Η παρανόηση περί «ανάπτυξης» και «λιτότητας» | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η παρανόηση περί «ανάπτυξης» και «λιτότητας»

Ο πολιτικός λαϊκισμός και ο ρόλος του στην καταστροφή τής οικονομίας

Εκτός, όμως, από την περίπτωση να είναι η δημοσιονομική πολιτική μια «εξωγενής μεταβλητή» του οικονομικού συστήματος, έστω και με περιορισμένους «βαθμούς ελευθερίας», υπάρχει και ένα άλλο ενδεχόμενο: Εκείνο των μηδενικών «βαθμών ελευθερίας». Τότε, όμως, πλέον, η δημοσιονομική πολιτική δεν είναι καν «εξωγενής». Είναι, αντίθετα, μια «ενδογενής» μεταβλητή τού οικονομικού συστήματος που υπερκαθορίζεται από τις υπόλοιπες μεταβλητές. Στην συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδας σήμερα, αίφνης, όσοι αναφέρονται στην ασθενή «ενεργό ζήτηση» ως αιτία τής βαθιάς δομικής της κρίσης, μάλλον αγνοούν αυτό που γνωρίζει πολύ καλά η λοιπή ανθρωπότητα, δηλαδή τον ακριβή λόγο για τον οποίον αναγκαστικά η «ενεργός ζήτηση» από το 2009 και εντεύθεν, είναι, ή φαίνεται να είναι, ασθενής! Σε γενικές γραμμές κάτι παρόμοιο είναι δυνατόν να συμβαίνει είτε διότι μια χώρα είναι χρεοκοπημένη και συνεπώς δεν είναι σε θέση να ακολουθήσει δημοσιονομική πολιτική κατά βούλησιν, είτε διότι, λόγω ίσως της εξαιρετικά έντονης προσπάθειας να τονωθεί η «ενεργός ζήτηση» στο πρόσφατο παρελθόν, χωρίς να ληφθούν τα κατάλληλα σύνδρομα μέτρα «συγκερασμού», μεγάλο μέρος τής παραγωγής της έχει καταστεί μη ανταγωνιστικό και ως εκ τούτου ο χειρισμός τής ζήτησης έχει ως στόχο να την καταστήσει εκ νέου ανταγωνιστική, πράγμα που δυστυχώς δεν συμβαδίζει με την δημοσιονομική επέκταση και την, μέσω αυτής, «τόνωση της ζήτησης».

Στην σημερινή χρεοκοπημένη Ελλάδα, συνεπώς, η δημοσιονομική πολιτική είναι εξ ανάγκης και αναπόφευκτα μια «ενδογενής», εξαρτημένη, μεταβλητή τής οικονομίας, γιατί η κεντρική προσπάθεια της οικονομικής πολιτικής αποβλέπει στην έξοδο τόσο από την «παγίδα χρέους», όσο και από την «παγίδα ανταγωνιστικότητας». Στις συγκεκριμένες συνθήκες η δημοσιονομική πολιτική δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει αυτόνομα εφ’ όσον κάτι τέτοιο δεν της το επιτρέπουν ούτε η χρεοκοπία, ούτε η έλλειψη ανταγωνιστικότητας.

Αυτήν την αλήθεια φαίνεται ότι δεν την αντιλαμβάνονται πολλοί, και σπουδαίοι ορισμένες φορές, οπαδοί τού θεωρητικού δίπολου «ανάπτυξη-λιτότητα». Αποτέλεσμα είναι να έχουν εκπονηθεί χιλιάδες αναλύσεις που στηρίζονται σε κάποιες στατιστικές παλινδρομήσεις μεταξύ του ποσοστού ανεργίας και του δημοσιονομικού ελλείμματος, από τις οποίες οι αναλυτές συνάγουν, πανηγυρικά, ότι είναι ήλιου φαεινότερον πως η «λιτότητα» προκαλεί και την ανεργία. Μόνο που αυτές οι «αναλύσεις» θα είχαν κάποιο νόημα εάν προηγουμένως είχαν καταφέρει να τεκμηριώσουν ότι η μεταβαπτισμένη σε «λιτότητα» δημοσιονομική αυστηρότητα δεν είναι αναγκαίο και αναπόφευκτο αποτέλεσμα προηγουμένων «αναπτυξιακών» πολιτικών και της καταστροφής που επέφεραν, αλλά είναι προϊόν μιας ηθελημένης πολιτικής επιλογής κάποιων κυβερνώντων οι οποίοι, ενώ διαθέτουν το εργαλείο τής «τόνωσης της ζήτησης» (δηλαδή γι’ αυτούς η δημοσιονομική πολιτική παραμένει μια ανεξάρτητη μεταβλητή με απεριόριστους βαθμούς ελευθερίας) αποφεύγουν, παρ’ όλ’ αυτά, να το χρησιμοποιήσουν διότι πραγματικός τους στόχος είναι να υπηρετήσουν το μεγάλο κεφάλαιο (το οποίο, όπως φαίνεται, για κάποιους εντελώς ακατανόητους λόγους, δεν επιθυμεί την ανάπτυξη, δηλαδή την μεγέθυνση της κερδοφορίας του!).

Προφανώς, όμως, αντί όλου αυτού του παραλογισμού, υπάρχουν πιο μετριοπαθείς εξηγήσεις για τον λόγο για τον οποίο οι κυβερνήσεις οδηγούνται αναγκαστικά στην δημοσιονομική αυστηρότητα: «…η σχέση μεταξύ λιτότητας και ανάπτυξης είναι πιο περίπλοκη όσο πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν. Κατά την εξέταση των αναπτυξιακών επιδόσεων κατά την διάρκεια της κρίσης, οι μακρο-οικονομολόγοι έχουν την τάση να εξετάζουν τις συγκεκριμένες πολιτικές οι οποίες έχουν εφαρμοστεί, χωρίς να αναρωτιούνται γιατί ακολουθήθηκαν αυτές οι πολιτικές. Η υπόθεση ότι οι πολιτικοί είχαν κακές συμβουλές ή ήταν παράλογοι μπορεί να φαίνεται ελκυστική για τους ακαδημαϊκούς, οι οποίοι έχουν την τάση να περιφρονούν τους πολιτικούς. Ωστόσο, μπορεί να υπάρχουν εναλλακτικές υποθέσεις: ... Δεν είναι η λιτότητα που προκάλεσε την χαμηλή ανάπτυξη, αλλά η χαμηλή ανάπτυξη η οποία προκάλεσε τελικά την λιτότητα. Με άλλα λόγια, οι χώρες που παρουσίασαν χαμηλή δυνητική ανάπτυξη, λόγω θεμελιωδών διαρθρωτικών προβλημάτων, όπως η παιδεία ή η χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας, η συσσωρευμένη περίσσεια δημόσιου και ιδιωτικού χρέους πριν από την κρίση προκειμένου να προσπαθήσουν να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο και τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας, τα οποία αποδείχθηκε ότι δεν είναι βιώσιμα και απαιτούσαν μια απότομη προσαρμογή, όταν ξέσπασε η κρίση» [5].

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