Νέα βρετανική πολιτική σκηνή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Νέα βρετανική πολιτική σκηνή

Τι έχουν κοινό η νίκη τού UKIP και το δημοψήφισμα της Σκωτίας
Περίληψη: 

Η νίκη τού UKIP στις ειδικές εκλογές και το δημοψήφισμα της Σκωτίας τον περασμένο μήνα μπορεί σαν γεγονότα να φαίνονται άσχετα. Αλλά και τα δύο αντανακλούν μια αλλαγή στην βρετανική πολιτική σκηνή: Ένα σχετικά σταθερό δικομματικό σύστημα δίνει την θέση του σε ένα πιο απρόβλεπτο.

Ο ANDREW HAMMOND είναι συνεργάτης στο LSE IDEAS στο London School of Economics. Έχει διατελέσει Ειδικός Σύμβουλος της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου.

Έχει περάσει λιγότερο από ένας μήνας από τότε που η εσωτερική πολιτική τού Ηνωμένου Βασιλείου κατέλαβε τα πρωτοσέλιδα σε όλο τον κόσμο με το εμβληματικό δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τής Σκωτίας. Ωστόσο, ένας ακόμη (κάπως μικρότερος) πολιτικός σεισμός κλόνισε ολόκληρο το βρετανικό εκλογικό τοπίο την Παρασκευή με την είδηση ότι το Κόμμα Ανεξαρτησίας τού Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP) έχει κερδίσει την πρώτη έδρα του στην Βουλή των Κοινοτήτων στο Clacton, στη νότια Αγγλία.

Το UKIP, ένα κόμμα χτισμένο γύρω από μια πολιτική για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ισχυρίζεται ότι η νίκη σηματοδοτεί μια «μετατόπιση των τεκτονικών πλακών τής βρετανικής πολιτικής». Και, πράγματι, θα μπορούσε να είναι ένας πρόδρομος για μια ακόμη νίκη τού UKIP στις ειδικές εκλογές στο Strood και το Rochester στις 20 Νοεμβρίου, τα οποία βρίσκονται, επίσης, στη νότια Αγγλία.

Σίγουρα, κάποιοι απορρίπτουν την επιτυχία τού UKIP την περασμένη Παρασκευή ως εκλογικό πυροτέχνημα. Αλλά αυτό αγνοεί την προηγούμενη επιτυχία τού κόμματος τον Μάιο, όταν κέρδισε τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Ηνωμένο Βασίλειο, και έγινε έτσι το πρώτο κόμμα, εκτός από τους Συντηρητικούς και τους Εργατικούς, που κέρδισε εθνικές εκλογές σε περισσότερα από 100 χρόνια.

Η νίκη τού UKIP στις ενδιάμεσες εκλογές και το δημοψήφισμα της Σκωτίας τον περασμένο μήνα μπορεί σαν γεγονότα να φαίνονται άσχετα. Αλλά και τα δύο αντανακλούν μια αλλαγή στην βρετανική πολιτική σκηνή: Ένα σχετικά σταθερό δικομματικό σύστημα δίνει την θέση του σε ένα πιο απρόβλεπτο. Στο μεγαλύτερο μεγάλο μέρος τής μεταπολεμικής περιόδου, η βρετανική πολιτική κυριαρχήθηκε από τους Συντηρητικούς και τους Εργατικούς. Μεταξύ 1945 και 1970, για παράδειγμα, τα δύο κόμματα κέρδισαν συνολικά κατά μέσο όρο πάνω από το 90% των ψήφων - και των εδρών - σε οκτώ βρετανικές γενικές εκλογές που διεξήχθησαν σε αυτό το διάστημα.

Ωστόσο, σε εννέα εκλογές που διεξήχθησαν μεταξύ 1974 και 2005, ο μέσος όρος μειώθηκε σημαντικά κάτω από το 75%. Και αυτό έχει επιφέρει σημαντικές πολιτικές αλλαγές που εξακολουθούν να εκτυλίσσονται ως σήμερα. Οι Φιλελεύθεροι έκαναν τα περισσότερα τις τελευταίες δεκαετίες για να ανοίξουν τον εναγκαλισμό των δύο μεγάλων κομμάτων με την εξουσία. Από το 1974 ως το 2005, ο μέσος όρος τού μεριδίου των Φιλελευθέρων (συμπεριλαμβανομένης μιας συμμαχίας μεταξύ των Φιλελευθέρων και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος του Ηνωμένου Βασιλείου [SDP] από το 1983 ως το 1987) στις βρετανικές γενικές εκλογές ήταν μόλις κάτω από 20%.

Παρά το γεγονός ότι οι Φιλελεύθεροι έχουν από παλιά πάρει ψήφους από τα δύο μεγάλα κόμματα, ο γενικότερος πολιτικός αντίκτυπος των Φιλελευθέρων στους Εργατικούς πιθανόν να υπήρξε πιο έντονος. Οι Φιλελεύθεροι έβαλαν το κόμμα τους στην εξουσία από το 1977 ως το 1978 στο πλαίσιο του συμφώνου Lib-Lab (Φιλελεύθεροι-Εργατικοί), και τα φιλοευρωπαϊκά στοιχεία τού Εργατικού Κόμματος εργάστηκαν με τους Φιλελεύθερους κατά την διάρκεια του δημοψηφίσματος για την ένταξη του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1975.

Ωστόσο, το 1981, μετά την ήττα των Εργατικών από τους Συντηρητικούς στις γενικές εκλογές του 1979, η δημιουργία τού SDP (που αργότερα εκείνο το έτος συμμάχησε με τους Φιλελεύθερους και τελικά έγιναν οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες που γνωρίζουμε σήμερα) κλόνισε τα θεμέλια της βρετανικής πολιτικής. Το SDP ιδρύθηκε από βασικές προσωπικότητες των Εργατικών που ανησυχούσαν για την αυξανόμενη δύναμη της αριστεράς στο εσωτερικό τού κόμματος.

Η συμμαχία Φιλελευθέρων-SDP κέρδισε γρήγορα μια σειρά από ενδιάμεσες εκλογές και πρώτευσε στις εθνικές δημοσκοπήσεις για κάποιο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, στις γενικές εκλογές τού 1983, η συμμαχία κέρδισε περίπου το 25% των ψήφων - η καλύτερη απόδοση τρίτου κόμματος στην μεταπολεμική εποχή και λίγο πίσω από το 27% που κατέγραψαν οι εργατικοί εκείνο το έτος.

Η επιτυχία τής συμμαχίας ήταν ένας παράγοντας που συνέβαλλε στην μακρά περίοδο των Εργατικών στην αντιπολίτευση από το 1979 ως το 1997, όταν υπέστησαν τέσσερις συνεχόμενες ήττες σε γενικές εκλογές. Πριν από το 1997, ο Πάντι Άσνταουν, τότε ηγέτης των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, και ο Τόνι Μπλερ, τότε ηγέτης των Εργατικών, είχαν συζητήσει το ενδεχόμενο μιας επίσημης κυβέρνησης συνασπισμού ώστε να επανενώσουν τις κεντροαριστερές ψήφους στην βρετανική πολιτική σκηνή. Ωστόσο, οι Εργατικοί κέρδισαν με συντριπτική πλειοψηφία το 1997 κάνοντας την προοπτική αυτή περιττή.

Εκτός από τους Φιλελεύθερους, πολλά άλλα κόμματα έχουν έρθει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένων του Σκωτικού Εθνικού Κόμματος (SNP) το οποίο κυβερνά στο Εδιμβούργο Κοινοβούλιο, του UKIP τού οποίου η δύναμη έγκειται σε μεγάλο βαθμό στο Ηνωμένο Βασίλειο, και των Πράσινων. Τις τελευταίες εβδομάδες, οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι, συνολικά, αυτά τα κόμματα και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες έχουν την υποστήριξη περίπου του 30% τού εκλογικού σώματος.

Πρόσφατα, είναι το UKIP που βλέπει την δύναμή του να ανεβαίνει, και αυτό έχει προκαλέσει ιδιαίτερα προβλήματα στο Συντηρητικό Κόμμα. Καθοδηγούμενος εν μέρει από την ελκυστικότητα του UKIP, που είναι πιο επιβαρυντική για τις ψήφους προς τους Συντηρητικούς παρά προς τους Εργατικούς, ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον υποσχέθηκε ότι αν κερδίσει την πλειοψηφία στις γενικές εκλογές τού 2015, θα πραγματοποιήσει μέχρι το 2017 ένα δημοψήφισμα για την παραμονή ή την αποχώρηση από την ΕΕ. Όπως κατέδειξαν οι πρόσφατες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε ένα τέτοιο δημοψήφισμα θα μπορούσε κάλλιστα να επικρατήσουν οι ψήφοι υπέρ της εξόδου τού Ηνωμένου Βασιλείου.

Καθώς το δικομματικό σύστημα διολισθαίνει, η βρετανική πολιτική έχει γίνει πιο αβέβαιη, επειδή είναι πιο δύσκολο για οποιαδήποτε ομάδα να εξασφαλίσει την πλειοψηφία στις γενικές εκλογές. Αυτό συμβαίνει παρά το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, το οποίο τείνει να παρέχει στο ηγετικό κόμμα έναν σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό εδρών στην Βουλή των Κοινοτήτων από ό, τι θα έπρεπε να του δοθεί με ένα πιο αναλογικό εκλογικό σύστημα.