Το μέλλον για τα Γλυπτά τού Παρθενώνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μέλλον για τα Γλυπτά τού Παρθενώνα

Μια ειδική περίπτωση που απαιτεί ειδική λύση
Περίληψη: 

Πρόσφατα έγιναν κάποια μικρά βήματα προς την κατεύθυνση της επανένωσης των Μαρμάρων τού Παρθενώνα και αυτό δείχνει πως αυξάνεται συνεχώς η κατανόηση της αναγκαιότητας για επανένωση. Δυστυχώς, το Βρετανικό Μουσείο εξακολουθεί να κωφεύει στις εκκλήσεις για διάλογο υπό την αιγίδα τής Ουνέσκο. Ωστόσο, με καλή θέληση, λύσεις υπάρχουν. [*],[1],[2]

Ο FABRIZIO MIVALIZZI είναι σύμβουλος του προέδρου τής Ελβετικής Επιτροπής για την Επιστροφή των Γλυπτών τού Παρθενώνα

Το καλοκαίρι τού 2013 ο τότε υπουργός Πολιτισμού τής Ελλάδας, κ. Πάνος Παναγιωτόπουλος, ζήτησε από την Γενική Γραμματέα τής ΟΥΝΕΣΚΟ, Ιρίνα Μπόκοβα, στήριξη για να βρεθεί μια διέξοδος στην διακοσίων ετών διαφωνία σχετικά με την επιστροφή των Γλυπτών τού Παρθενώνα. Είναι πράγματι μια από τις πιο διάσημες και φορτισμένες, τόσο πολιτικά όσο και συναισθηματικά, διενέξεις που αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά. Μέσα από αυτήν την πρωτοβουλία, η Ελλάδα επέλεξε να προτείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο μια διαδικασία διαβούλευσης στο πλαίσιο κανόνων τής ΟΥΝΕΣΚΟ, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν το 2010 από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Προώθηση της Επιστροφής Πολιτιστικής Ιδιοκτησίας στις Χώρες Προέλευσης ή της Αποκατάστασης σε περίπτωση Αθέμιτης Οικειοποίησης. Ακολούθως, η ΟΥΝΕΣΚΟ απέστειλε μια επιστολή στις βρετανικές Αρχές, δηλαδή στον τότε υπουργό των Εξωτερικών, William Hague, την τότε υπουργό Πολιτισμού, Maria Miller, και τον διευθυντή τού Βρετανικού Μουσείου, Neil MacRegor, ζητώντας τους να συναινέσουν στην έναρξη διαλόγου υπό τους προβλεπόμενους κανόνες διαβούλευσης.

Μέχρι σήμερα, καλοκαίρι τού 2014, αυτό το αίτημα ακόμα περιμένει απάντηση. Οι αναλυτές τής τακτικής των Βρετανών ιθυνόντων σχετικά με την υπόθεση των Μαρμάρων τού Παρθενώνα εντοπίζουν σε αυτό το σημείο ένα ακόμα δείγμα στάσης, έναν τρόπο για να κερδηθεί χρόνος. Όσο εκκρεμεί η απάντηση, ελπίζουν ότι η προσοχή τού κοινού θα ελαττωθεί και ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα πιέσει ιδιαίτερα για επίλυση. Οι Έλληνες πολιτικοί σύντομα θα έρθουν αντιμέτωποι με «καπνογενείς βόμβες» ρητορείας. Όταν οι βρετανικές Αρχές δεν παίζουν με το χρόνο, επιδιώκουν να μεταθέσουν τις ευθύνες στους διοικούντες το Βρετανικό Μουσείο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο, αποποιούμενοι, κατά αυτόν τον τρόπο, την ευθύνη για εξεύρεση λύσης. Βεβαίως, κανείς δεν υποστηρίζει ότι θα είναι απλό να βρεθεί λύση. Όμως η πολυπλοκότητα των διαδικασιών λήψης αποφάσεων χρησιμοποιείται από τις βρετανικές Αρχές με τρόπο που καταλήγει σε ένα ατέρμονο κυνηγητό του σκύλου και της γάτας.

