Δικαιώνοντας την μεταβλητότητα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Δικαιώνοντας την μεταβλητότητα

Γιατί η διακύμανση των τιμών τού πετρελαίου ήρθε για να μείνει
Περίληψη: 

Πριν από τρία χρόνια, σε ένα δοκίμιο για το Foreign Affairs, είχαμε προβλέψει μια νέα εποχή αστάθειας των τιμών τού πετρελαίου. Η αγορά γελούσε μαζί μας: Τα επόμενα τρία χρόνια ήταν τα πιο ήρεμα εδώ και δεκαετίες. Τον περασμένο μήνα, όμως, η μεταβλητότητα επέστρεψε, και το δοκίμιο μας του 2011 εξηγεί το γιατί.

Ο ROBERT MCNALLY, πρόεδρος του Rapidan Group, υπηρέτησε ως ειδικός βοηθός τού Προέδρου στο U.S. National Economic Council και ανώτερος διευθυντής για την Διεθνή Ενέργεια στο U.S. National Security Council υπό τον πρόεδρο George W. Bush.
Ο MICHAEL LEVI είναι βασικός συνεργάτης για την Ενέργεια και το Περιβάλλον στην έδρα David M. Rubenstein στο Council on Foreign Relations.

Πριν από τρία χρόνια, σε ένα δοκίμιο για το Foreign Affairs [1], είχαμε προβλέψει μια νέα εποχή αστάθειας των τιμών τού πετρελαίου. Η αγορά γελούσε μαζί μας: Τα επόμενα τρία χρόνια ήταν τα πιο ήρεμα εδώ και δεκαετίες. Οι τιμές τού πετρελαίου, κατά μέσο όρο, διακυμαίνονταν μόλις κατά 3% κάθε μήνα και ακόμα λιγότερο από το ένα έτος στο άλλο. Η ηρεμία ήταν τόσο απόκοσμη που οι αναλυτές άρχισαν να χαιρετίζουν μια νέα εποχή σταθερότητας των τιμών τού πετρελαίου [2].

Ο περασμένος μήνας, ωστόσο, απείλησε την σιγουριά αυτής τής άποψης. Αυτό που ξεκίνησε ως μια σταδιακή διολίσθηση, από τα 115 δολάρια το βαρέλι στις 19 Ιουνίου στα 100 δολάρια το βαρέλι στις 8 Σεπτεμβρίου [3], μετατράπηκε σε κάτι πιο σοβαρό, με τις τιμές να βυθίζονται πολύ χαμηλά, στα 84 δολάρια μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου. Η αστάθεια επέστρεψε -και το δοκίμιο μας του 2011 εξηγεί το γιατί.

Η ιστορία ξεκίνησε αυτό το καλοκαίρι, όταν οι τιμές τού πετρελαίου άρχισαν να πέφτουν λόγω της αδύναμης οικονομικής ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο και της αύξησης της παραγωγής πετρελαίου στην Λιβύη. Περισσότερη προσφορά και μείωση της ζήτησης κατά κανόνα οδηγούν σε χαμηλότερες τιμές, αλλά οι έμποροι [τρέιντερς] υπέθεσαν ότι η Σαουδική Αραβία -ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον ΟΠΕΚ- θα περιορίσει την δική της παραγωγή για να κρατήσει την αγορά σταθερή, δημιουργώντας ένα κατώφλι τιμών περίπου στα 90 δολάρια ανά βαρέλι. Αντ’ αυτού, η Σαουδική Αραβία συγκλόνισε την αγορά, υπονοώντας ότι θα μπορούσε να ζήσει και με χαμηλότερες τιμές και ότι δεν θα βιαζόταν να μειώσει την παραγωγή. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές έπεσαν απότομα.

Αν είχαν διαβάσει το Foreign Affairs, οι τρέιντερς ίσως να μην είχαν καταληφθεί εξαπίνης τόσο πολύ. Στο δοκίμιό μας, υποστηρίξαμε ότι η Σαουδική Αραβία και οι συνεργάτες της στο πλαίσιο του ΟΠΕΚ δεν ήταν πλέον σε θέση ή δεν επιθυμούν να κατέχουν και να χρησιμοποιούν πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για να σταθεροποιήσουν την αγορά τόσο επιθετικά όσο παλαιότερα. Στο παρελθόν, όπως γράψαμε, εάν η ζήτηση αυξανόταν απροσδόκητα ή αν διακόπτετο ο εφοδιασμός, οι παραγωγοί τού ΟΠΕΚ με πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, με πιο γνωστή την Σαουδική Αραβία, θα απελευθέρωναν περισσότερο πετρέλαιο, εξισορροπώντας την προσφορά και την ζήτηση και διατηρώντας τις τιμές σταθερές. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας τού 2000, ωστόσο, η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της Σαουδικής Αραβίας σιγά-σιγά συρρικνώθηκε, μειώνοντας και την ικανότητα του Ριάντ να προλαμβάνει διακυμάνσεις των τιμών. Η Αραβική Άνοιξη δεν βοήθησε: Με απαιτήσεις για αύξηση των εγχωρίων δαπανών, η μείωση της παραγωγής και των πωλήσεων έγινε ακόμη πιο δύσκολη για κάθε χώρα που εξαρτάται από τα πετρελαϊκά έσοδα.

