Η ακραία αντι-εξτρεμιστική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ακραία αντι-εξτρεμιστική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου

Γιατί δεν πρόκειται να λειτουργήσει

Μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και μέχρι πρόσφατα, το Ηνωμένο Βασίλειο ίσως να ακολούθησε τον υπερατλαντικό σύμμαχό του στην εξωτερική πολιτική στον Μουσουλμανικό κόσμο, αλλά στον τομέα της εγχώριας μουσουλμανικής εμπλοκής, συχνά ηγήθηκε. Κατά την έναρξή της πριν από μια δεκαετία, η «Στρατηγική Πρόληψης» του Ηνωμένου Βασιλείου –με στόχο να αποτρέψει τους Βρετανούς πολίτες από το να προσελκύονται από την τρομοκρατία- εκλαμβανόταν ευρέως μεταξύ των συμμάχων της Βρετανίας ως ένα καινοτόμο ξεκίνημα της δέσμευσης της κοινότητας στην μάχη κατά του ισλαμιστικού εξτρεμισμού. Είχε στοιχεία εγχώριων και διεθνών σχέσεων και ενέπλεκε έναν συνεχώς αυξανόμενο αριθμό κυβερνητικών Υπηρεσιών. Το πνεύμα της Πρόληψης –αν όχι και το «γράμμα»- ολοένα και περισσότερο προσαρμοζόταν στις αναδυόμενες ανησυχίες σχετικά με την εγχώρια τρομοκρατία και σε άλλα περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρώπης και ακόμη και του μουσουλμανικού κόσμου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η ιδέα ήταν εμφανής από την εξέλιξη της κοινοτικής αστυνόμευσης στην Νέα Υόρκη μέχρι τον διορισμό απεσταλμένου των ΗΠΑ στον Οργανισμό της Ισλαμικής Διάσκεψης.

11082015-2.jpg

Αστυνομικοί ερευνούν μια ομάδα Μουσουλμάνων διαδηλωτών κοντά στην κατοικία του πρωθυπουργού της Βρετανίας, Ντέιβιντ Κάμερον, στο Λονδίνο, στις 24 Μαΐου 2011. SUZANNE PLUNKETT / REUTERS
-------------------------------

Αλλά η βρετανική Στρατηγική Πρόληψης έγινε θύμα της ίδιας της τής σαρωτικής φιλοδοξίας να προωθήσει πολίτες-μοντέλα υποστηρίζοντας «μετριοπαθείς» Μουσουλμάνους. Η πρόσφατη εστίαση του Κάμερον να αντιμετωπίσει τον μη βίαιο εξτρεμισμό ως νόμιμα τιμωρούμενη εγχώρια εγκληματικότητα, αποτελεί το αποκορύφωμα των εσωτερικών αντιφάσεων που η Πρόληψη παρουσιάζει πάντα στις φιλελεύθερες κοινωνίες. Πράγματι, με το να στρέφει την προσοχή από εκείνους που συμμετέχουν άμεσα σε πράξεις τρομοκρατίας σε αυτούς που, όπως το έθεσε ο Κάμερον, μόνο «ήσυχα τις συγχωρούν», ο Κάμερον έχει έρθει αντιμέτωπος με την μακροχρόνια αξία της ελευθερίας της έκφρασης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι απίθανο να είναι σε θέση ή να θέλουν να αναπαράγουν αυτήν την νέα πολιτική. Σε αντίθεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η πολιτική του Cameron κατά του εξτρεμισμού είναι κατά κύριο λόγο τοποθετημένη ως μια επίθεση στον ηθικό σχετικισμό της πολυπολιτισμικότητας, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η δημόσια συζήτηση γύρω από την εν λόγω νομοθεσία έχει επικεντρωθεί περισσότερο στις ανησυχίες για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και την μαζική παρακολούθηση, ειδικά στον απόηχο της υπόθεσης Έντουαρντ Σνόουντεν.

