Το τουρκικό στράτευμα μετά το πραξικόπημα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το τουρκικό στράτευμα μετά το πραξικόπημα

Ιδεολογικές, οργανωτικές, θεσμικές και επιχειρησιακές διεργασίες

Σύμφωνα με αμερικανικές αναλύσεις το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίστηκε στον τομέα έγκαιρης συλλογής πληροφοριών, που σχετίζονταν με τις πραγματικές θέσεις των μαχητών του ISIS [10]. Η κατάσταση δυσχεράνθηκε έτι περαιτέρω καθώς η περιοχή ήταν νεφοσκεπής και ομιχλώδης για μεγάλο χρονικό διάστημα, περιορίζοντας την αποτελεσματικότητα των αεροπορικών αναγνωρίσεων. Ο ίδιος λόγος αύξησε τον κίνδυνο για πλήγμα από φίλια πυρά, περιορίζοντας εν τέλει και τις αποστολές αεροπορικής υποστήριξης. Παράλληλα, το ISIS εμφανίστηκε εξαιρετικά οργανωμένο για μάχη εντός του συγκεκριμένου αστικού οικισμού, έχοντας δημιουργήσει μια οργανωμένη αμυντική τοποθεσία, με τη μορφή ακόμη και υπόγειων σηράγγων (κατά τα πρότυπα της Hezbollah στο Ν. Λίβανο), οι οποίες εξασφάλισαν υψηλή κινητικότητα στους εξτρεμιστές, παρά τον όγκο πυρός που εξαπέλυσε το τουρκικό πυροβολικό και η αεροπορία. Οι φίλιες αντιλήψεις μερίδας του πληθυσμού της Al Bab προς το ISIS, επηρέασαν θετικά την λογιστική αυτοτέλεια της οργάνωσης. Η χρήση αντιαρματικών πυραύλων (ATGM’s), μείωσε την πρόθεση εμπλοκή των αρμάτων μάχης εντός του αστικού ιστού, ενώ οι αιφνιδιαστικές επιθέσεις τύπου VBIED δημιούργησαν πρόβλημα στον σχεδιασμό, στην οργάνωση και εν τέλει στο ηθικό των πολιορκητών [11].

Εν κατακλείδι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός ανέκτησαν πλήρως τον έλεγχο των προαστίων και της πόλης, εκκαθαρίζοντας την περιοχή από τα εξτρεμιστικά στοιχεία.

Η διπλωματική διάσταση στην «καθήλωση» πέριξ της Al Bab, σχετίζεται με την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον κο Trump, του οποίου τις προθέσεις επιθυμούσε να διερευνήσει πρωτίστως η Άγκυρα.

Η ΕΜΠΛΟΚΗ ΣΤΗΝ AL RAQQAH

Τα ερωτήματα που έπονται αφορούν το «τι δέον γενέσθαι» με την τουρκική παρουσία στο κυβερνείο του Allepo, τον χρόνο παραμονής στην περιοχή, και φυσικά την επόμενη κίνηση στην συριακή σκακιέρα.

Η Τουρκία επιμένει και πιέζει τους λοιπούς βασικούς δρώντες, προκειμένου να εγκρίνουν τη συμμετοχή της στην υπό σχεδίαση επιχείρηση απελευθέρωσης της Al Raqqah [12]. Παράλληλα, ζητά την εξαίρεση των δυνάμεων του YPG από την ίδια επιχείρηση [13], διότι σε αντίθετη περίπτωση θα θέσει περιορισμούς στην χρήση του εθνικού εναερίου χώρου, και των ζωτικής σημασίας αεροπορικών εγκαταστάσεων του Incirlik (10uncu Ana Jet Üs) [14].

Σε περίπτωση εμπλοκής στην Ράκκα, κατά την προσωπική μου εκτίμηση, η Τουρκία θα ακολουθήσει την πορεία Akçakale-Al Mushayrfah-Al Raqqah. Η προλεγόμενη διαδρομή ευνοεί την Τουρκία από τακτικής και στρατηγικής απόψεως. Αφενός διότι το έδαφος συμβάλλει στην κίνηση μηχανοκίνητων σχηματισμών, αφετέρου διότι η απόσταση μεταξύ Akçakale - Al Raqqah είναι περίπου 83 χιλιόμετρα, εν αντιθέσει με την διαδρομή Al Bab-Al Raqqah που απέχουν περί τα 145 χλμ. Επιπλέον, στην πρώτη περίπτωση οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις παρακάμπτουν τις γραμμές επαφής των κυβερνητικών δυνάμεων της Συρίας, οι οποίες αναπτύσσονται από τις αρχές Φεβρουαρίου στα νότια της πόλης Manbij.

Ωστόσο, η κύρια επιδίωξη της Τουρκίας στην περίπτωση αυτή, σχετίζεται με την ουσιαστική κατάλυση του Αυτόνομου Κουρδικού Κράτους της Rojava, καθότι συνεπάγεται εισβολή και δημιουργία δεύτερου προγεφυρώματος στο καντόνι της Kobani, και δη 50 χλμ. ανατολικά της εν λόγω πόλης. Σε συνδυασμό με το υπάρχον προγεφύρωμα δυτικά της ακτής του Ευφράτη, το οποίο η Τουρκία προτίθεται να διευρύνει μέχρι την πόλη Manbij αλλά και εντός του καντονιού Afrin (προς Tel Rifaat με το πρόσχημα εκκαθάρισης από στοιχεία των ISIS, YPG και SDF [Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις]), ισοδυναμεί ότι δεν θα υφίσταται κατ’ ουσίαν κουρδική οντότητα, παρά μόνο διάσπαρτοι μεμονωμένοι θύλακες. Στην παραπάνω περίπτωση αυξάνεται η πιθανότητα επαφής και εμπλοκής με τις κρατικές δυνάμεις του καθεστώτος της Δαμασκού, ενώ αξιοσημείωτη παρατήρηση αποτελεί το γεγονός ότι οι κουρδικές δυνάμεις (σε συνεργασία με τις «μικτές πολυεθνικές» SDF) που σταθμεύουν νοτίως του ποταμού Sajur και «φράσσουν» την πρόσβαση προς την Manbij, έχουν οργανώσει μια ισχυρή αμυντική τοποθεσία.

Όπως προαναφέρθηκε, η υλοποίηση των τουρκικών προθέσεων είναι άμεσα συνυφασμένη με τους σχεδιασμούς των δύο βασικών δρώντων στην Συρία και κυρίως των ΗΠΑ. Τυχόν τουρκική προέλαση προς την Manbij θα καθυστερούσε την απελευθέρωση της Al Raqqah διότι σημαντικός αριθμός στρατευμάτων του YPG θα αποχωρούσε από την δεύτερη πόλη, με στόχο να υπερασπιστεί την πρώτη. Οι ΗΠΑ δεν προτίθενται να αποδεχτούν μια τέτοια εξέλιξη, τουναντίον δείχνουν να προνοούν την επίσπευση δημιουργίας ομόσπονδης αυτοδιοίκητης κουρδικής οντότητας, παρέχοντας οπλισμό και τεθωρακισμένα οχήματα προς τους μαχητές του YPG. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι μυστικές επαφές του Γερουσιαστή και πρώην υποψηφίου για την προεδρία των ΗΠΑ, John McCain, με το κουρδικό στοιχείο στο Qamishli (πρωτεύουσα του συριακού Κουρδιστάν). Κατά συνέπεια, το αίτημα της Τουρκίας περί εμπλοκής στην απελευθέρωση της Ράκκα, προσωρινά τουλάχιστον παραπέμπεται στις καλένδες. Μάλιστα η Washington επεξεργάζεται σχέδια προσωρινής τουρκο-κουρδικής «συνύπαρξης» στην περιοχή. Το σενάριο αυτό θεωρείται τουλάχιστον «ευφάνταστο», καθώς τριβές παρατηρούνται ακόμη και ανάμεσα στις κουρδικές οργανώσεις, πολλώ δε μάλλον μεταξύ Τούρκων και Κούρδων [15].

Παράλληλα, η Ρωσία ασκώντας πίεση προς τον κο Erdoğan, κάλεσε το PYD για διαπραγμάτευση σχετικά με το μέλλον της αυτοδιοίκητης ομόσπονδης κουρδικής οντότητας, με την πρόθεση να διαβιβάσει τα σχετικά αιτήματα στην κεντρική διοίκηση της Δαμασκού. Η Τουρκία επιθυμώντας να προσεταιριστεί την Ρωσία, εξήγγειλε την πρόθεση της για την προμήθεια προηγμένων αντιαεροπορικών συστοιχιών S-400, παρά το γεγονός ότι αποτελεί μέλος του ΝΑΤΟ (το εγχείρημα θεωρείται αμφιλεγόμενο εξαιτίας πολιτικών και επιχειρησιακών περιορισμών) [16]. Κοινώς σε κάθε περίπτωση η επόμενη κίνηση της Τουρκίας στην Συρία εξαρτάται απόλυτα από τις αμερικανικές και ρωσικές προθέσεις.