Ήρθε πλέον η στιγμή να δοθεί ένα τέλος σε τέτοιου είδους πρακτικές. Να δοθεί απάντηση σε μια ειλικρινή πρόταση για συζήτηση, καλή τη πίστει, σύμφωνα με τους κανόνες τής ΟΥΝΕΣΚΟ. Είναι ένα ζήτημα ευθύτητας να θελήσεις να καθίσεις στο ίδιο τραπέζι και να κουβεντιάσεις ένα τόσο σημαντικό θέμα με ένα φίλο κράτος, μέλος τής ΟΥΝΕΣΚΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, υπάρχει ένα λεπτό αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ενθαρρύνει ακόμα περισσότερο την δεκτικότητα για διάλογο. Αλλά η επιθυμία της επανένωσης των Μαρμάρων όχι μόνο αποκρυσταλλώνει τα συμφέροντα ενός κράτους-μέλους, αλλά απασχολεί όλους τους Ευρωπαίους, δεδομένης τής σημασίας τού Παρθενώνα ως ένα σπουδαίο μνημείο ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους τού Βρετανικού Μουσείου, το κατά μερικούς αποκαλούμενο «παγκόσμιο μουσείο», είναι ότι η επιστροφή των Μαρμάρων τού Παρθενώνα θα άνοιγε τον ασκό τού Αιόλου, δημιουργώντας ένα προηγούμενο για άλλα ενδεχόμενα αιτήματα σχετικά με την επιστροφή πολιτιστικής κληρονομιάς στις χώρες προέλευσης. Αυτό στην πραγματικότητα θα οδηγούσε στην εκκένωση των θαυμαστών εκθέσεων και των σταθερά αναπληρούμενων αποθεμάτων, τα οποία τόσο επιμελώς – αν και αυτό ελέγχεται σε κάποιες περιπτώσεις – έχουν φροντίσει για περισσότερα από διακόσια χρόνια οι διοικούντες το Βρετανικό Μουσείο. Αυτός ο φόβος μετατρέπεται σε δόγμα πολιτικής, το οποίο μπορεί να αποδοθεί στη φράση: «Δεν πιστεύω στις θεωρίες επιστροφής» (πρωτ. “I don’t believe in returnism”), όπως ελαφρά τη καρδία δήλωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, το 2013 κατά την διάρκεια επίσκεψης στην Ινδία [3]. Πρόκειται για ένα κατανοητό ψυχολογικό αντανακλαστικό, ωστόσο, ρίχνοντας μια ματιά στο σύνολο των αιτημάτων επιστροφής πρέπει κάποιος να παραδεχτεί ότι γενικεύσεις τέτοιου είδους δύσκολα ευσταθούν. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο στην υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως ακριβώς εξηγούν ξεκάθαρα τα παρακάτω τρία επιχειρήματα. Πράγματι, η απαίτηση για επανένωση είναι μια ειδική υπόθεση, που αξιώνει ειδική επίλυση.

Πρώτα από όλα, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, δηλαδή η ζωοφόρος, οι μετόπες και οι τα αετώματα, είναι μια μοναδική υπόθεση διότι αποτελούν ένα καλλιτεχνικό σύνολο. Τα Γλυπτά τού Παρθενώνα, που βρίσκονται στην Έκθεση Duveen, αποτελούν ένα αισθητικά αναπόσπαστο κομμάτι αυτού του συνόλου και των Μαρμάρων που βρίσκονται στην Αθήνα, και είναι εγγενώς συνδεδεμένα με το ναό ως μνημείο αρχιτεκτονικής, όπως το συνέλαβε ο Φειδίας. Το γεγονός ότι λαξεύθηκαν βάρβαρα και αποκόπηκαν βίαια από τον Παρθενώνα από τους ακολούθους τού λόρδου Έλγιν, οδήγησε στην χρήση τού νεολογισμού «ελγινισμός», ο οποίος χρησιμοποιείται για αναφορά σε πράξεις πολιτιστικού βανδαλισμού. Φυσικά, δεν είναι σκόπιμο να κρίνεται η ιστορία με γνώμονα τις σύγχρονες αξίες, αλλά οι πράξεις τού λόρδου Έλγιν έχουν ήδη κριθεί ως καταδικαστέες από τους δικούς του σύγχρονους. Ο λόρδος Βύρωνας είναι ένας από τους πλέον γνωστούς επικριτές, αλλά και ο Βρετανός βουλευτής Hammersley, ο Γερμανός συγγραφέας von Suckow, ο πρώτος Έλληνας αρχαιολόγος Πιττάκης [4], και πολλοί άλλοι καταδίκασαν τις πράξεις τού Έλγιν [5]. Έκτοτε, η κατακρεούργηση αυτού του καλλιτεχνήματος έχει γίνει φανερή σε κάθε γενιά. Δύο ακόμα σημεία συνηγορούν ως προς αυτό. Πρώτον, εκτός φυσικά από τον φυσικό ακρωτηριασμό των μορφών και του ανάγλυφου του γλυπτού, κατακερματίστηκε το αφήγημα που παρουσίαζαν. Ως εκ τούτου, το μήνυμα που αναπαριστούσαν, η πομπή των Παναθηναίων, όπως αποτυπωνόταν ως συνεχής ταινία, νοθεύτηκε. Δεύτερον, διαμελίζοντας στοιχεία όπως ο κορμός τού Δία, με το οπίσθιο τμήμα να εκτίθεται στο Λονδίνο και το εμπρόσθιο – σήμερα κάποιος θα το αποκαλούσε «six-pack» – να παραμένει στην Αθήνα, αποδεικνύεται ο απόλυτος παραλογισμός ενός τέτοιου διαμελισμού. Βλέποντας το απλό φυσικό αποτέλεσμα του ακρωτηριασμού, η επανένωση είναι απαίτηση της κοινής λογικής.