρονα, η ανάγκη για επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών ρύπων, αν τελικά δεν είναι ποσοτική με την αναγκαστική εισαγωγή ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) στο ενεργειακό μείγμα τής κάθε χώρας, θα δώσει την δυνατότητα για αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό μονάδων παραδοσιακών μορφών ενέργειας, γεγονός που θα προσφέρει και περισσότερες θέσεις εργασίας.