Αντίο λιτότητα; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αντίο λιτότητα;

Η νίκη τού ΣΥΡΙΖΑ και το μέλλον τής ευρωζώνης

Στην πράξη, ωστόσο, η εξυπηρέτηση του χρέους είναι λιγότερο δαπανηρή από όσο παραπέμπει το μέγεθός του, επειδή η πραγματική παρούσα αξία τού χρέους είναι πολύ χαμηλότερη και έχει μακροπρόθεσμη ωρίμανση και χαμηλά επιτόκια. Το επιτόκιο είναι πιθανόν να μειωθεί περαιτέρω -και η ωρίμανση να μετατεθεί στο μέλλον- κατά τις προσεχείς διαπραγματεύσεις, αν και ένα πιο εκτεταμένο κούρεμα του χρέους φαίνεται πρόωρο. Στην καλύτερη περίπτωση, η Ελλάδα θα μπορούσε ίσως να αναμένει πρόσθετη χαλάρωση μερικών από τους πιο αυστηρούς δημοσιονομικούς της στόχους, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης να παράγει ένα μεγάλο (4,5% του ΑΕΠ) πρωτογενές πλεόνασμα.

Τα μέτρα αυτά, ωστόσο, είναι απίθανο να αποδειχθούν επαρκή για την χρηματοδότηση του οικονομικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως υπό το πρίσμα ενός συνδυασμού υστέρησης εσόδων και εκροής τραπεζικών καταθέσεων που προκαλείται από την υφέρπουσα πολιτική αβεβαιότητα. Δεδομένου ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι επίσης αντίθετος με πολλές από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την αναμόρφωση της οικονομίας στην Ελλάδα και ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να μην έχει πρόσβαση στις διεθνείς χρηματαγορές, η υλοποίηση του προγράμματός του δεν απαιτεί τίποτα λιγότερο από μια δέσμευση από την ΕΕ για την χρηματοδότηση των μόνιμα αυξανόμενων ελλειμμάτων στην Ελλάδα. Αυτό απλά δεν είναι ρεαλιστικό.

Ο Τσίπρας αντιμετωπίζει έτσι την εξής επιλογή: Θα μπορούσε να αποδεχθεί τις όποιες προσαρμογές προσφέρει η τρόικα και να κάνει μια στροφή 180 μοιρών, στοιχηματίζοντας ότι η ελληνική οικονομία θα ωφεληθεί από την επακόλουθη πολιτική σταθερότητα, την πτώση των τιμών τού πετρελαίου και του ευρώ, και τις νέες πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε πρόσφατα η ΕΚΤ. Αν, πάνω από όλα αυτά, ο Τσίπρας αποδειχθεί ικανός να μεταρρυθμίσει την εμφανώς δυσλειτουργική διοίκηση στην Ελλάδα, να διορθώσει το συνταξιοδοτικό σύστημα, και να περιορίσει την διαφθορά και την φοροδιαφυγή, θα αναγνωριστεί ως ένας μεγάλος μεταρρυθμιστής και θα κυριαρχήσει στην ελληνική πολιτική για την επόμενη δεκαετία. Περιττό να πούμε ότι μια τέτοια στρατηγική απαιτεί σημαντικό όραμα, πολιτική ικανότητα, και ειδικούς ελιγμούς τόσο στις ευρωπαϊκές αρένες όσο και την ελληνική. Ο Τσίπρας και η ομάδα του, ωστόσο, είναι άπειροι, όσον αφορά στα παραπάνω. Επιπλέον, εάν οι προσαρμογές αυτές αποτύχουν να βελτιώσουν τις οικονομικές προοπτικές στην Ελλάδα, ο Τσίπρας θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την ίδια μοίρα με τον Σαμαρά, ο οποίος, όπως και αυτός, ξεκίνησε ως επικριτής τής λιτότητας, ή όπως ο προκάτοχός του, ο Παπανδρέου, του οποίου το πρόγραμμα δημοσιονομικής επέκτασης του 2009 ανατινάχθηκε στα χέρια του.

Εναλλακτικά, ο Τσίπρας θα μπορούσε απορρίψει την προσφορά τής τρόικας. Μπορεί να είναι απρόθυμος να κάνει μια τέτοια σημαντική στροφή και να αθετήσει τις υποσχέσεις του, λόγω της ιδεολογικής αντίθεσής του στις προσανατολισμένες προς την αγορά διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ή, μπορεί να είναι πρόθυμος να κάνει μια στροφή, αλλά να αποτύχει να πείσει το ουσιαστικό κομμάτι του κόμματός του, που αποτελείται από αδιόρθωτους σκληροπυρηνικούς μαρξιστές, να τον ακολουθήσει. Η Ελλάδα εξακολουθεί να υπόκειται στους όρους τού προγράμματος διάσωσης και χρειάζεται την τελευταία δόση των 7,2 δισ. ευρώ για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της. Ως εκ τούτου, προς το παρόν, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις τού προγράμματος –δηλαδή ακριβώς τον συνδυασμό τής λιτότητας και των μεταρρυθμίσεων που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποσχεθεί να ανατρέψει. Αυτό μπορεί να είναι αρκετό για να διαλύσει το κόμμα. Μια τέτοια εξέλιξη θα εγκαινιάσει μια πολιτική κρίση, οδηγώντας πιθανώς σε άλλον ένα γύρο εκλογών που θα υπονομεύσει περαιτέρω την εύθραυστη οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα. Σε εκείνο το σημείο, η Ελλάδα θα μπορούσε να δει το οτιδήποτε από μια μεγάλη συμμαχία μεταξύ ΝΔ και των μετριοπαθών τού ΣΥΡΙΖΑ μέχρι μια ολοκληρωτική οικονομική κατάρρευση και την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια ελληνική κατάρρευση και έξοδος από το ευρώ θα ήταν μια αρνητική εξέλιξη για την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και την ευρωζώνη. Από την μια πλευρά, η Γερμανία προτιμά να αποφευχθεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα, ακόμη και αν ευρέως θεωρείται ότι είναι διαχειρίσιμο και είναι απίθανο να προκαλέσει οικονομική μόλυνση. Θα πρέπει επίσης να ασχοληθεί με την εκτεταμένη απογοήτευση από την λιτότητα και την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες ψηφοφόροι, παρά την οικονομική ταλαιπωρία τους, εξακολουθούν να υποστηρίζουν την συμμετοχή τής χώρας στην ζώνη τού ευρώ με μεγάλα ποσοστά και θα τιμωρούσαν σκληρά οποιαδήποτε κυβέρνηση οδηγήσει την χώρα προς αυτή την κατεύθυνση. Ωστόσο, ακόμη και αν μπορούν να αποφευχθούν τα χειρότερα, ο δρόμος μπροστά θα είναι γεμάτος λακκούβες.

Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/142813/stathis-n-kalyvas/so-long-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στη διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στη διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr