Η τεράστια ακαταστασία των όπλων του ΝΑΤΟ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η τεράστια ακαταστασία των όπλων του ΝΑΤΟ

Γιατί χρειάζεται περισσότερη ομοιομορφία
Περίληψη: 

Κανένας πολιτικός δεν θα υποστήριζε ότι η επικάλυψη του στρατιωτικού εξοπλισμού είναι μια καλή ιδέα. Κατά μέσο όρο, οι χώρες του ΝΑΤΟ δαπανούν περίπου το 20% των αμυντικών προϋπολογισμών τους για εξοπλισμούς. Χρησιμοποιώντας λιγότερα μοντέλα οπλικών συστημάτων θα μπορούσαν να κάνουν αυτά τα χρήματα πιο αποδοτικά.

Η ELISABETH BRAW είναι εξωτερική ανώτερη συνεργάτις στο Atlantic Council.

Αρκετές εβδομάδες νωρίτερα, οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ ανέπτυξαν στρατεύματα στα κράτη της Βαλτικής και στην Πολωνία, όπου συμμετείχαν στην πρώτη Ενισχυμένη Προωθημένη Παρουσία (Enhanced Forward Presence, EFP) της Συμμαχίας [1]. Η EFP, η οποία περιλαμβάνει περίπου 1.000 ΝΑΤΟϊκούς στρατιώτες σε σταθερή εκ περιτροπής υπηρεσία σε κάθε μια από τις χώρες υποδοχής, είναι η απάντηση του ΝΑΤΟ στην ρωσική επιθετικότητα [2] στην περιοχή. Μαζί με τα στρατεύματα ήρθε και μια μεγάλη ποικιλία εξοπλισμού κατασκευασμένου σε πολλές διαφορετικές χώρες. Η Ευρώπη μπορεί να έχει ένα κοινό νόμισμα, αλλά σίγουρα δεν έχει ομοιόμορφο στρατιωτικό εξοπλισμό. Σήμερα τα κράτη-μέλη της ΕΕ -τα περισσότερα από τα οποία είναι επίσης μέλη του ΝΑΤΟ- λειτουργούν 154 διαφορετικά οπλικά συστήματα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντίθετα, έχουν μόνο 27. (Το οπλικό σύστημα είναι ένα σημαντικό κομμάτι στρατιωτικού εξοπλισμού, συμπεριλαμβανομένων των αεροσκαφών, των τανκς, των ελικοπτέρων και των μεγάλων πολεμικών πλοίων).

«Δεδομένου ότι δεν έχουμε μια εναρμονισμένη ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, η κάθε χώρα εφευρίσκει τον δικό της εξοπλισμό», μου είπε ο Vincenzo Camporini, ένας συνταξιούχος Ιταλός πτέραρχος και πρώην επικεφαλής της άμυνας. «Ως αποτέλεσμα, το ζήτημα είναι να ξανα-ανακαλύψουμε τον τροχό». Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μόνο ένα μαχητικό τζετ σε παραγωγή, το F-35, το οποίο επίσης θα εξαχθεί σε άλλες χώρες όπως η Δανία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Νορβηγία, η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Αντίθετα, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν συνολικά τρία μαχητικά αεροσκάφη σε παραγωγή: Το γαλλικό Rafale, το σουηδικό Gripen και το Eurofighter, το οποίο χρησιμοποιείται από την Ιταλία, την Γερμανία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Ομοίως, ο στρατός των ΗΠΑ χρησιμοποιεί μόνο έναν τύπο τανκ, το M1 Abrams της General Dynamics, ενώ τα κράτη-μέλη της ΕΕ χρησιμοποιούν 19 διαφορετικά είδη. Ο γερμανικός Bundeswehr, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί το γερμανικής κατασκευής Leopard, ο γαλλικός στρατός το γαλλικής κατασκευής AMX Leclerc, ο ιταλικός στρατός το κατασκευασμένο στην Ιταλία Ariete, ο βρετανικός στρατός χρησιμοποιεί το κατασκευασμένο στο Ηνωμένο Βασίλειο τανκ Challenger, και ο σουηδικός στρατός χρησιμοποιεί το Stridsvagn 122 [3], μια σουηδική έκδοση του Leopard. Η ίδια έλλειψη ομοιομορφίας μαστίζει κάθε ευρωπαϊκό οπλικό σύστημα.

