Ζήτημα ζήλιας περί τον Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ζήτημα ζήλιας περί τον Πούτιν

Τι κρύβεται πίσω από την εμμονή με τον ηγέτη της Ρωσίας
Περίληψη: 

Από τότε που κέρδισε την τρίτη θητεία του ως πρόεδρος, ο Πούτιν έχει επιτύχει ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα ποσοστών λαϊκής αποδοχής που υποτίθεται ότι κυμαίνονται στην περιοχή από 80% έως 90%. Ακόμη και με μια παραδοχή ότι κάποιο κλάσμα αυτών των υπερβολικών ποσοστών αποδοχής είναι ψεύτικο, ο Πούτιν είναι πολύ πιο δημοφιλής από τους Δυτικούς ομολόγους του.

Η VALERIE SPERLING είναι καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Clark και η συγγραφεύς του βιβλίου με τίτλο Sex, Politics, and Putin: Political Legitimacy in Russia [1].

Όπως είπε κάποτε ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, «Η αρκούδα δεν ζητά άδεια από κανέναν». Πράγματι, τα τελευταία δύο χρόνια, έχει δείξει στον κόσμο ότι είναι μια πολιτική αρκούδα -από την υφαρπαγής γης και την διαιώνιση των συγκρούσεων στην Ουκρανία [2 ] μέχρι την πρόσφατη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία [3]. Και όμως, ακόμη και καθώς Δυτικοί ηγέτες έχουν εξοργιστεί με τις ενέργειες του Πούτιν, συντηρητικές πολιτικές προσωπικότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βιώσει κάποιο φθόνο για τον Πούτιν. Για παράδειγμα, ενώ θρηνεί για την υποτιθέμενη αδυναμία του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, η Σάρα Πέιλιν φαίνεται να νοσταλγεί έναν πρόεδρο [4] ο οποίος, όπως και ο Πούτιν, «παλεύει με αρκούδες και τρυπά [την γη] για πετρέλαιο» [4]. Ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Ρούντι Τζουλιάνι, έχει επίσης υπαινιχθεί τον θαυμασμό του για τον Πούτιν, λέγοντας ότι «Παίρνει μια απόφαση και την εκτελεί ... Αυτό αποκαλείται ηγέτης».

Από τότε που κέρδισε την τρίτη θητεία του ως πρόεδρος, ο Πούτιν έχει επιτύχει ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα ποσοστών [λαϊκής] αποδοχής που υποτίθεται ότι κυμαίνονται στην περιοχή από 80% έως 90%. Ακόμη και με μια «δικτατορική έκπτωση» -η παραδοχή ότι κάποιο κλάσμα αυτών των υπερβολικών ποσοστών αποδοχής είναι φανταστικό- ο Πούτιν είναι πολύ πιο δημοφιλής από τους Δυτικούς ομολόγους του, οι οποίοι πρέπει να υπομένουν σχετικά αυτόνομα και σκανδαλοθηρικά μέσα ενημέρωσης και ζωηρή δημόσια συζήτηση για κάθε πολιτικό και κάθε προσωπικό ζήτημα, από τις σεξουαλικές σχέσεις μέχρι την σωστή χρήση των e-mail servers. Ο Πούτιν, σε αντίθεση με τους πολιτικούς σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, μπορεί να αποφεύγει κάλλιστα το απέραντο άγχος της προεκλογικής εκστρατείας, το να πρέπει να υπερασπιστεί τις θέσεις της πολιτικής του, το να αγωνίζεται να κερδίσει την προσοχή, και το να οικοδομεί ένα οπλοστάσιο υστέρων δικαιολογιών για γκάφες, ανακρίβειες και λάθη.

Παρά το γεγονός ότι ο Πούτιν είναι απαλλαγμένος από τέτοια ενοχλητικές δυσκολίες, η κυβέρνησή του -όπως και όλες οι κυβερνήσεις που στοχεύουν να παραμείνουν στην εξουσία- χρειάζονται έστω μια ελάχιστη δημόσια στήριξη [5]. Λίγα καθεστώτα επιβιώνουν για δεκαετίες αποκλειστικά με τον εξαναγκασμό, που σε σε κάθε περίπτωση είναι μια δαπανηρή επιλογή. Πολλά από αυτά που ο Πούτιν έχει κάνει στο εξωτερικό είναι υπολογισμένα για το εγχώριο ακροατήριό του. Αυτά που μπορεί να μοιάζουν επιθετικές, αμφιλεγόμενες ή ακόμη και επικίνδυνες αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής υπήρξαν ευρέως ευπρόσδεκτες από τον ρωσικό λαό ως απόδειξη της ρώμης και της επιρροής του αρχηγού τους.

06112015-1.jpg

Ο Πούτιν οδηγεί μια Harley, στις 24 Ιουλίου 2010. SERGEI KARPUKHIN / REUTERS
-------------------------------------

Μέρος του λαϊκού ενθουσιασμού του κοινού για τον Πούτιν και για ό, τι φαίνεται να είναι αυξανόμενα αψήφιστη εξωτερική πολιτική, πηγάζει από την δυσαρέσκειά του για την επιδείνωση της ρωσικής δύναμης και της επιρροής της στην δεκαετία του 1990. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης [6], η νέα ανεξάρτητη Ρωσία -υπό την προεδρία του Μπορίς Γιέλτσιν [7]- είδε την οικονομία της να ατροφεί και το κύρος της ως υπερδύναμη να εξατμίζεται. Οι Ρώσοι σύντομα απέκτησαν την εντύπωση ότι οι Δυτικές χώρες που είχαν συμβουλέψει την κυβέρνηση του Γιέλτσιν ήθελαν να καταστρέψουν την ρωσική οικονομία, να υπονομεύσουν την δύναμη του στρατού της χώρας τους, και να αποκτήσουν επιρροή στο «εγγύς εξωτερικό» της Ρωσίας [8] (τα πρώην σοβιετικά κράτη).

Μέχρι την στιγμή που ο Πούτιν κέρδισε την πρώτη προεδρική εκλογή του το 2000 [9], η Ρωσία θεωρείτο εγχωρίως και στο εξωτερικό ως ένα αδύναμο κράτος σε έναν μονοπολικό κόσμο που κυριαρχείτο από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ρωσικό κοινό και το Κρεμλίνο ήταν, συνεπώς, πρόθυμοι να επαναφέρουν στην ζωή την υπερηφάνεια και την διεθνή της εικόνα –αυτό που οι Ρώσοι κοινωνικοί επιστήμονες Tatiana Riabova και Oleg Riabov αναφέρουν ως «επαν-άνδρωση» της Ρωσίας. Όταν ο Πούτιν ανέλαβε την εξουσία, η ανδροπρέπειά του κινητοποιήθηκε ως εργαλείο δημοσίων σχέσεων, ως ένας τρόπος για να μεταδίδει την νομιμοποίησή του, καθώς και την δύναμη της Ρωσίας. Επειδή η αδυναμία είναι σαν τον κρυπτονίτη στην εκλαμβανόμενη ανδροπρέπεια ενός ατόμου και στην θεωρούμενη δύναμη μιας χώρας, τα προπαγανδιστικά κόλπα του Πούτιν [10] (καβάλα σε άλογο γυμνόστηθος, καθυποτάσσοντας μια τίγρη της Σιβηρίας, και ούτω καθεξής) και η μαχητικότητα της εξωτερικής πολιτικής του έχουν σχεδιαστεί κυρίως για να τον απεικονίσουν ως ισχυρό, δυναμικό, σκληρό και ασυγκίνητο από τις προσπάθειες άλλων χωρών να τον υπονομεύσουν για να τον μαλακώσουν.

Το τέχνασμα λειτούργησε. Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, τα ποσοστά αποδοχής του εκτινάχθηκαν στα ύψη: Από 65% τον Ιανουάριο του 2014 [11] στο 85% [12] τον Δεκέμβριο του 2014, παρά την κατάρρευση του ρουβλίου. Τον Οκτώβριο του 2015, μια σημαντική ρωσική εταιρεία δημοσκοπήσεων βρήκε τον βαθμό αποδοχής του Πούτιν στο εκπληκτικό 89,9% [13], και έκρινε ότι αυτό το «κύμα» δημοτικότητας αντικατόπτριζε την έναρξη των ρωσικών «αντιτρομοκρατικών» αεροπορικών επιδρομών στην Συρία, μια κίνηση που περισσότερο από το 70% των Ρώσων φέρονται να έχουν υποστηρίξει [14]. Η χρήση των μισοκαινούργιων ρωσικών πυραύλων κρουζ «Kalibr» [15] που εκτοξεύονται στην Συρία από ρωσικά πλοία στη μακρινή Κασπία Θάλασσα (το σχετικό βίντεο κυκλοφόρησε [16] από το Υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας) και το θέαμα των ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών να στοχεύουν από αέρος κατά τρομοκρατών [17] φάνηκε να δείχνουν στους Ρώσους ότι η χώρα τους ήταν για μια ακόμη φορά ένα αστέρι στην παγκόσμια σκηνή.