Αποχαιρετισμός στην Καταλονία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αποχαιρετισμός στην Καταλονία;

Η Ισπανία αντιμετωπίζει μια επαναστατική περιφέρεια
Περίληψη: 

Για την κεντρική κυβέρνηση στην Μαδρίτη, η αντιπαράθεση με την Καταλονία, η οποία αντιπροσωπεύει το 20% της οικονομικής δραστηριότητας της Ισπανίας και περίπου το ίδιο ποσοστό του ισπανικού πληθυσμού, δεν θα μπορούσε να έρθει σε χειρότερη στιγμή. Η Ισπανία βρίσκεται σε πολιτικό αδιέξοδο μετά τα αμφίρροπα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών της 20ης Δεκεμβρίου.

Ο OMAR G. ENCARNACIÓN είναι καθηγητής Πολιτικών Σπουδών στο Bard College και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Democracy without Justice in Spain: The Politics of Forgetting (University of Pennsylvania Press, 2014).

Στα μέσα Ιανουαρίου, η Καταλονία ανάδειξε μια νέα κυβέρνηση που υποσχέθηκε να φέρει την ανεξαρτησία [1] σε αυτή την έντονα αυτονομιστική περιοχή των 7,5 εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκεται ανάμεσα στην Ισπανία [2] και την Γαλλία [3]. Ίσως μόνο η Χώρα των Βάσκων, όπου οι αποσχιστικές πολιτικές διαπλέκονται με την βία, την τρομοκρατία και ακόμη και τον ρατσισμό (ο βασκικός εθνικισμός έχει τις ρίζες του στην ιδέα ότι οι Βάσκοι είναι μια ξεχωριστή φυλή), ταιριάζει στην επιθυμία της Καταλονίας για κρατική υπόσταση μεταξύ των περιφερειών της Ισπανίας, και ίσως σε όλη την Ευρώπη [4]. Κατά ειρωνικό τρόπο, αν και ο βασκικός αγώνας για ανεξαρτησία είναι αυτός που καταλαμβάνει συνήθως τα διεθνή πρωτοσέλιδα, οι Καταλανοί έχουν το ιστορικά ισχυρότερο αίτημα για κρατική υπόσταση. Ο καταλανικός εθνικισμό καταγράφεται ήδη από τον Μεσαίωνα, όταν η περιοχή υπήρχε ως Πριγκιπάτο της Καταλονίας, πριν ενσωματωθεί στο Βασίλειο της Αραγονίας και αργότερα στο Βασίλειο της Ισπανίας, όταν τα στέμματα της Αραγονίας και της Καστίλλης ενώθηκαν κατά τον 15ο αιώνα. Ο βασκικός σεπαρατισμός [η αποσχιστική τάση], αντίθετα, χρονολογείται μόλις στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ιδρύθηκε το βασκικό εθνικιστικό κίνημα, αν και οι Βάσκοι εθνικιστές τείνουν να αμφισβητούν αυτή την άποψη, προσδένοντας το σύγχρονο βασκικό εθνικιστικό κίνημα με τα fueros, τα δικαιώματα και τα προνόμια που χορηγήθηκαν από τον Ισπανό μονάρχη στον βασκικό λαό ήδη από την φεουδαρχική εποχή.

Για την νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της Καταλονίας, το διακύβευμα δεν θα μπορούσε να είναι υψηλότερο. Είναι μάλλον «ή τώρα ή ποτέ» για τους υπερασπιστές της καταλανικής ανεξαρτησίας. Για πρώτη φορά από τότε που η Ισπανία έγινε δημοκρατία το 1978, μετά από τέσσερις δεκαετίες δικτατορίας υπό το καθεστώς του αρχιστράτηγου Φρανσίσκο Φράνκο (καθεστώς τόσο βαθιά αντι-περιφερειακό που απαγόρευσε όλα τα σύμβολα της καταλανικής κουλτούρας, όπως την καταλανική γλώσσα και την σημαία), ένα πολιτικό κίνημα εξαιρετικά επικεντρωμένο στην ανεξαρτησία έχει κερδίσει την πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο της Καταλονίας. Το Junts pel Sí (Μαζί για το Ναι), ένας συνασπισμός κομμάτων της Καταλονίας που υποστηρίζει την ανεξαρτησία, κέρδισε τις καταλανικές περιφερειακές εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου. Μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο νέος πρόεδρος της Καταλωνίας, ο Carles Puigdemont, ανακοίνωσε τα σχέδιά του για την δημιουργία της Δημοκρατίας της Καταλονίας εντός 18 μηνών. Για να υπογραμμίσει την σοβαρότητα των προθέσεών του, ο Puigdemont, σε ανοικτή αντίθεση με την παράδοση και τον νόμο, δεν εγγυήθηκε πίστη προς το ισπανικό σύνταγμα ή το ισπανικό στέμμα. Προσθέτοντας και προσβολή στο πλήγμα, το πορτρέτο του βασιλιά Felipe [5], το οποίο κρέμεται στην αίθουσα όπου πραγματοποιήθηκε η ορκωμοσία του Puigdemont, καλύφθηκε με ένα πέπλο κατά την διάρκεια της τελετής.

