Το «τυνησιακό θαύμα» και οι δημοτικές εκλογές της 6ης Μαΐου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το «τυνησιακό θαύμα» και οι δημοτικές εκλογές της 6ης Μαΐου

Πολιτική ωριμότητα ή μετάθεση της σύγκρουσης μεταξύ του πολιτικού Ισλάμ και των υποστηρικτών του κοσμικού Κράτους;

Η επιτυχής κυβερνητική συγκατοίκηση Ισλαμιστών - Κοσμικών στην Τυνησία αποτελεί ένα φαινόμενο μοναδικό στον σημερινό αραβικό κόσμο. Ωστόσο, δεν άργησε να παρουσιαστεί ένα γεγονός, που θα μπορούσε να τινάξει όλες τις ισορροπίες στον αέρα: Η τουριστική βιομηχανία της χώρας, που εξαρτάται αποκλειστικά από μεγάλα ευρωπαϊκά τουριστικά πρακτορεία, βρέθηκε για ακόμα μια φορά στο στόχαστρο εξτρεμιστών ισλαμιστών, τον Ιούνιο του 2015. Τυνήσιος ισλαμιστής τρομοκράτης έσπειρε τον θάνατο πυροβολώντας αδιακρίτως μέσα σε πεντάστερο ξενοδοχείο, σκοτώνοντας 38 Ευρωπαίους τουρίστες και τραυματίζοντας σοβαρά άλλους 30. Σε πολιτικό επίπεδο, το γεγονός αυτό αποτέλεσε ουσιαστικά ένα δυνατό τεστ αντοχής της κυβέρνησης συνεργασίας, αλλά συγχρόνως και μια δοκιμή κατά πόσον τελικά το πολιτικό Ισλάμ της χώρας είναι ώριμο να συμπορευτεί με τους κανόνες του πολυκομματισμού, του κοινοβουλευτισμού και της πολιτισμικής ανεκτικότητας. Οι τραγικές εικόνες από τις αιματοβαμμένες ξαπλώστρες προκάλεσαν την φρίκη της Δυτικής κοινής γνώμης και αποτέλεσε ευτύχημα για την οικονομία της χώρας ότι το βίαιο εκείνο γεγονός συνέβη στο τέλος της τουριστικής περιόδου. Εάν κάτι «έσωσε» το ισλαμιστικό κόμμα Αλ-Νάχντα από το να θεωρηθεί ένοχο για την τρομοκρατική επίθεση, ήταν καθαυτή η παραμονή του στην κυβέρνηση συνεργασίας με τους κοσμικούς. Το ισλαμιστικό Αλ-Νάχντα «γλύτωσε» από το να κηρυχθεί ξανά εκτός νόμου όταν ο πρόεδρός του και κυβερνητικός εταίρος, Ρασίντ Γανούσι, συντάχθηκε απόλυτα με τον πρόεδρο Εσσέμπσι ως προς την εφαρμογή αυστηρών μέτρων καταστολής κατά των ακραίων ισλαμιστικών τάσεων, που προφανώς ακόμα υπάρχουν στην κοινωνία της χώρας.

07052018-2.jpg

Ο Rached Ghannouchi, επικεφαλής του κόμματος Ennahda, ψηφίζει σε ένα εκλογικό κέντρο για τις δημοτικές εκλογές στην Τύνιδα, στην Τυνησία, στις 6 Μαΐου 2018. REUTERS/Zoubeir Souissi
-------------------------------------------------------------------------------------------------

Ενώ, λοιπόν, όλα δείχνουν να βαίνουν καλώς στην Τυνησία, με τις κομματικές ηγεσίες των Ισλαμιστών και των Κοσμικών να επιτυγχάνουν να συνεργάζονται ομαλά, γιατί άραγε θα έπρεπε να καθυστερήσει τόσο πολύ η δημοκρατική ανάδειξη της τοπικής αυτοδιοίκησης; Γιατί θα έπρεπε να περάσουν επτά ολόκληρα χρόνια από την ανατροπή του Μπεν-Αλί και να μεσολαβήσουν δύο κοινοβουλευτικές εκλογές (2011 και 2014) και μια προεδρική (2014) έως ότου κληθεί ο μέσος Τυνήσιος πολίτης να αποφασίσει ποιος θα είναι ο Δήμαρχος και το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης του;

Στην προσπάθεια να απαντηθεί αυτό το εύλογο ερώτημα, πρέπει να ληφθεί υπ’όψιν η ωριμότητα με την οποία οι ηγεσίες τόσο των Ισλαμιστών όσο και των Κοσμικών κατάφεραν να διαχειριστούν την τυνησιακή κοινωνία στο σύνολό της. Φαίνεται ότι τόσο ο Γανούσι, όσο και ο πρόεδρος Εσσέμπσι είναι αμφότεροι αποφασισμένοι να μην παρασύρουν τον τυνησιακό λαό στην εύκολη παγίδα του διχασμού.

Ένας απολογισμός του σύντομου πολυκομματικού κοινοβουλευτικού βίου της Τυνησίας οδηγεί στο εξής συμπέρασμα: Ο μέσος Τυνήσιος μπορεί να κλήθηκε να αποφασίσει ποιος βουλευτής και ποιο κόμμα θα τον εκπροσωπεί στο εθνικό κοινοβούλιο. Ωστόσο, ποτέ δεν ρωτήθηκε άμεσα, εάν συμφωνεί με τις ιδεολογικές συγκλίσεις Ισλαμιστών-Κοσμικών που επιτεύχθηκαν μέσα στις αίθουσες του προεδρικού μεγάρου και του κοινοβουλίου στην Τύνιδα. Φαίνεται, μάλιστα, ότι οι κομματικοί μηχανισμοί τόσο του Αλ-Νάχντα, όσο και του Nidaa Tunis , ήθελαν να αναβάλουν όσο το δυνατόν περισσότερο να αναμετρηθούν πολιτικά και ιδεολογικά σε καθαρά τοπικό επίπεδο, επειδή ακριβώς έχουν πλήρη επίγνωση των τεράστιων διαφορών ανάμεσα στις κοινωνικές δομές που υπάρχουν αφ’ ενός στα τουριστικά μεσογειακά αστικά κέντρα και αφ’ ετέρου στην φτωχή, συντηρητική και θρησκόληπτη ενδοχώρα. Από την άλλη πλευρά, είναι γεγονός ότι Ισλαμιστές και Κοσμικοί στις «μικτές» πόλεις, συμβιώνουν αρμονικά. Εσσέμπσι και Γανούσι προφανώς αναρωτιούνταν, γιατί άραγε θα έπρεπε στο όνομα της πολιτικά ορθής «δημοκρατικής εκλογής της τοπικής αυτοδιοίκησης», να προκληθούν περιττά σημεία τριβής και αναίτιες πολώσεις «εκ του μη όντος». Έτσι, οι τέσσερεις αλλεπάλληλες αναβολές των δημοτικών εκλογών μπορεί επισήμως να προβάλλονταν ως «απαραίτητες για την ομαλή μετάβαση της χώρας σε συνθήκες πλουραλισμού». Στην πραγματικότητα όμως, με αυτόν τον τρόπο διατηρείται από το 2014 μέχρι σήμερα το λεγόμενο «Τυνησιακό Θαύμα» της αρμονικής συνύπαρξης Ισλαμιστών και Κοσμικών –μια συνύπαρξη που όμοιά της στον υπόλοιπο αραβικό κόσμο δεν υπάρχει. Έτσι, ο μέσος Δυτικός παρατηρητής εύκολα οδηγείται στο εξής φαινομενικά παράδοξο συμπέρασμα: Στην περίπτωση της μετεπαναστατικής Τυνησίας, όταν οι δημοκρατικά εκλεγμένοι κυβερνητικοί εταίροι αποφασίζουν από κοινού να μην ενθαρρύνουν περαιτέρω δημοκρατικές διαδικασίες, εν τέλει ωφελημένη αναδεικνύεται η ίδια η κοινωνία, η οποία ίσως να μην είναι σε θέση να αντέξει πρόσθετες πολώσεις.

Όποιες και εάν ήταν οι δεύτερες σκέψεις των κομματικών επιτελείων στην Τύνιδα, το σίγουρο είναι ότι πραγματική σύγχρονη κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν νοείται χωρίς εκλεγμένη τοπική αυτοδιοίκηση. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, το τυνησιακό πολιτικό σύστημα φρόντισε να φέρει την εκλογική διαδικασία στα δικά του μέτρα.