Το Κυπριακό Ζήτημα μετά την εκλογή Ακιντζί | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το Κυπριακό Ζήτημα μετά την εκλογή Ακιντζί

Μια κοινωνιολογική προσέγγιση

Το τουρκικό κράτος ανά τους αιώνες ασκεί με χαμαιλεοντικό τρόπο την εξωτερική του πολιτική με σκοπό την συσπείρωση των κατοίκων που κατά καιρούς διέμεναν στα εδάφη του. Έτσι, ενώ κατά την διάρκεια της ίδρυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο μουσουλμανισμός ήταν το τέχνασμα των Σουλτάνων για τη συνοχή και τον κοινωνικό προσδιορισμό των αλλογενών και των πολυπολιτισμικών ομάδων που βρέθηκαν να διαβιούν στην ίδια γεωγραφική περιοχή υπό την διοικητική αρχή του μογγολικού φύλου, κατά τον 20ο αιώνα, η τουρκική πολιτική αλλάζει και σύμφωνα με την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών προσπαθεί να δημιουργήσει ένα εθνικό κράτος προβαίνοντας σε εθνικές εκκαθαρίσεις, που στην ουσία των πραγμάτων ήταν θρησκευτικές, μιας και η πλειονότητα των εκδιωκόμενων από την τουρκική γη ήταν Χριστιανοί στο θρήσκευμα. Είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι τα στίφη του Κεμάλ που εξανδραπόδισαν χιλιάδες Αρμένιους και Έλληνες δεν ήταν τουρκικής καταγωγής, αλλά Κούρδοι ή άλλες εκτουρκισμένες φυλές. Στα χρόνια που ακολούθησαν και κυρίως μετά τα μέσα του 20ου αιώνα, οι Τούρκοι ηγέτες άρχισαν να εκφράζουν μια πολιτική με κατά βάση εθνικά χαρακτηριστικά, αποδιώχνοντας και περιθωριοποιώντας οποιοδήποτε στοιχείο που μέχρι πρότινος αποτελούσε την βάση του κατ’ επίφαση εθνισμού του, όπως ήταν οι Κούρδοι.

Τι συμβαίνει, όμως, με την Κύπρο; Η Μεγαλόνησος, στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν περιήλθε στην βρετανική διοίκηση, αποτελείτο ως επί το πλείστον από Έλληνες στην καταγωγή κατοίκους και από μουσουλμανικό πληθυσμό. Και ήταν Μουσουλμάνοι, καθώς, όπως έχει ήδη αναφερθεί, η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσπάθησε να δομήσει την συνοχή του κράτους της πάνω σε θρησκευτικά χαρακτηριστικά, εξισλαμίζοντας πολυάριθμες πληθυσμιακές ομάδες. Για τον συγκεκριμένο πληθυσμό, αποσιωπήθηκε τεχνηέντως η πραγματική εθνική του προέλευση από την τουρκική πλευρά κατά τις διαπραγματεύσεις για την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου την δεκαετία του ’50. Εκτός των άλλων, η Κύπρος, χάρη στην γεωστρατηγική της θέση και την ύπαρξη πλούσιων ορυκτών και αερίων κοιτασμάτων σε αυτήν, αποτελεί μια περιοχή που θέλει με οποιοδήποτε τρόπο να εκμεταλλευτεί η Τουρκία για τα συμφέροντά της. Είναι, όμως, η εν λόγω μειοψηφική μουσουλμανική ομάδα που διαβιεί στην Κύπρο όντως τουρκικής προέλευσης ή εκτουρκισμένη;

Βεβαίως, καλώς ή κακώς, η διεθνής διπλωματία έχει κρίνει ότι ο συγκεκριμένος πληθυσμός είναι τουρκικός και πάνω σε αυτή την βάση διεξάγονται ανέκαθεν και οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού. Τόσο κατά την δεκαετία του 1950, όσο και μεταγενέστερα, οι διαπραγματεύσεις όφειλαν να στοχεύουν στην δημιουργία μιας κρατικής οντότητας με κύριο στοιχείο τον γεωγραφικό προσδιορισμό και όχι στην ιδεολογική διάσπαση των πολιτών, τονίζοντας την διαφορετικότητα της καταγωγής τους.

Οι κάτοικοι της νήσου, ανεξαρτήτου προέλευσης, διαβιώνοντας επί εκατονταετίες στον τόπο αυτό, ίδρυσαν έναν πολιτισμό, τον κυπριακό, συμπίλημα λαογραφικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών των δύο εθνικών ομάδων και του γεωγραφικού περιβάλλοντος της περιοχής. Ο πολιτισμός είναι η εξελικτική πορεία μιας κοινωνίας, η οποία διαμορφώνει την ιδιαιτερότητά της, έχοντας συστατικό στοιχείο τα άτομα που την απαρτίζουν. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παρερμηνευτεί η έννοια του πολιτισμού, όπως ερμηνεύεται σε ένα εθνικό κράτος. Εξυπακούεται ότι η πλειονότητα των χωρών που απαρτίζουν τον Παγκόσμιο Χάρτη είναι πολιτειακά μορφώματα που ιδρύθηκαν από την κοινή καταβολή των κατοίκων τους. Γι’ αυτόν άλλωστε τον λόγο, σε κάποια στιγμή της πολιτικής ιστορίας τους, εξέφρασαν την αναγκαιότητα της θεσμικής τους αυτοδιάθεσης από μια ξένη προς αυτούς εθνική διοίκηση. Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπεται η κατάληξη που είχε η συσπείρωση συνονθυλεύματος εθνικών ομάδων, όπως συνέβη στην πρώην ΕΣΣΔ και την πρώην Γιουγκοσλαβία.

Η Κύπρος είναι μια πολύ διαφορετική περίπτωση, καθώς ο λαός της, είτε με ελληνικές καταβολές είτε με τουρκικές, είχε δημιουργήσει λειτουργικές δομές ενιαίου συνόλου. Μέχρι την δεκαετία του 1950, είχαν μάθει να λειτουργούν και να ζουν ενωμένοι. Το Κυπριακό Ζήτημα γεννήθηκε αφενός λόγω των αποσχιστικών τάσεων που δημιούργησε στις μουσουλμανικές ομάδες η προπαγανδιστική πολιτική των Βρετανών, αφετέρου εξαιτίας της απόφασης μέρους των Ελληνοκυπρίων να ενωθούν με την Ελλάδα μετά την ανεξαρτητοποίηση. Μέχρι την δεκαετία του 1950, η Τουρκία είχε ασκήσει μια χαλαρή ως αδιάφορη πολιτική απέναντι στους Τουρκοκυπρίους. Παράλληλα, δεν ήταν ποτέ στόχος των ελληνικών κυβερνήσεων να προσαρτήσουν την νήσο στην ελληνική επικράτεια. Από τα γεγονότα αυτά γίνεται αντιληπτό ότι η σημερινή πολιτική της Τουρκίας που έχει στοιχεία έντονου αλυτρωτισμού, είναι απότοκος των χειρισμών της δυτικής διπλωματίας στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Η Κύπρος όφειλε να θεσμοθετηθεί ως ενιαίο λαϊκό μόρφωμα, καθώς οι πολίτες της είχαν εγκαθιδρύσει έναν πολιτισμό, τον κυπριακό, αποτέλεσμα των αιώνων διαβίωσης των δύο εθνικών ομάδων και της γεωγραφικής ιδιομορφίας του τόπου. Στο νέο κρατικό μόρφωμα αποδόθηκε το όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν προκρίθηκε μια ονομασία που θα εξέφραζε την ομοσπονδοποίηση των δύο εθνικών ομάδων, παρά το γεγονός ότι, όπως αποδείχτηκε, υπήρχε πρόθεση μειονοτικού διαχωρισμού του πληθυσμού από μέρους των τριών εγγυητριών δυνάμεων, Ελλάδας, Μ. Βρετανίας και Τουρκίας.

Η ΚΥΠΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ 1974