Η ΨΕΥΤΙΚΗ ΕΙΡΗΝΗ

Γιατί, λοιπόν, οι τιμές τού πετρελαίου ήταν τόσο σταθερές για τόσο πολύ καιρό; Πολλοί παρατηρητές έχουν αποδώσει την σταθερότητα στις μοναδικές ιδιότητες της αμερικανικής παραγωγής «σφικτού» πετρελαίου (tight oil). Η γεώτρηση και η ολοκλήρωση μιας «σφικτής» πετρελαιοπηγής παίρνει πολύ λιγότερο χρόνο από όσο η ολοκλήρωση μιας παραδοσιακής συμβατικής πετρελαιοπηγής, και οι «σφικτές» πετρελαιοπηγές μπορούν να παράγουν και να σταματήσουν να παράγουν μεγάλες ποσότητες πετρελαίου σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Έτσι, πολλοί πίστευαν ότι το «σφικτό» πετρέλαιο θα αντιδρά πιο εύκολα στις αλλαγές στην αγορά -ότι θα ήταν εύκολο να μειώνονται οι γεωτρήσεις όταν πέφτουν οι τιμές και θα πληθαίνουν οι νέες επενδύσεις και η παραγωγή, όταν οι τιμές αυξάνονται- κρατώντας έτσι τις τιμές σχετικά σταθερές.

Δυστυχώς, όπως, η παραγωγή «σφικτού» πετρελαίου δεν αποκρίνεται τόσο άμεσα στις αλλαγές όπως διαφημιζόταν. Δεκάδες εταιρείες σχιστολιθικού πετρελαίου με πολύ διαφορετικά οικονομικά και χρηματοπιστωτικά προφίλ δεν συντονίζονται η μία με την άλλη, κάνοντας την συλλογική τους αντίδραση στην πτώση των τιμών κατά πολύ λιγότερο αποτελεσματική από όσο όταν ηγείτο η Σαουδική Αραβία. Κανείς δεν ξέρει πόσο πολύ πρέπει να πέσουν οι τιμές για να αρχίσει να περιορίζεται αισθητά η προσφορά «σφικτού» πετρελαίου, αλλά οι αναλυτές αναμένουν να συνεχιστεί η αύξηση των γεωτρήσεων ακόμα και αν οι τιμές υποχωρήσουν περαιτέρω. Από την άλλη πλευρά, η αντίδραση στις αυξανόμενες τιμές με πολύ μεγαλύτερη παραγωγή «σφικτού» πετρελαίου θα μπορούσε να πάρει χρόνια.

Τελικά, η πιο συναρπαστική εξήγηση για την πρόσφατη σταθερότητα είναι η απλή τύχη. Κατά τα τελευταία λίγα χρόνια, ο κόσμος έχει δει μια σειρά από σημαντικές διαταραχές του εφοδιασμού με πετρέλαιο, από τον εμφύλιο πόλεμο στην Λιβύη ως τις κυρώσεις στο Ιράν και την αναταραχή στη Νιγηρία. Κανονικά, αυτά θα είχαν στείλει τις τιμές στα ύψη, καθώς η Σαουδική Αραβία δεν θα μπορούσε να τις αντισταθμίσει μόνη της. Αντ’ αυτού, όμως, οι διαταραχές αντισταθμίστηκαν σχεδόν τέλεια από απρόβλεπτα κέρδη στην παραγωγή αμερικανικού «σφικτού» πετρελαίου. Η νωθρή ανάπτυξη του ΑΕΠ βοήθησε επίσης να περιοριστεί η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου.

Οι κεντρικές τράπεζες έχουν επίσης κάποιο μερίδιο. Δεν είναι μόνο οι αγορές πετρελαίου που έχουν απολαύσει σχετική σταθερότητα κατά τα τελευταία λίγα χρόνια. Την απόλαυσαν και οι χρηματοπιστωτικές αγορές επίσης [4]. Το γεγονός αυτό οι αναλυτές συνήθως το αποδίδουν στην μαζική ρευστότητα που η Federal Reserve και άλλες κεντρικές τράπεζες διοχέτευσαν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα για την τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης. Πράγματι, θα αποτελούσε έκπληξη αν η πετρελαϊκή αγορά ήταν η μόνη ασταθής σε μια θάλασσα σχετικής ηρεμίας.

Τον περασμένο μήνα, ωστόσο, οι χρηματοοικονομικές αγορές έχουν καταστεί λιγότερο σταθερές, οδηγώντας τους επενδυτές να ανησυχούν για το τι θα κάνουν στην συνέχεια οι κεντρικές τράπεζες. Προσθέστε σε αυτό και την απροθυμία τής Σαουδικής Αραβίας να μειώσει την δική της παραγωγή πετρελαίου και, όπως είχαμε προειδοποιήσει το 2011, οι τιμές τού πετρελαίου ξαφνικά ταλαντεύονται.

ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΝΟΨΕΙ