Η ουτοπία του ανεξάρτητου Χονγκ Κονγκ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η ουτοπία του ανεξάρτητου Χονγκ Κονγκ

Τι σημαίνουν οι εκλογές στις 4 Σεπτεμβρίου

Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη ότι εκπρόσωποι πολιτικών κινημάτων που υποστηρίζουν τις θέσεις του Πεκίνου όπως ο Τζούνιους Χο, έχουν υποστηρίξει ότι σε περίπτωση διακήρυξης ανεξαρτησίας εκ μέρους του Χονγκ Κονγκ, το Πεκίνο θα χρησιμοποιήσει την στρατιωτική του ισχύ. Επιχειρήματα από τους πλέον ακραίους σχηματισμούς των Αυτοχθόνων ότι η Δύση θα υπερασπιστεί το Χονγκ Κονγκ [8] ή ότι το Πεκίνο θα κάνει πίσω σε αυτό το ιδιότυπο «παίγνιο του δειλού» λόγω της οικονομικής σημασίας του Χονγκ Κονγκ, έχουν ήδη αποδειχθεί αβάσιμα. Κατά την διάρκεια των μαζικών διαδηλώσεων του 2014, ο Δυτικός κόσμος διατήρησε μια μάλλον ουδέτερη θέση, εκφράζοντας κάποιες ανησυχίες αλλά δεν πρόσφερε τίποτα πιο ουσιώδες. Η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ μπορεί να διατύπωσαν την υποστήριξή τους στις δημοκρατικές εκλογές, ήταν όμως σαφές ότι δεν ήταν διατεθειμένες να διακινδυνεύσουν τις σχέσεις τους με το Πεκίνο. Σε ανεπίσημες συζητήσεις, εκπρόσωποι των δύο χωρών μετέφεραν την αγωνία τους για την δυσκολία διπλωματικού χειρισμού της κατάστασης καθώς το Πεκίνο ασκούσε τεράστια διπλωματική πίεση. Δεδομένης της ισχύος και της οικονομικής σημασίας της Κίνας, θα ήταν αφελές να περιμένει κανείς ότι η Δύση θα διακινδύνευε τις σχέσεις της με την Κίνα και πολύ περισσότερο μια στρατιωτική σύγκρουση μαζί της για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του Χονγκ Κονγκ.

Επιπλέον, οι υποστηρικτές της ανεξαρτησίας του Χονγκ Κονγκ φαίνεται να μην έχουν κανένα ρεαλιστικό σχέδιο για το πώς η πόλη θα εξελιχθεί σε ένα ανεξάρτητο κράτος που θα προσφέρει στους πολίτες του τα σημερινά επίπεδα οικονομικής σταθερότητας και ασφάλειας. Εφόσον το Χονγκ Κονγκ αμφισβητήσει ανοιχτά την κυριαρχία του Πεκίνου, ακόμη και αν δεν βρεθεί αντιμέτωπο με τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό, θα πρέπει να βρει λύσεις απέναντι σε τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις. Η οικονομία του Χονγκ Κονγκ είναι ιδιαίτερα εξαρτημένη από την οικονομία της Κίνας καθώς το μερίδιο του εμπορίου με την Κίνα επί του συνολικού όγκου εμπορίου του Χονγκ Κονγκ έχει αυξηθεί από 9,3% το 1978, όταν ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ εισήγαγε το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ανοίγματος της χώρας, σε 51,2% το 2015 [9]. Αυτή η οικονομική εξάρτηση έγινε πασίδηλη τα τελευταία χρόνια με την εκτόξευση της αγοράς ακινήτων στην πόλη, που σε σημαντικό βαθμό ήταν αποτέλεσμα της οικονομικής έκρηξης στην Κίνα, καθώς και με την τρέχουσα κάμψη στις τιμές ακινήτων που συνδέεται και πάλι σε σημαντικό βαθμό με την επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας. Μια κρίση γύρω από την διακυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ θα κλυδωνίσει τις οικονομικές σχέσεις των δύο πλευρών και θα έχει σοβαρό αντίκτυπο στην οικονομία του Χονγκ Κονγκ. Παράλληλα, η πόλη θα γίνει λιγότερο ελκυστική για τις ξένες επιχειρήσεις που την επιλέγουν ως εμπορική και επενδυτική πύλη προς στην Κίνα. Για να διατηρήσουν οι κάτοικοι της πόλης το υψηλό βιωτικό τους επίπεδο θα πρέπει το Χονγκ Κονγκ διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά του και παράλληλα να διαφοροποιήσει την οικονομική του δραστηριότητα. Αντί όμως για ένα τεκμηριωμένο σχέδιο οικονομικής πολιτικής, οι οργανώσεις που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία του Χονγκ Κονγκ αρκούνται κατά κύριο λόγο σε γενικόλογα σχόλια και ουτοπικές διακηρύξεις.

30082016-2.jpg

Ένα πανό με τις λέξεις «Χονγκ Κονγκ ανεξαρτησία» φαίνεται στο Ναυαρχείο μπροστά στην περιοχή του οικονομικού Κέντρου κατά την διάρκεια μιας συγκέντρωσης για την υποστήριξη της ανεξαρτησίας στο Χονγκ Κονγκ, στις 5 Αυγούστου του 2016. REUTERS/Tyrone Siu
------------------------------

Η έλλειψη ρεαλισμού από όσους πιστεύουν στην ανεξαρτητοποίηση του Χονγκ Κονγκ γίνεται ακόμη πιο έντονη όσον αφορά στην δυνατότητα της πόλης να εξασφαλίσει στους κατοίκους της την παροχή βασικών αγαθών όπως νερό και ενέργεια, χωρίς την συμβολή της Κίνας. Το 25% περίπου της ηλεκτρικής ενέργειας στο Χονγκ Κονγκ [10] παράγεται με την χρήση φυσικού αερίου που εισάγεται από την Κίνα, για το 25% χρησιμοποιείται πυρηνική ενέργεια που επίσης εισάγεται από την κινεζική επαρχία Γκουανγκντόνγκ ενώ για το υπόλοιπο 50% εισάγεται λιγνίτης από διάφορες χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας. Ακόμη και αν καταφέρει το Χονγκ Κονγκ να διαφοροποιήσει τις πηγές εφοδιασμού λιγνίτη μακριά από την Κίνα, για το υπόλοιπο 50% της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα καθώς είτε θα πρέπει να καταφύγει στην παραγωγή πυρηνικής ενέργειας, αναλαμβάνοντας και τους συνακόλουθους κινδύνους, είτε να κατασκευάσει τις απαραίτητες υποδομές ώστε να εισαγάγει υγροποιημένο φυσικό αέριο, επιλογή η οποία εκτός από χρονοβόρα συνεπάγεται και σημαντικό οικονομικό κόστος. Είναι σαφές ότι και οι δύο εναλλακτικές δεν μπορούν να αμβλύνουν τους κινδύνους βραχυχρόνιας διακοπής τροφοδοσίας ενέργειας από την Κίνα και ως εκ τούτου η ενεργειακή ασφάλεια του Χονγκ Κονγκ θα εξαρτάται από τις προθέσεις του Πεκίνου.

Αλλά, ακόμη και αν οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στις εταιρείες των δύο πλευρών παραμείνουν business as usual, η ηγεσία του Χονγκ Κονγκ θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα τεράστιο αδιέξοδο καθώς η πόλη είναι, σε μεγάλο βαθμό, εξαρτημένη από την Κίνα όσον αφορά στην παροχή νερού [11]. Το 2010, πάνω από το 70% του νερού που καταναλώθηκε από τους κατοίκους της πόλης προερχόταν από τον ποταμό Ντονγκτζιάνγκ ο οποίος είναι παραπόταμος στο δέλτα του ποταμού Περλ. Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ έχει εξασφαλίσει την απρόσκοπτη παροχή νερού μέσω συνεχόμενων συμφωνιών με τις αρχές της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ που ξεκίνησαν τον 1960 [12]. Σε περίπτωση ανεξαρτητοποίησής του η αντιπαράθεση με την Κίνα θα είναι σφοδρή και δε θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθεί η παροχή νερού ως μοχλός πίεσης από το Πεκίνο. Η παροχή πόσιμου νερού μέσω της διαδικασίας αφαλάτωσης θα μπορούσε να αποτελέσει μια λύση της οποίας όμως η βιωσιμότητα, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, είναι αμφίβολη καθώς προϋποθέτει μεγάλες ποσότητες ενέργειας.