Το δίκτυο του Δράκου
Με 632 εκατομμύρια χρήστες τού Διαδικτύου, η Κίνα έχει ήδη γίνει η μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρονικού λιανικού εμπορίου στον κόσμο, με περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις καταγεγραμμένες το 2013. Αν και τα ψηφιακά «καταστήματα» έχουν αλλάξει την εικόνα τού κινεζικού λιανεμπορίου, άλλοι σημαντικοί τομείς όπως η μεταποίηση και η υγειονομική περίθαλψη ήταν πολύ αργοί στο να αγκαλιάσουν το Διαδίκτυο. Η ψηφιακή μεταμόρφωση της Κίνας είναι μόνο στην αρχή, πράγμα που σημαίνει ότι μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία τού κόσμου θα μεταμορφώσει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο κάνει μπίζνες.
Ο JONATHAN WOETZEL είναι διευθυντής στο McKinsey Global Institute.
Ο JEONGMIN SEONG είναι βασικός συνεργάτης στο McKinsey Global Institute.
Ακριβώς όπως έχει κάνει σε άλλες οικονομίες σε όλο τον κόσμο, το Διαδίκτυο θα δημιουργήσει νέες αγορές δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά επίσης θα καταστρέψει παλαιότερες αγορές. Οι κινεζικές επιχειρήσεις θα πρέπει να προετοιμαστούν για τον πιο έντονο ανταγωνισμό που έχουν δει ποτέ. Για παράδειγμα, στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι εταιρείες τεχνολογίας αναδύθηκαν ως νέοι ανταγωνιστές για τις κατεστημένες τράπεζες. Με την ουσιαστική βάση των χρηστών τους και τις αναλυτικές τους ικανότητες, οι εταιρείες τεχνολογίας ήταν πιο εύκολα σε θέση να προσφέρουν νέες υπηρεσίες, όπως μικροδάνεια για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και κεφάλαια στις χρηματαγορές με υψηλότερες αποδόσεις από τις τραπεζικές καταθέσεις. Συνειδητοποιώντας το μεταβαλλόμενο τοπίο, τα κατεστημένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα άρχισαν να υπερασπίζονται το έδαφός τους αναπτύσσοντας το δικό τους ψηφιακό οικοσύστημα για να αυξήσουν την κινητικότητα και το ενδιαφέρον για τα δικά τους προϊόντα. Το Διαδίκτυο δίνει στις νέες επιχειρήσεις την δυνατότητα να αναπτυχθούν γρήγορα και με χαμηλό κόστος, απαλλαγμένες από κληρονομικά συστήματα και παραδοσιακούς τρόπους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Νέοι νικητές είναι πιθανόν να προκύψουν σε διάφορους κλάδους.
Οι Κινέζοι εργαζόμενοι θα πρέπει επίσης να παλέψουν με τους αποκλεισμούς. Ορισμένες θέσεις εργασίας θα αυτοματοποιηθούν. Ορισμένες εταιρείες θα αντιμετωπίσουν έλλειψη ψηφιακών ταλέντων. Η επιτυχία ή η αποτυχία των μεμονωμένων επιχειρήσεων θα καθοριστεί από την προθυμία των υπαλλήλων τους να μάθουν νέες δεξιότητες και να προσαρμοστούν σε νέους ρόλους. Η κινεζική κυβέρνηση και οι ηγέτες των επιχειρήσεων της χώρας θα πρέπει να εξετάσουν κατά πόσον οι εκτοπισμένοι εργαζόμενοι έχουν διεξόδους για επανεκπαίδευση και αν το εκπαιδευτικό σύστημα παράγει τις ψηφιακές δεξιότητες που απαιτούνται από μια περισσότερο ψηφιακή οικονομία. Ειδικά κατά τα πρώτα στάδια, η κυβέρνησης και οι ηγέτες των επιχειρήσεων θα πρέπει να προετοιμαστούν για αναστάτωση [στα εργασιακά]. Ωστόσο, καθώς η ψηφιακή επανάσταση εξελίσσεται, το Διαδίκτυο θα δημιουργήσει επίσης νέες ευκαιρίες απασχόλησης με την δημιουργία νέων αγορών και την διευκόλυνση της κατανομής των κεφαλαίων σε πιο παραγωγικές και ανταγωνιστικές περιοχές.
Οι κινεζικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν μια κρίσιμη πηγή απασχόλησης -ένας ρόλος που θα αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία καθώς οι μεγαλύτερες εταιρείες ψηφιοποιούν τις δραστηριότητές τους, ενδεχομένως απομακρύνοντας εργαζόμενους. Το Internet θα χαμηλώσει τα εμπόδια εισόδου στην αγορά για τις εταιρείες αυτές, επιτρέποντας στους επιχειρηματίες με νέες ιδέες να αναπτυχθούν γρήγορα και με χαμηλό κόστος. Το cloud computing μειώνει την ανάγκη για μεγάλες επενδύσεις σε συστήματα πληροφορικής, και το online μάρκετινγκ μπορεί να αγοραστεί σε μικρές δόσεις που στοχεύουν σε συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών. Οι αγορές ηλεκτρονικού εμπορίου προσφέρουν άμεση και απευθείας πρόσβαση στους καταναλωτές, μαζί με υπηρεσίες υποστήριξης, όπως οι πληρωμές και τα logistics. Το Διαδίκτυο μπορεί να βελτιώσει ακόμα και τις εξαγωγικές δυνατότητες: Πολλές μικρές και μεσαίες κινεζικές επιχειρήσεις γίνονται μικρο-πολυεθνικές (micromultinationals) που πωλούν σε πελάτες στο εξωτερικό, σε αγορές business -to-business. Οι εταιρείες start-up θα μπορούσαν να είναι μια πηγή πρωτοποριακών ιδεών˙ Στην πραγματικότητα, οι μεγαλύτεροι κινεζικοί γίγαντες του Διαδικτύου, όπως η Alibaba και η Tencent, είναι σχετικά νέες εταιρείες.
Το πρώτο βήμα προς την αξιοποίηση των δυνατοτήτων τού Διαδικτύου για να αυξηθεί η παραγωγικότητα και το ΑΕΠ είναι, φυσικά, η οικοδόμηση της αναγκαίας ψηφιακής υποδομής. Η οικιακή διείσδυση της ευρυζωνικότητας στην Κίνα ανήλθε σε μόλις 3% το 2013, αλλά η κυβέρνηση στοχεύει να επιτύχει διείσδυση 50% και 32,5% κάλυψη με 3G / LTE μέχρι το τέλος τού 2015. Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά στοιχεία από το Υπουργείο Βιομηχανίας και Τεχνολογίας των Πληροφοριών, η Κίνα είναι σε καλό δρόμο για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Ένα μεγάλο μέρος τής δυνητικής αξίας τού Διαδικτύου προέρχεται από το μοίρασμα δεδομένων (data sharing). Για παράδειγμα, στην υγειονομική περίθαλψη, ο συνδυασμός κριτικών και βαθμολογιών νοσοκομείων από πολλούς χρήστες μπορεί να κάνει περισσότερο διαφανή τα αποτελέσματα και την ικανοποίηση των ασθενών, οδηγώντας σε βελτιωμένη απόδοση, ενώ ο διαμοιρασμός των ηλεκτρονικών ιατρικών αρχείων σε πολλά νοσοκομεία μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη συνέχιση της φροντίδας για τους ασθενείς και σε περισσότερο αποτελεσματική διαχείριση της δημόσιας υγείας.
Αλλά οι πολιτικοί πρέπει να επιτύχουν την σωστή ισορροπία μεταξύ της ενθάρρυνσης του μοιράσματος των δεδομένων και της προστασίας τής ιδιωτικής ζωής. Στα τέλη τού 2012, η κυβέρνηση της Κίνας ανακοίνωσε μια προκαταρκτική δέσμη κανόνων όσον αφορά στην προστασία τής online ιδιωτικότητας, συμπεριλαμβανομένης της συγκατάθεσης του χρήστη για την συλλογή και την χρήση δεδομένων. Αλλά είναι απαραίτητα πρόσθετα μέτρα, όπως οι τρόποι διαχείρισης των συνεπειών της παραβίασης των κανόνων και ένα ευρύτερο κανονιστικό πλαίσιο πέρα από τους τομείς των τηλεπικοινωνιών και του Internet. Ένα ισορροπημένο σύνολο κανονισμών που θα διέπουν τα είδη των πληροφοριών που θα μπορούν να μοιράζονται οι εταιρείες, τους τύπους τής χρήσης που θα επιτρέπονται, καθώς και τον τύπο τής συγκατάθεσης του καταναλωτή που θα απαιτείται, θα μπορούσε να αφαιρέσει τους δισταγμούς σχετικά με την υιοθέτηση αναλύσεων «μεγάλων δεδομένων» (big data).