Για την κεντρική κυβέρνηση στην Μαδρίτη, η αντιπαράθεση με την Καταλονία, η οποία αντιπροσωπεύει το 20% της οικονομικής δραστηριότητας της Ισπανίας και περίπου το ίδιο ποσοστό του ισπανικού πληθυσμού, δεν θα μπορούσε να έρθει σε χειρότερη στιγμή. Η Ισπανία βρίσκεται σε πολιτικό αδιέξοδο μετά τα αμφίρροπα αποτελέσματα των εθνικών εκλογών της 20ης Δεκεμβρίου, που δημιούργησαν ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο. Κανένα από τα δύο κόμματα που κυβερνούν εδώ και δεκαετίες την Ισπανία δεν κέρδισε επαρκή αριθμό βουλευτικών εδρών για τον σχηματισμό κυβέρνησης χωρίς να χρειάζονται συμμαχίες με άλλα πολιτικά κόμματα. Υπό την ηγεσία του νυν πρωθυπουργού Mariano Rajoy, το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ) κέρδισε το 28,7% των ψήφων για να αναδειχθεί ως ο νικητής, και το Κόμμα των Ισπανών Σοσιαλιστών Εργατών (PSOE) κέρδισε το 22% των ψήφων, αρκετές για να γίνει το δεύτερο πιο σημαντικό κόμμα στο νέο κοινοβούλιο. Μαζί, τα δύο νέα αστέρια, το αριστερό Podemos (Μπορούμε) και το κεντροδεξιό Ciudadanos (Πολίτες), πήραν το ένα τρίτο των ψήφων, μια απόδειξη της δυσαρέσκειας του εκλογικού σώματος προς τα παραδοσιακά κόμματα. Το μερίδιο του PP και του PSOE επί του εκλογικού σώματος μειώθηκε από το 80% το 2011 στο 50% το 2015.

Δύο επιλογές για μια κυβέρνηση συνασπισμού στην Ισπανία -η οποία θα είναι η πρώτη κυβέρνηση αυτού του είδους στην χώρα από την εποχή της ταραχώδους Δεύτερης Δημοκρατίας, του καθεστώτος του μεσοπολέμου που μπήκε στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο- δημιουργούν την μεγαλύτερη κινητικότητα. Η πρώτη είναι ένας μεγάλος συνασπισμός δεξιάς-αριστεράς μεταξύ των παραδοσιακών αντιπάλων, ΡΡ και PSOE. Θα είναι παρόμοια με την σημερινή κυβέρνηση της Γερμανίας, η οποία ενσωματώνει τους πρώην αντίπαλους Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες. Η δεύτερη επιλογή, μια αριστερή «συμμαχία των ηττημένων», παρόμοια με εκείνη που βρίσκεται σήμερα στην εξουσία στην Πορτογαλία, που θα περιλαμβάνει το PSOE, το Podemos και την Izquierda Unida (Ενωμένη Αριστερά), μια ποικιλία αριστερών κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του άλλοτε κραταιού ισπανικού κομμουνιστικού κόμματος, και των Verdes (των Πράσινων). Αν δεν υλοποιηθεί καμιά επιλογή, ο Rajoy θα αναγκαστεί να ζητήσει νέες εκλογές. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Ισπανών θέλει να συμφωνήσουν τα κόμματα σε μια συμμαχία, αντί να γίνουν νέες εκλογές.

ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