Η στρατιωτική οικονομία της κοινοκτημοσύνης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η στρατιωτική οικονομία της κοινοκτημοσύνης

Η Γερμανία και η Ολλανδία συνδυάζουν τις δυνάμεις τους
Περίληψη: 

Τη απουσία ενός υπερεθνικού ευρωπαϊκού στρατού, δεδομένων των δαπανών που εμπλέκονται στην λειτουργία των ενόπλων δυνάμεων, μεμονωμένες χώρες μπορεί να εξακολουθούν να συνεργάζονται με τον ίδιο τρόπο όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, προσθέτοντας με τις δυνατότητές τους χωρίς να επικαλύπτουν την χρηματοδότηση.

Η ELISABETH BRAW είναι δημοσιογράφος με έδρα της το Λονδίνο και αρθρογραφεί στο The Economist, το Foreign Policy, και άλλες εκδόσεις. Επίσης γράφει το Transatlantic Connection blog για το World Affairs Journal.

Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί της ολλανδικής 43ης Μηχανοκίνητης Ταξιαρχίας αρχίζουν να συνηθίζουν να υπηρετούν υπό έναν νέο διοικητή. Στην πραγματικότητα, συνηθίζουν να είναι κομμάτι ενός διαφορετικού στρατού συνολικά: Του γερμανικού. Αυτόν τον μήνα, η 43η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία θα ενταχθεί μόνιμα στην γερμανική Πρώτη Μεραρχία Τεθωρακισμένων. Εκτός από τους στρατιώτες, η Γερμανία [1] και η Ολλανδία [2] μοιράζονται τανκς, πλοία και άλλο στρατιωτικό εξοπλισμό. Με τον τρόπο αυτό, είναι πρωτοπόροι μιας ριζοσπαστικής ιδέας: Μια στρατιωτική οικονομία κοινής χρήσης.

Η ιστορία αρχίζει πριν από δύο χρόνια, όταν οι περικοπές στις στρατιωτικές δαπάνες στην Ολλανδία στέρησαν από την χώρα τα τελευταία εν λειτουργία τανκς της (δύο από αυτά παραμένουν σε αποθήκευση). Μέχρι τότε, σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από το SIPRI (Stockholm International Peace Research Institute), το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών Ειρήνης της Στοκχόλμης [3], οι αμυντικές δαπάνες της Ολλανδίας είχαν μειωθεί από το 2,5% του ΑΕΠ το 1990 σε 1,2%. Αυτό άφησε πολύ λίγη χρηματοδότηση για να αγοραστούν νέα -ή ακόμα και να συντηρηθούν τα υπάρχοντα- τανκς και άλλα σημαντικά κομμάτια εξοπλισμού, έστω και αν τα εν λόγω μηχανήματα αποτελούν τον πυλώνα των ενόπλων δυνάμεων κάθε χώρας. Όπως θυμήθηκε ο Anthony Leuvering, ένας συνταγματάρχης στην 43η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία, «ο αρχηγός της άμυνάς μας είπε, ‘Χρειαζόμαστε τις δυνατότητες των τανκς στην εργαλειοθήκη μας, αλλά δεν έχουμε πια τανκς’». Και έτσι, είπε ο Leuvering,«Μιλήσαμε με τον Bundeswehr» (τον στρατό της Γερμανίας).

Υποστηριζόμενος από την γερμανική κυβέρνηση, η οποία έχει από καιρό υποστηρίξει την ευρωπαϊκή στρατιωτική ολοκλήρωση [4], ο Bundeswehr συμφώνησε γρήγορα να μοιραστεί τα τανκς που ανήκουν στην Πρώτη Μεραρχία Τεθωρακισμένων του Bundeswehr, η οποία σταθμεύει λίγο λιγότερα από 40 μίλια από τα ολλανδικά σύνορα και είναι επιφορτισμένη με την εδαφική άμυνα των δυτικών περιοχών της Γερμανίας. Είναι, επίσης, το ηγετικό τμήμα του στρατού για αρκετές ξένες αποστολές, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης των ιρακινών ενόπλων δυνάμεων.

09032016-1.jpg

Στρατιώτης στην δεκεμβριάτικη κοινή άσκηση της κοινής ολλανδο-γερμανικής Μεραρχίας. MARCO DOROW / BUNDESWEHR
---------------------------------------------------------

Τον Δεκέμβριο του 2015, η νέα κοινή Μεραρχία πραγματοποίησε μια πιλοτική άσκηση στην Oberlausitz, στην πυκνή δασώδη περιοχή κοντά στα σύνορα της Γερμανίας με την Πολωνία [5]. Η επιχείρηση ήταν μια δοκιμασία συνδυασμένης αποστολής μάχης, ο στόχος της οποίας ήταν οι στρατιώτες να συνηθίσουν να επιχειρούν από κοινού και οι Ολλανδοί στρατιώτες να συνηθίσουν την λειτουργία των τανκς. Και στις δύο περιπτώσεις, οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί επικοινωνούσαν στα γερμανικά χρησιμοποιώντας εξοπλισμό που ανήκε κυρίως στον Bundeswehr. Τον Φεβρουάριο, οι υπουργοί Άμυνας των δύο χωρών, Ursula von der Leyen και Jeanine Hennis-Plasschaert, δεσμεύτηκαν επίσημα για την Μεραρχία στα χαρτιά. Μετά την επίσημη έναρξη στις 17 Μαρτίου, οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί στρατιώτες στο Τάγμα θα υπηρετήσουν υπό Ολλανδούς διοικητές οι οποίοι, με την σειρά τους, θα υπηρετούν υπό Γερμανούς διοικητές. Ο υποστράτηγος Johann Langenegger, ο διοικητής της Πρώτης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων, θα παραμείνει επικεφαλής των συγχωνευμένων Ταγμάτων.

Προς το παρόν, το σχέδιο είναι να προστεθούν νέες δυνατότητες στην μονάδα μέχρι το 2019, οπότε και αναμένεται να τεθεί σε πλήρη λειτουργία. Εκτός από τα γερμανικά τανκς, από τον Φεβρουάριο, ένα ολλανδικό πλοίο εφοδιασμού δυναμικότητας 5.000 τόνων έχει διατεθεί στις ναυτικές δυνάμεις των δύο χωρών. Οι Ολλανδοί έχουν μακρά εμπειρία εχθροπραξιών στην θάλασσα, και σε μια σχετική πρωτοβουλία, η γερμανική Ναυτική Μοίρα -800 ελίτ Γερμανοί δύτες και άλλοι στρατιώτες επιφορτισμένοι με την προστασία των διαύλων και των λιμένων της Γερμανίας- θα ενσωματωθεί στο ολλανδικό Σώμα Πεζοναυτών.

Οι Ένοπλες Δυνάμεις των δύο χωρών έχουν επίσης σχεδιάσει την γλωσσική ενοποίηση: Στο γερμανικό τάγμα και την ολλανδική μοίρα, η γλώσσα εργασίας θα είναι η γερμανική˙ σε επίπεδο ταξιαρχίας και Μεραρχίας, οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί θα μιλούν αγγλικά. Η ενσωμάτωση των ταυτοτήτων και των πολιτισμών των χωρών, ωστόσο, θα είναι πιο δύσκολη, όπως αναγνωρίζει ο Leuvering. Οι Γερμανοί είναι λίγο πιο επίσημοι, οι Ολλανδοί λίγο λιγότερο, σημειώνει. Μια ομάδα ερευνητών από το κοντινό Πανεπιστήμιο του Groningen θα μελετήσει τις πολιτιστικές πρωτοβουλίες των στρατιωτών και τα ποσοστά επιτυχίας.

ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΜΥΝΑ

Η στρατιωτική συνεργασία δεν είναι, φυσικά, τίποτα νέο. Κατ’ αρχήν, από το 1989, η Γερμανία και η Γαλλία [6] έχουν λειτουργήσει μια κοινή ταξιαρχία 4.800 ατόμων με βάσεις και στις δύο χώρες. Ένα μικρό τμήμα της ταξιαρχίας επί του παρόντος έχει αναπτυχθεί στο Μάλι, όπου εκπαιδεύει και υποστηρίζει τις τοπικές ένοπλες δυνάμεις. Και από το 1995, η Γερμανία και η Ολλανδία έχουν λειτουργήσει ένα κοινό αρχηγείο για το γερμανο-ολλανδικό Σώμα, και μια πλήρως ενοποιημένη δύναμη ταχείας αντίδρασης με στρατιώτες από 13 κράτη-μέλη του NATO [7] που λειτουργεί υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ. Αυτές οι παλαιότερες ρυθμίσεις είχαν κυρίως πολιτικό σκοπό και όχι για το πεδίο μάχης, συγκεκριμένα την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενότητας και την βοήθεια στην πρόληψη των εχθροπραξιών μεταξύ των χωρών [του ΝΑΤΟ].