Μαθήματα από την Λετονία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μαθήματα από την Λετονία

Ιδού πώς ξεπέρασε την κρίση η Ρίγα και τι λέει αυτό για την Ελλάδα

Είναι μια γνωστή ιστορία ανόδου και πτώσης: Το 2008, η περισσότερο υπερθερμασμένη οικονομία της Ευρώπης, η οποία είχε τροφοδοτηθεί από τις φθηνές πιστώσεις και την ταχεία αύξηση των μισθών και των τιμών των ακινήτων, κατέρρευσε. Το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 20% και η ανεργία αυξήθηκε σε πάνω από 20%. Αλλά εδώ είναι που τα πράγματα πήραν μια αναπάντεχη τροπή. Μέχρι τα τέλη του 2010, οι πρώτες αχτίδες ανάκαμψης κατέστησαν εμφανείς. Σήμερα, η οικονομία της είναι από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες στην Ευρώπη, και το ΑΕΠ της είναι πάλι στα επίπεδα προ της κρίσης.

Λοιπόν, πώς η Λετονία, η ηρωίδα αυτής της ιστορίας, το κατάφερε; Και υπάρχουν, όπως έχει προτείνει ο Anders Aslund [1] μεταξύ άλλων, μαθήματα για την Ελλάδα; Για να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, θα πρέπει να κοιτάξουμε πίσω στην μορφή της λετονικής οικονομίας [2] στην παραμονή της κρίσης του 2008.

Μετά το 2004, όταν η Λετονία προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, στην συνέχεια, συνέδεσε το νόμισμά της, το λατ (Lat), στο ευρώ λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, η χώρα είδε σχεδόν τέσσερα χρόνια πρωτοφανούς οικονομικής ανάπτυξης. Σε μεγάλο βαθμό, η ανάπτυξη τροφοδοτήθηκε από φθηνές πιστώσεις από ξένες ευρωπαϊκές τράπεζες (κυρίως σουηδικές). Καθ’ όλη την άνθηση, η κυβέρνηση της Λετονίας δεν κατάφερε να εξισορροπήσει τον προϋπολογισμό της, παρά το γεγονός ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού έναντι του ΑΕΠ μειώθηκε από περίπου 1% το 2004 σε λιγότερο από 0,3% το 2007˙ συγκριτικά, το ελληνικό έλλειμμα ήταν περίπου 3,5% του ΑΕΠ το 2014, μειωμένο από περισσότερο από 12% το 2013. Παρομοίως, ως συνέπεια της ταχείας οικονομικής ανάπτυξης, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε σε λιγότερο από 10% το 2007. Ως μέτρο σύγκρισης ο γερμανικός λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ το 2007 ήταν ελαφρώς υψηλότερος από το 60%, ενώ ο σημερινός ελληνικός λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ είναι κοντά στο 180%. Εν ολίγοις, τα δημόσια οικονομικά της Λετονίας ήταν, από κάθε άποψη σε καλή κατάσταση τις παραμονές της κρίσης.

22072015-1.jpg

Μια γυναίκα βαδίζει μπροστά σε έναν τοίχο με γκράφιτι στην Valka, στις 26 Οκτωβρίου 2013. INTS KALNINS / REUTERS
-----------------------

Από την άποψη της νομισματικής πολιτικής, το λετονικό Lat είχε σταθερή ισοτιμία με το ευρώ από το 2005, με την ένταξη στην ευρωζώνη να είναι πρωταρχικός στόχος της χώρας (στόχος που αργότερα πέτυχε, το 2014). Η σύνδεση με το ευρώ, σε συνδυασμό με τον υψηλό πληθωρισμό και τις υψηλές μισθολογικές αυξήσεις, χωρίς να ταιριάζουν με την αύξηση της παραγωγικότητας, οδήγησε σε ταχεία απώλεια της ανταγωνιστικότητας. Ωστόσο, η ταχεία οικονομική ανάπτυξη έδωσε στην κυβέρνηση της Λετονίας περιθώριο να αναβάλλει τις απολύτως απαραίτητες, αλλά και πολιτικά δύσκολες, θεσμικές μεταρρυθμίσεις.

Στην συνέχεια, έγινε χαμός. Μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το φθινόπωρο του 2008, η ρευστότητα πάγωσε. Η μεγαλύτερη εγχώρια τράπεζα αντιμετώπισε προβλήματα και εξαγοράστηκε από την κυβέρνηση της Λετονίας. Αντιμέτωπη με το φάσμα της εξάντλησης των μετρητών, η Ρίγα κάλεσε το ΔΝΤ να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με, μεταξύ άλλων, το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Παγκόσμια Τράπεζα, και την Σουηδία. Τα μέρη συμφώνησαν να παράσχουν διεθνή βοήθεια τον Δεκέμβριο του 2008. Κοινός στόχος τους ήταν να αντιμετωπιστεί η άμεση κρίση ρευστότητας, να διασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη σταθερότητα της χώρας, και να διατηρηθεί η συναλλαγματική ισοτιμία με το ευρώ.

Με την υποτίμηση του λετονικού Lat να έχει αποκλειστεί αμέσως (η υιοθέτηση του ευρώ και η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ήταν στόχοι για πάρα πολύ καιρό και μια υποτίμηση θα είχε σοβαρές συνέπειες για τον τραπεζικό τομέα, δεδομένου ότι η πίστωση από τα χρόνια της άνθησης ήταν εκφρασμένη σε Lat), η μόνη πραγματική επιλογή της κυβέρνησης της Λετονίας ήταν η προσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής, οι λεπτομέρειες της οποίας παρουσιάστηκαν στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό του 2009 και στον προϋπολογισμό για το 2010. Και οι δύο προϋπολογισμοί παρουσίασαν σημαντικές μειώσεις στις κοινωνικές παροχές συνοδευόμενες από μακράν καθυστερημένες περικοπές θέσεων εργασίας στις δημόσιες υπηρεσίες με το περίπου 30% των δημοσίων υπαλλήλων να απολύονται. Όσοι παρέμειναν στον δημόσιο τομέα, είδαν τους μισθούς τους να μειώνονται 25%, κατά μέσο όρο, ενώ οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα μειώθηκαν κατά μέσο όρο 10%. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι σε απάντηση στην απότομη αύξηση της ανεργίας, η κυβέρνηση επεξέτεινε τα επιδόματα ανεργίας.

Συνολικά, οι μειώσεις που έγιναν κατά την διάρκεια των ετών της κρίσης ανήλθαν σε περίπου 11% του ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιονομικής προσαρμογής έγινε στο σκέλος των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν και μέτριες αυξήσεις στο επίπεδο του φόρου εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας. Το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης συνεχίστηκε το 2011 και τα επόμενα χρόνια, παρότι η οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται και πάλι.

Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση ακολούθησε συμπληρωματικά μέτρα για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Λετονίας. Αυτά περιελάμβαναν μέτρα για την στήριξη της επιχειρηματικότητας και του εξαγωγικού προσανατολισμού των επιχειρήσεων, διοικητική μεταρρύθμιση, και έργα υποδομών -σε πολλές περιπτώσεις, χρηματοδοτημένα εν μέρει από επιχορηγήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ζωή στην Λετονία δεν ήταν απαραιτήτως εύκολη εκείνες τις ημέρες, και γι’ αυτό μπορεί να φαινόταν κάπως περίεργο όταν, το 2010, η κυβέρνηση που ήταν υπεύθυνη για την λιτότητα επανεξελέγη. Το κοινό, ίσως κατανοώντας ότι η επιβίωση στην κρίση και η διατήρηση της ισοτιμίας του ευρώ ήταν ο καλύτερος τρόπος για την ένταξη στην ευρωζώνη και την αποκόμιση των ωφελημάτων από την πλήρη ενσωμάτωση με τη Ευρώπη, απομακρύνοντας περαιτέρω την Λετονία από την Ρωσία και το σοβιετικό παρελθόν της, είχε αποφασίσει να στηρίξει τα σκληρά μέτρα της κυβέρνησης. Στα τέλη του 2010, τα πρώτα σημάδια της οικονομικής ανάκαμψης φάνηκαν στον ορίζοντα.

Υπάρχουν λίγα στις αρχικές συνθήκες της Λετονίας που αντανακλούν την Ελλάδα. Τα δημόσια οικονομικά της Λετονίας ήταν ισχυρά όταν χτύπησε η κρίση. Η περίοδος της οικονομικής κακοδιαχείρισης πριν από την κρίση ήταν πολύ μικρότερη στην Λετονία. Η πολιτική δέσμευση για την παραμονή στο ευρώ ήταν πολύ ισχυρή. Και μόλις το πρόγραμμα βοήθειας της Λετονίας αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης, οι πολιτικοί το εφάρμοσαν περισσότερο ή λιγότερο άμεσα. Επιπλέον, και ίσως πιο σημαντικό, το συνολικό θεσμικό πλαίσιο της Λετονίας, το οποίο μεταρρυθμίστηκε στην δεκαετία του 1990 μετά την ανεξαρτησία από σχεδόν 50 χρόνια σοβιετικής κατοχής, ήταν, αν και μακριά από τέλειο, πολύ πιο ουσιαστικό από ό, τι έχει θεσμοθετηθεί ποτέ στην Ελλάδα.

Η σημασία του θεσμικού πλαισίου δεν μπορεί να υπερεκτιμηθεί. Για να δούμε γιατί, σκεφτείτε μερικά παραδείγματα από το πιο πρόσφατο ελληνικό πακέτο διάσωσης. Η συμφωνία καλεί για αύξηση των φορολογικών συντελεστών. Αυτό έχει λίγο νόημα, όταν η ελληνική υπηρεσία εσόδων (στμ: η εφορία) έχει αποδειχθεί ανίκανη να συλλέγει τους φόρους ακόμα και με τους σημερινούς ρυθμούς˙ παρά τους υψηλούς θεσμοθετημένους φορολογικούς συντελεστές, οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές είναι αισθητά χαμηλότεροι. Και φαίνεται μάταιη η προσπάθεια πώλησης των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων μιας χώρας που βρίθει από υψηλή διαφθορά, χαμηλή παραγωγικότητα, και καμιά οικονομική ανάπτυξη. Επιπλέον, με ένα νομικό σύστημα ανίκανο να επιβάλλει την ισχύουσα νομοθεσία και χαρακτηρισμένο από αργές δικαστικές διαδικασίες, αναποτελεσματικά δικαστήρια και ελλιπή προστασία των επενδυτών, η νομική μεταρρύθμιση θα αποτελέσει απαραίτητη προϋπόθεση για την οικονομική ανάκαμψη.

22072015-2.jpg

Ένα πανό που δείχνει ένα λετονικό κέρμα ευρώ φαίνεται στην πρόσοψη των κεντρικών γραφείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά την διάρκεια μιας συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες, στις 20 Δεκεμβρίου 2013. FRANCOIS LENOIR / REUTERS
--------------------------------------

Με άλλα λόγια, το φάρμακο της Λετονίας δεν θα αποτελεί θεραπεία για την Ελλάδα, έναν πολύ πιο άρρωστο ασθενή. Για θεραπεία, η Ελλάδα θα πρέπει να δει πιο βόρεια προς την Φινλανδία και την Σουηδία, οι οποίες ξεπέρασαν τις δικές τους κρίσεις στις αρχές της δεκαετίας του 1990 [3]. Πριν από την βαθιά κρίση τους, και οι δύο χώρες είχαν περίπου 15 χρόνια κακών οικονομικών επιδόσεων χαρακτηρισμένων από απώλεια ανταγωνιστικότητας, από δημοσιονομικές ανισορροπίες, και από περισσότερο ή λιγότερο τακτικές υποτιμήσεις των αντίστοιχων νομισμάτων τους. Μια πιστωτική έκρηξη ακολούθησε την απορρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών στα μέσα της δεκαετίας του 1980, τόσο στην Φινλανδία όσο και στην Σουηδία. Το αποτέλεσμα ήταν δύο υπερθερμασμένες οικονομίες, και φούσκες στην αγορά ακινήτων. Η άνθηση στην πραγματική οικονομία σταμάτησε γύρω στο 1990, και δύο χρόνια αργότερα, τα τραπεζικά συστήματα των χωρών ουσιαστικά κατέρρευσαν.

Η κρίση ήταν τόσο βαθιά -η πτώση στο φινλανδικό ΑΕΠ από την κορυφή του 1990 στον πάτο του 1993 ήταν στο περίπου 14% και συνοδεύτηκε από αύξηση της ανεργίας από το 3% στο σχεδόν 20%- που οι πολιτικοί αναγκάστηκαν τελικά να αντιμετωπίσουν τα θεμελιώδη (θεσμικά) προβλήματα που μάστιζαν τις χώρες για πολλά χρόνια. Στα τρία με τέσσερα χρόνια μετά την αρχική οικονομική καταστροφή έγιναν αξιόλογες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, που κυμαίνονταν από την απόφαση και στις δύο χώρες να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι σημαντικές αλλαγές και στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας αμφοτέρων. Η Σουηδία αναθεώρησε επίσης το σύνταγμά της και διεύρυνε τον εκλογικό κύκλο από τρία σε τέσσερα χρόνια.

Παράλληλα, οι δύο χώρες ακολούθησαν λιτότητα και υποτιμήσεις των αντίστοιχων εθνικών νομισμάτων τους, μια θεραπεία που και οι δύο χώρες είχαν προσπαθήσει συχνά στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, χωρίς καμία επιτυχία. Αυτό που έκανε την διαφορά ετούτη την φορά ήταν ότι αντιμετωπίστηκαν οι θεσμικές, και ως εκ τούτου οι θεμελιώδεις ρίζες των προβλημάτων.

Το σκανδιναβικό μάθημα για την Ελλάδα είναι σαφές: Αν δεν συνοδεύεται από σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, ούτε η λιτότητα ούτε το Grexit θα λειτουργήσει. Ωστόσο, σε μια δημοκρατία, οι θεμελιώδεις θεσμικές αλλαγές δεν μπορούν να επιβληθούν από το εξωτερικό -απαιτείται ισχυρή πολιτική βούληση και υποστήριξη από τον πληθυσμό. Παρά την βαθιά ελληνική κρίση, η χώρα φαίνεται ότι εξακολουθεί να στερείται και τα δύο. Έτσι, η τελευταία συμφωνία για την Ελλάδα φαίνεται καταδικασμένη να αποτύχει. Πράγματι, το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι ότι θα οδηγήσει την χώρα σε ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια και απελπισία.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/latvia/2015-07-20/latvian-lessons

Σύνδεσμοι:
[1] http://berlinpolicyjournal.com/myths-of-austerity-and-paul-krugman/
[2] http://bookstore.piie.com/book-store/6024.html
[3] https://www.google.com/url?sa=t&rct=j&q=&esrc=s&source=web&cd=1&cad=rja&...

Μπορείτε να ακολουθείτε το Foreign Affairs The Hellenic Edition στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition