Οι ΗΠΑ σε πόλεμο φυσικού αερίου με την Ρωσία; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι ΗΠΑ σε πόλεμο φυσικού αερίου με την Ρωσία;

Οι πραγματικότητες της παγκόσμιας ενεργειακής αγοράς
Περίληψη: 

Υπάρχουν περισσότερα στην γεωπολιτική κονίστρα από το μερίδιο της αγοράς, και είναι καιρός η Ευρώπη να αποσύρει αυτό το μέτρο από την ενεργειακή ασφάλεια της ηπείρου. Αντί για αυτό, η Ευρώπη πρέπει να επικεντρωθεί στον ανταγωνισμό που αντιμετωπίζει και στις νέες αγορές που μπορεί να εξερευνήσει.

Ο NIKOS TSAFOS είναι πρόεδρος και επικεφαλής αναλυτής της Enalytica, μιας εταιρείας συμβούλων. Είναι επίσης συνεργαζόμενος λέκτορας στην Σχολή Προωθημένων Διεθνών σπουδών Johns Hopkins (School of Advanced International Studies, SAIS) όπου διδάσκει ένα μάθημα για το φυσικό αέριο.

Στις 21 Απριλίου, η πρώτη αποστολή αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με προορισμό την Ευρώπη άφησε τον Κόλπο του Μεξικού και διέσχισε τον Ατλαντικό, μια κίνηση που έχει ευρέως θεωρηθεί ως το πρώτο βήμα για έναν επικείμενο πόλεμο φυσικού αερίου μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας. Σύμφωνα με την θεωρία αυτή, η Ρωσία έχει μια λαβή στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου [1], την οποία χρησιμοποιεί για να εκφοβίσει τους κοντινούς γείτονές της και να επιβάλλει την σιωπή σε οποιαδήποτε μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη αντιστέκονται στις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της. Το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, λένε, θα σπάσει τον ασφυκτικό κλοιό της Ρωσίας. Πρόκειται για μια φθηνότερη και πιο αξιόπιστη εναλλακτική λύση. Με την σειρά της, η Ρωσία είτε θα χάσει μερίδιο αγοράς είτε θα ανταγωνιστεί μειώνοντας τις τιμές της. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η Ευρώπη κερδίζει, οικονομικά και γεωπολιτικά.

Το οικονομικό επιχείρημα είναι απλοϊκό, αλλά δεν είναι λανθασμένο, αν και το γεωπολιτικό επιχείρημα είναι τελείως λάθος. Υπερεκτιμά την σημασία του αμερικανικού LNG στην ευρασιατική πολιτική, και ενισχύει την εσφαλμένη εντύπωση ότι η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης βρίσκεται στο εξωτερικό. Οι νέες προμήθειες, από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή οπουδήποτε αλλού, είναι κάτι καλό για τους καταναλωτές, δεδομένου ότι θα συμπιέσουν περαιτέρω τις τιμές [2]. Αλλά η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης είναι μόνο σε ευρωπαϊκά χέρια˙ η μεγάλη εμμονή για το τι μπορεί να κάνει το αμερικανικό LNG δημιουργεί τον κίνδυνο να αποσπαστεί η προσοχή από τις προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης της εσωτερικής ενεργειακής αγοράς στην Ευρώπη, η οποία παραμένει θλιβερά κατακερματισμένη, ιδιαίτερα στην Ανατολική Ευρώπη.

ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ

Μέχρι το 2020, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να στείλουν περίπου 80 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ετησίως -περίπου τα δύο τρίτα του όγκου που η Ρωσία εξήγαγε στην Ευρώπη το 2015 και ελάχιστα κάτω από το ένα τρίτο της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η οποία είναι 400 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ανά έτος (450 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, αν συμπεριληφθεί η Τουρκία). Δεν είναι να απορεί κανείς που η σύγκρουση φαίνεται να επίκειται: Αν ένα τόσο μεγάλο μερίδιο αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου επρόκειτο να φθάσει στην Ευρώπη, η Ρωσία θα εξωθείτο από την αγορά και θα έχανε ένα μεγάλο κομμάτι των 42 δισεκατομμυρίων δολαρίων που κέρδισε από την εξαγωγή φυσικού αερίου δι’ αγωγών το 2015.

Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό στηρίζεται σε εσφαλμένες υποθέσεις σχετικά με την αγορά φυσικού αερίου. Το να προσπαθούμε να κατανοήσουμε την ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου [3] εξετάζοντας αποκλειστικά το αμερικανικό LNG και το ρωσικό φυσικό αέριο είναι σαν να προσπαθούμε να απολαύσουμε μια μουσική συμφωνία ακούγοντας μόνο το κομμάτι ενός βιολιστή.

Κατ’ αρχήν, η παραγωγή της Ευρώπης μειώνεται κατά περίπου δέκα δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα το χρόνο, έτσι ώστε η Ευρώπη χρειάζεται περίπου 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα μέχρι το 2020 μόνο για να αντισταθμιστεί η πτώση της δικής της προσφοράς. Εάν το ήμισυ των εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου των ΗΠΑ, δηλαδή 40 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως, επρόκειτο να φθάσουν στην Ευρώπη, η Ρωσία δεν θα έβλεπε καμία ουσιαστική μείωση στις δικές της εξαγωγές. Και ακόμα κι αν όλα τα 80 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου έφθαναν στην Ευρώπη, κάτι που είναι απίθανο δεδομένης της έλξης από άλλες περιοχές, η Ρωσία πιθανότατα θα εξακολουθούσε να διατηρεί την θέση της ως ο μεγαλύτερος προμηθευτής της ηπείρου (μαζί με τη Νορβηγία).

23052016-1.jpg

Ο ρωσικός παραγωγός φυσικού αερίου Gazprom στην Μόσχα, στις 8 Φεβρουαρίου 2013. MAXIM SHEMETOV / REUTERS
-------------------------------------------

Η προοπτική αυτή, βέβαια, προϋποθέτει ότι η προσφορά, η ζήτηση και οι τιμές παραμένουν σταθερές. Αυτό είναι απίθανο. Κατά την τελευταία δεκαετία, η ευρωπαϊκή κατανάλωση αερίου έχει συρρικνωθεί κατά περίπου ένα πέμπτο -ή αλλιώς 100 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Η μείωση αυτή, η οποία οδήγησε σε μια παρόμοια μείωση της παραγωγής, έχει αφήσει τις ανάγκες της Ευρώπης για εισαγόμενο φυσικό αέριο στο ίδιο επίπεδο με το 2005 στα περίπου 300 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.

Όμως, πρόσφατα, η ευρωπαϊκή ζήτηση φυσικού αερίου έχει αρχίσει να αυξάνεται και πάλι. Ανέβηκε κατά 4,5% το 2015, εν μέρει λόγω των ψυχρότερων καιρικών συνθηκών και εν μέρει λόγω των χαμηλών τιμών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, η χρήση φυσικού αερίου ξεπέρασε την καύση άνθρακα για παραγωγή ενέργειας τον Μάιο του 2015 και έκτοτε την υπερβαίνει σημαντικά: Κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2016, το φυσικό αέριο παρείχε το 40% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ ο άνθρακας ήταν μόλις στο 15%. Στην Ισπανία, άλλοτε την πιο πολλά υποσχόμενη αγορά αερίου της Ευρώπης, το αέριο κάνει μια επιστροφή: Το 2015, το φυσικό αέριο παρήγαγε λίγο πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας από όσο ο άνθρακας. Στις αρχές του 2016, το φυσικό αέριο ήταν σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με τον άνθρακα. Άλλες αγορές, όπως η Αυστρία, η Ελλάδα και η Ιταλία, βλέπουν το φυσικό αέριο να ανακτά μερίδιο αγοράς, επίσης.