Κανένας πολιτικός δεν θα υποστήριζε ότι η επικάλυψη του στρατιωτικού εξοπλισμού είναι μια καλή ιδέα. Κατά μέσο όρο, οι χώρες του ΝΑΤΟ δαπανούν περίπου το 20% [4] των αμυντικών προϋπολογισμών τους για εξοπλισμούς. Χρησιμοποιώντας λιγότερα μοντέλα θα μπορούσαν να κάνουν αυτά τα χρήματα πιο αποδοτικά. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η έλλειψη της στρατιωτικής συνεργασίας κοστίζει στα κράτη-μέλη της ΕΕ περί τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ (26,4 δισ. δολάρια) κάθε χρόνο[5]. Ο εξορθολογισμός του στρατιωτικού εξοπλισμού θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση πόρων, η οποία θα είναι ευπρόσδεκτη, δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες απηύθυναν πρόσφατα ένα τελεσίγραφο προς τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ για τις αμυντικές δαπάνες. «Οι Αμερικανοί δεν μπορεί να ενδιαφέρονται περισσότερο για το μέλλον της ασφάλειας των παιδιών σας από ό, τι εσείς», είπε ο υπουργός Άμυνας James Mattis [6] στους υπουργούς Άμυνας του ΝΑΤΟ στην σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες.

Υπάρχει επίσης το πρόβλημα της διαλειτουργικότητας. Η αταξία των όπλων δεν είχε πραγματικά σημασία κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν κάθε δύναμη υπερασπιζόταν την δική της περιοχή. Αλλά σήμερα οι ένοπλες δυνάμεις λειτουργούν πιο συχνά μαζί, με κάθε χώρα να προμηθεύει έναν μικρό αριθμό στρατευμάτων. Λόγω των διαφορετικών οπλικών συστημάτων τους, πρέπει όλα να φέρουν το δικό τους εξοπλισμό. «Στο Αφγανιστάν, για παράδειγμα, όταν οι άνδρες μας τελειώσουν την ανάπτυξή τους θα ήταν αποτελεσματικό αν θα μπορούσαν να αφήσουν απλώς τον εξοπλισμό τους για την χώρα που θα αναλάβει την ανάπτυξη», σημείωσε ο Camporini. «Αλλά αυτό δεν συμβαίνει». Αντ’ αυτού, κάθε χώρα που στέλνει στρατιώτες στο Ιράκ και το Αφγανιστάν έχει επίσης με κόπο μεταφέρει και τον εξοπλισμό της. Το ίδιο ισχύει και για την Ενισχυμένη Προωθημένη Παρουσία του ΝΑΤΟ στις χώρες της Βαλτικής και την Πολωνία, όπου κάθε ομάδα φέρνει τον δικό της εξοπλισμό.

Μέρος του προβλήματος είναι ότι οι ευρωπαϊκές χώρες με μεγάλες αμυντικές βιομηχανίες -κυρίως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο- δημιουργούν θέσεις εργασίας με το να αγοράζουν εγχώριο εξοπλισμό. «Ο αμυντικός σχεδιασμός πάντα γινόταν σε εθνικό επίπεδο», σημείωσε ο Dick Zandee, ανώτερος ερευνητής στο Ολλανδικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων Clingendael και πρώην επικεφαλής της μονάδας σχεδιασμού και πολιτικής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (European Defense Agency). «Είναι φυσικό να φροντίζεις την δική σου αμυντική βιομηχανία». Η Γαλλία, πρόσθεσε ο Zandee, «αντιτίθεται πάντα στο να κάνει πράγματα μαζί [με κάποιον άλλον] στις προμήθειες εξοπλισμών εάν δεν χρειάζεται τις άλλες χώρες προκειμένου να δημιουργήσει επαρκή κλίμακα». Παρά το γεγονός ότι η Γαλλία έχει ενταχθεί μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Γερμανία στην ανάπτυξη και την προμήθεια του αεροσκάφους μεταφορών A400M, μεγάλα τμήματα [7] του αεροσκάφους κατασκευάζονται στην Γαλλία.

Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, αν και «υπήρξε ένας τεράστιος αριθμός δηλώσεων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ σχετικά με την ανάγκη συγκέντρωσης των αμυντικών προμηθειών», σύμφωνα με τον Zandee, υπήρξε πολύ μικρότερη πρόοδος.

ΠΟΙΑ ΕΝΙΑΙΑ ΑΓΟΡΑ;