Η διολίσθηση της Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η διολίσθηση της Τουρκίας

Η Άγκυρα πρέπει να μάθει από το παρελθόν της για να εξασφαλίσει το μέλλον της

Το μετριοπαθές ισλαμιστικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) [8], το οποίο ήρθε στην εξουσία το 2002, φαινόταν σαν να ήταν μια ενοποιητική δύναμη για την διαιρεμένη χώρα, καθώς το κόμμα προσήλκυε αμφότερους τους συντηρητικούς Τούρκους και τους συντηρητικούς Κούρδους. Η άνοδός του υπονοούσε ότι η τουρκο-κουρδική ενότητα θα μπορούσε να εξασφαλιστεί με βάση το σουνιτικό Ισλάμ. Το 2012, λίγο μετά από την στιγμή που η κουρδική περιοχή στην Συρία γνωστή ως Rojava κήρυξε την αυτονομία της, το τουρκικό κράτος άρχισε να διεξάγει συνομιλίες με τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν [9], τον φυλακισμένο ηγέτη του PKK. Οι συνομιλίες αυτές απέφεραν καρπούς το 2013, όταν ο Οτσαλάν ζήτησε από την οργάνωσή του τον τερματισμό της βίας κατά του τουρκικού κράτους. Μέχρι τότε, περίπου 40.000 άνθρωποι, κυρίως Κούρδοι μαχητές, είχαν σκοτωθεί στις συγκρούσεις μεταξύ του τουρκικού κράτους και του PKK. Η κυβέρνηση ήλπιζε να εξασφαλίσει τον αφοπλισμό του ΡΚΚ, χωρίς να χρειαστεί να κάνει οποιεσδήποτε σημαντικές παραχωρήσεις προς τους Κούρδους. Θεωρούσε ότι η λύση στο κουρδικό ζήτημα ήταν να τονίσει ότι οι Τούρκοι και οι Κούρδοι ήταν ενωμένοι με μια ισλαμική «αδελφότητα».

07032016-2.jpg

Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου συνομιλεί με τον Αρχηγό του Επιτελείου στρατηγό Hulusi Akar, ενώ στέκεται δίπλα στον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, στην Άγκυρα, στις 18 Φεβρουαρίου του 2016. UMIT BEKTAS / REUTERS
------------------------------------

Ο Οτσαλάν επικαλέστηκε επίσης την ενότητα των Τούρκων και των Κούρδων, οι οποίοι, όπως είπε, «έχουν βαδίσει κάτω από την σημαία του Ισλάμ επί χίλια χρόνια». Ο Οτσαλάν επεξέτεινε αυτό το όραμα της ενότητας πέρα από τα σύνορα της Τουρκίας, υποστηρίζοντας ότι οι Τούρκοι και οι Κούρδοι ήταν τα «δύο θεμελιώδη στρατηγικά στοιχεία της Μέσης Ανατολής», οι οποίοι έχουν μια περιφερειακή αποστολή να ενώσουν «Κούρδους, Τουρκομάνους, Ασσύριους και Άραβες» στο Ιράκ και την Συρία, που κακώς είχαν διαχωριστεί από την Τουρκία μετά το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ακολούθησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πραγματικότητα, το όραμα του Οτσαλάν ήταν ιδιαιτέρως σύμφωνο με τους τουρκικούς στόχους. Ο πρώην αναπληρωτής επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Τουρκίας είχε επίσης δηλώσει ότι «η διευθέτηση του κουρδικού προβλήματος της Τουρκίας θα [μπορούσε να] επιφέρει αλλαγές των συνόρων και του χάρτη της περιοχής», κάτι που σήμαινε ότι τα τμήματα της Συρίας και του Ιράκ που κατοικούνται από Κούρδους θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στην Τουρκία.

