Η επιστροφή των εθνών-κρατών στην Ευρώπη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επιστροφή των εθνών-κρατών στην Ευρώπη

Το θετικό της κρίσης της ΕΕ
Περίληψη: 

Σε μια Ευρώπη με ανανεωμένα έθνη-κράτη, οι χώρες θα συνεχίσουν να σχηματίζουν συμμαχίες με βάση τα κοινά συμφέροντα και τις ανησυχίες για την ασφάλεια. Αναγνωρίζοντας την αδυναμία της ΕΕ, ορισμένα κράτη το έχουν ήδη πράξει.

Ο JAKUB GRYGIEL είναι βασικός συνεργάτης στο Κέντρο Ανάλυσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής (Center for European Policy Analysis).

Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα στην δίνη της χειρότερης πολιτικής κρίσης της [1] μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε όλη την ήπειρο, παραδοσιακά πολιτικά κόμματα έχουν χάσει την ελκυστικότητά τους καθώς λαϊκιστικά, ευρωσκεπτικιστικά κινήματα έχουν προσελκύσει ευρεία υποστήριξη. Οι ελπίδες για την ευρωπαϊκή ενότητα φαίνεται να γίνονται όλο και πιο χλωμές μέρα με τη μέρα. Η κρίση του ευρώ [2] έχει εκθέσει βαθιά ρήγματα μεταξύ της Γερμανίας και υπερχρεωμένων νότιων ευρωπαϊκών χωρών [3] όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Η Γερμανία και η Ιταλία έχουν συγκρουστεί σε θέματα όπως οι συνοριακοί έλεγχοι και οι τραπεζικοί κανονισμοί. Και στις 23 Ιουνίου, το Ηνωμένο Βασίλειο έγινε η πρώτη χώρα στην ιστορία που ψήφισε για να αποχωρήσει από την ΕΕ -ένα εκπληκτικό χτύπημα στην Ένωση.

Ταυτόχρονα, καθώς οι εσωτερικές πολιτικές της έχουν εκτροχιαστεί, η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα νέους εξωτερικούς κινδύνους. Στα ανατολικά, μια ρεβανσιστική Ρωσία -αφού εισέβαλε στην Ουκρανία και προσάρτησε την Κριμαία- διαγράφεται δυσοίωνα. Στον νότο της Ευρώπης, η κατάρρευση πολλών κρατών έχει οδηγήσει εκατομμύρια μεταναστών προς βορράν και δημιούργησε πρόσφορο έδαφος για ισλαμιστές τρομοκράτες. Οι πρόσφατες επιθέσεις στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες έχουν δείξει ότι αυτοί οι εξτρεμιστές μπορεί να χτυπήσουν στην καρδιά της ηπείρου.

Αυτό το χάος έχει υπογραμμίσει το κόστος του να αγνοούνται οι γεωπολιτικές μάχες που περιβάλλουν την Ευρώπη. Ωστόσο, η ΕΕ, που πλήττεται σοβαρά από την κρίση του ευρώ και τις διαφωνίες για το πώς να κατανεμηθούν οι πρόσφυγες, φαίνεται ότι δεν είναι πλέον ισχυρή ή αρκετά ενωμένη για να αντιμετωπίσει την εγχώρια αναταραχή ή τις απειλές για την ασφάλεια στα σύνορά της. Εθνικοί ηγέτες σε όλη την ήπειρο έχουν ήδη γίνει εσωστρεφείς, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο καλύτερος τρόπος για την προστασία των χωρών τους είναι μέσω της μεγαλύτερης κυριαρχίας, όχι της λιγότερης. Πολλοί ψηφοφόροι φαίνεται να συμφωνούν.

Όπως καθιστά οδυνηρά σαφές η ιστορία της Ευρώπης, μια επιστροφή στον επιθετικό εθνικισμό θα μπορούσε να είναι επικίνδυνη, όχι μόνο για την ήπειρο, αλλά και για τον κόσμο. Ωστόσο, μια Ευρώπη ανανεωμένων διεκδικητικών εθνών-κρατών θα ήταν προτιμότερη από την ασύνδετη, αναποτελεσματική και αντιλαϊκή ΕΕ του σήμερα. Υπάρχει καλός λόγος να πιστεύουμε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες θα κάνουν καλύτερη δουλειά στον έλεγχο της Ρωσίας [4], την διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης, και της καταπολέμησης της τρομοκρατίας από μόνες τους, από όσο έχουν κάνει υπό την αιγίδα της ΕΕ.

ΟΛΟΕΝΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΥΤΕΡΗ ΕΝΩΣΗ

Στα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες δόμησαν ένα πειστικό επιχείρημα ότι μόνο μέσα από την ενότητα θα μπορούσε η ήπειρος να ξεφύγει από το αιματηρό παρελθόν της και να εγγυηθεί την ευημερία. Κατά συνέπεια, το 1951, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες και η Δυτική Γερμανία δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα. Κατά την διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, η οργάνωση αυτή μεταμορφώθηκε στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και, τελικά, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και τα μέλη της αυξήθηκαν από έξι χώρες στις 28. Στην πορεία αυτή, καθώς ο φόβος του πολέμου υποχωρούσε, οι Ευρωπαίοι ηγέτες άρχισαν να μιλούν για την εναρμόνιση όχι απλώς ως μια δύναμη για την ειρήνη αλλά και ως έναν τρόπο που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να σταθεί μαζί με την Κίνα, την Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες ως μια μεγάλη δύναμη.

Εκείνοι που προωθούσαν την ΕΕ υποστήριξαν ότι τα οφέλη της συμμετοχής -μια ολοκληρωμένη αγορά, κοινά σύνορα, και ένα διακρατικό νομικό σύστημα- ήταν αυτονόητα. Με αυτή την λογική, η επέκταση της Ένωσης προς ανατολάς δεν θα απαιτούσε βία ή πολιτικό εξαναγκασμό˙ θα χρειαζόταν απλά υπομονή, αφού τα μη μέλη κράτη θα αναγνώριζαν αμέσως τα θετικά της ιδιότητας του μέλους και θα εντάσσονταν όσο συντομότερα μπορούσαν. Και για πολλά χρόνια, αυτή η λογική υλοποιείτο καθώς οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης έτρεχαν να ενταχθούν στην Ένωση μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οκτώ χώρες -η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Σλοβενία- έγιναν μέλη το 2004˙ η Βουλγαρία και η Ρουμανία ακολούθησαν το 2007.

Στην συνέχεια, ήρθε η κρίση στην Ουκρανία. Το 2014, ο ουκρανικός λαός βγήκε στους δρόμους και ανέτρεψε τον διεφθαρμένο πρόεδρό του, Βίκτορ Γιανουκόβιτς, αφότου εκείνος ακύρωσε απότομα μια νέα οικονομική συμφωνία με την ΕΕ. Αμέσως μετά, η Ρωσία εισέβαλε και προσάρτησε την Κριμαία, και έστειλε αμέσως στρατιώτες και πυροβολικό στην ανατολική Ουκρανία, επίσης. Οι ηγέτες της ΕΕ ήλπιζαν ότι οι οικονομικές αντιπαροχές θα αύξαναν αναπόφευκτα τις συμμετοχές στην Ένωση και θα έφερναν την ειρήνη και την ευημερία σε ένα όλο και μεγαλύτερο κοινό. Αλλά αυτό το όνειρο αποδείχθηκε ότι δεν ταιριάζει με τα τανκς της Ρωσίας και τα λεγόμενα μικρά πράσινα ανθρωπάκια.