Παρ’όλα αυτά, η απόλυτη αξία της κάθε πολιτικής έγκειται στο αν όντως λειτουργεί: Εάν η Πρόληψη στόχευε να σταματήσει τους Βρετανούς πολίτες από το να γίνουν τρομοκράτες, έχει αποτύχει. Αν στόχευε να μειώσει την σωρεία των Δυτικών ισλαμιστών τρομοκρατών που ταξιδεύουν σε θέατρα συγκρούσεων, έχει επίσης αποτύχει˙ ο αριθμός των τζιχαντιστών τουριστών που εντάσσονται στο ISIS έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Και αν η Πρόληψη είχε ως στόχο να δημιουργήσει ουσιαστικές σχέσεις μεταξύ του κράτους και της μουσουλμανικής κοινωνίας των πολιτών, έχει αποτύχει επειδή δεν έχει δημιουργήσει εμπιστοσύνη. Και αυτή είναι ίσως η πιο σημαντική πτυχή: Για να είναι αποτελεσματική, η εμπλοκή της κυβέρνησης με τις θρησκευτικές κοινότητες πρέπει να βασίζεται στην εμπιστοσύνη. Χωρίς αυτήν, οι Δυτικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να ασκήσουν εξουσία στις συναλλαγές τους με τις μουσουλμανικές κοινότητες, μπορούν μόνο να προβάλλουν εξουσία και τούτο, με την σειρά του, να τροφοδοτεί διαμαρτυρίες. Με το να επεκτείνει την εμβέλεια της κρατικής εξουσίας αντί να τείνει την χείρα της εμπιστοσύνης στις μουσουλμανικές κοινότητες, οι οποίες ήδη αισθάνονται στιγματισμένες συλλογικά, η νέα στρατηγική του Κάμερον αποξενώνει πολλούς από τους ανθρώπους που ακριβώς έχει ως στόχο να πείσει.

Εκτός από την πολιτική υπέρβαση της προσπάθειας αναμόρφωσης της μουσουλμανικής μετριοπάθειας και την προώθηση ενός πολιτιστικού στίγματος κατά μουσουλμανικών κοινοτήτων, το σχέδιο του Κάμερον είναι ασαφές στον ορισμό του όρου «μη-βίαιος εξτρεμισμός», που φαίνεται ότι θα αναβιβαστεί σε κάτι που θα έρχεται σε αντίθεση με την εξίσου θολή έννοια των «βρετανικών αξιών». Αυτά τα προβλήματα ήταν εμφανή στην ομιλία του στο Μπέρμιγχαμ, όπου εμφανίστηκε να θέλει να καταπνίξει, ακόμη και μη βίαιες μορφές μουσουλμανικής διαφωνίας και ελεύθερης έκφρασης και επίσης ανάμιξε τον ισλαμιστικό εξτρεμισμό με μια σειρά από κοινωνικά δεινά που δεν αφορούν αποκλειστικά τους Μουσουλμάνους -από την παιδική σεξουαλική κακοποίηση μέχρι τα εγκλήματα τιμής. Με τον τρόπο αυτό, ο ίδιος πιθανότατα έσπρωξε τους Βρετανούς Μουσουλμάνους πιο μακριά.

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνώρισαν όλο και περισσότερο ότι δεν ήταν απρόσβλητες από το πρόβλημα της εγχώριας τζιχαντιστικής τρομοκρατίας κατά τα έτη μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, συχνά έβλεπαν προς το Ηνωμένο Βασίλειο για διδάγματα. Η βρετανική πολιτική για την μουσουλμανική δέσμευση, εκείνη την εποχή, θεωρείτο ως πιο ανεπτυγμένη και διαφοροποιητική. Αλλά ίσως τώρα είναι η βρετανική κυβέρνηση που θα μπορούσε να μάθουν κάτι από την Ουάσιγκτον. Για να βοηθήσει στην πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης εγχωρίως, ο Κάμερον θα ωφεληθεί αν μελετήσει τις προσπάθειες της Ουάσινγκτον να οικοδομήσει μια ευρύτερη και πιο εξελιγμένη πολιτική δομή για την αντιμετώπιση της θρησκείας στην δημόσια σφαίρα –μια πολιτική που προσπαθεί να προχωρήσει πέρα από μια μοναδική εστίαση στο Ισλάμ και στην τρομοκρατία. Με την πρόοδο του ISIS αμείωτη, είναι ακόμα πιο σημαντικό για τις Δυτικές κυβερνήσεις να οικοδομήσουν εμπιστοσύνη με τους Μουσουλμάνους πολίτες τους.

Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.