Ωστόσο, οι τουρκικές κρατικές ελίτ άρχισαν να φοβούνται ότι με τον νέο δυναμισμό των Κούρδων στην Συρία, το ΡΚΚ ήταν και πάλι μια απειλή. Μετά την επιτυχία του φιλο-κουρδικού Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου 2015 [10], το τουρκικό καθεστώς διέκοψε την δυόμιση ετών ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, και συνέχισε τον πόλεμο μεταξύ της Τουρκίας και του PKK.

Το τέλος αυτής της δοκιμαστικής τουρκο-κουρδικής συμμαχίας έχει ωθήσει το ΑΚΡ πιο κοντά στον πρώην αντίπαλό του, τον στρατό, ο οποίος είχε κάνει γνωστή την αντίθεσή του προς τις ειρηνευτικές συνομιλίες με το PKK. (Μόλις το 2014, είχε απειλήσει ότι αν το ΑΚΡ περνούσε τις «κόκκινες γραμμές» του στρατού, τις οποίες όρισε ως «την ενότητα του έθνους», ο στρατός «θα ενεργήσει αναλόγως»). Από τότε, η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει την κουρδική πολιτική που καθορίζεται από τους στρατηγούς. Πέρυσι, μεταβίβασε την ευθύνη για τις «αντιτρομοκρατικές προσπάθειες» -το AKP θεωρεί τους Κούρδους ως τρομοκρατική ομάδα- από τις πολιτικές Αρχές στις ένοπλες δυνάμεις. Σήμερα, στρατιωτικοί διοικητές και στελέχη του ΑΚΡ μιλούν την ίδια γλώσσα και δεσμεύονται να κάνουν την Τουρκία αποκλειστικά τουρκική. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε πρόσφατα: «Είμαστε ένα έθνος που για χιλιάδες χρόνια πάντα πλήρωνε το τίμημα του να ζει σε αυτήν την γη. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι πίσω από αυτό που συμβαίνει αυτήν την στιγμή είναι ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών σε αυτήν την γεωγραφία που έχει διαρκέσει χίλια χρόνια». Σε μια ξεχωριστή δήλωση, ο αρχηγός του γενικού επιτελείου, στρατηγός Hulusi Akar, υποστήριξε ότι «η Ανατολία χαράχτηκε ως τουρκικός τόπος με την νίκη στην μάχη του Μαντζικέρτ στις 26 Αυγούστου 1071». Σε μια ακόμη εθνοτικά φορτισμένη, προκλητική διακήρυξη, ο κορυφαίος στρατηγός της χώρας είπε ότι «η Τουρκία είναι η δημοκρατία των Τούρκων».

Έχει έρθει ο καιρός οι Τούρκοι ηγέτες να τερματίσουν την βίαιη καταστολή των Κούρδων και να διευθετήσουν τα αιτήματα των Κούρδων για τοπική αυτονομία. Ο στρατός θα αντιτίθεται σε αυτό. Ωστόσο, το ΑΚΡ θα μπορούσε να υπερνικήσει την αντίθεση των στρατιωτικών και άλλων σκληρής γραμμής εθνικιστών, αν για μια ακόμα φορά προσεγγίσει τα εκλογικά σώματα -φιλελεύθερους Τούρκους και Κούρδους- που είχαν βοηθήσει να το φέρουν στην εξουσία. Οι ηγέτες της Τουρκίας πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η επίκληση στο παρελθόν της Ανατολίας σημαίνει την αναγνώριση της ιστορίας της ως εθνοτικά πολυμορφικής γης. Η νίκη στο Μαντζικέρτ που έδωσε στους Τούρκους μια είσοδο στην Ανατολία δεν την μετέτρεψε σε έναν «τουρκικό τόπο», όπως ισχυρίζονται οι Τούρκοι εθνικιστές. Αν η Τουρκία κοιτάξει στο παρελθόν της, θα συνειδητοποιήσει ότι επιμένοντας να επιβάλλει ομοιογένεια όχι μόνο θα συνεχίσει να διαιρεί την χώρα, αλλά θα την διαλύσει κατά την διαδικασία.

Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2016-03-02/turkeys-decline