Η κατασκευαστική άνθηση του Πεκίνου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η κατασκευαστική άνθηση του Πεκίνου

Πώς η Δύση παρέδωσε την παγκόσμια ανάπτυξη των υποδομών στην Κίνα

Σήμερα τα Δυτικά αναπτυξιακά θεσμικά όργανα υφίστανται το βάρος του παρελθόντος τους [5], κατά το οποίο ήταν κυριολεκτικά οι μόνες τράπεζες για τους δανειολήπτες χωρών υποδοχής. Τα δυνητικά σχέδια αξιολογούνταν πάντοτε για να εξασφαλίσουν ότι τα συνολικά τους οφέλη υπερβαίνουν οικονομικά το κόστος τους και ότι θα εξασφαλίσουν την πραγματική αποπληρωμή των δανείων. Αρχίζοντας στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αυτός ο υπολογισμός άρχισε να περιλαμβάνει το περιβαλλοντικό, ασφαλιστικό, κοινωνικό και όποιο άλλο κόστος ,πέρα από το στενά οικονομικό -κάτι που οι οικονομολόγοι ονομάζουν «αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις» (negative externalities).

Η καταγραφή των αρνητικών εξωτερικών επιπτώσεων μέσω της εφαρμογής αυστηρών μέτρων διασφάλισης είναι ζωτικής σημασίας εάν ένα έργο υποδομής πρόκειται να αποφέρει καθαρό όφελος για την κοινωνία. Αλλά αυτά τα κόστη πρέπει να σταθμιστούν σε σχέση με τα κέρδη που παράγουν τα έργα όσον αφορά την αξιόπιστη ηλεκτρική ενέργεια, το καθαρό νερό, τις θέσεις εργασίας και την συνολική οικονομική ανάπτυξη. Στην Δύση, το κατάλληλο επίπεδο διασφαλίσεων έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Με την καθοδήγηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, τα Δυτικά πιστωτικά ιδρύματα [6] σταδιακά ανέπτυξαν όλο και πιο επαχθείς προϋποθέσεις για τους δανειολήπτες. Καθ’ όλη την δεκαετία του 1990 και τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Παγκόσμια Τράπεζα απαίτησε όλο και περισσότερο από τους δανειολήπτες να συμμορφώνονται με τα πρότυπα περιβαλλοντικής αξιολόγησης, στην ουσία «εξάγοντας» τα πρότυπα αυτά από τα έθνη-δωρητές στους δανειολήπτες. Οι ολοένα και αυστηρότερες αναθεωρήσεις δημιούργησαν περαιτέρω μια βιομηχανία Δυτικών μη κυβερνητικών οργανώσεων που ασκούσαν επιρροή για να υποστηρίξουν την ακύρωση ή την αλλαγή σε δυνητικά έργα της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Οι πρωτοβουλίες αυτές είχαν μια μετρήσιμη επίπτωση στα προγράμματα δανειοδότησης της Παγκόσμιας Τράπεζας. Σε πραγματικούς όρους, οι δανειοδοτικές υποχρεώσεις του κλάδου International Bank for Reconstruction and Development της Παγκόσμιας Τράπεζας μειώθηκαν από έναν ετήσιο μέσο όρο άνω των 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην δεκαετία του 1980 και του 1990 στα 16,6 δισεκατομμύρια δολάρια μεταξύ του 2000 και του 2009. Η μείωση αυτή οφειλόταν σε υπερβολικά αυστηρές και απαιτητικές διαχειριστικές και κοινωνικές/περιβαλλοντικές διασφαλίσεις που συνδέονται με τα έργα της Παγκόσμιας Τράπεζας, γεγονός που επιβράδυνε τους τραπεζικούς δανεισμούς και αύξησε το πραγματικό κόστος για τους δανειολήπτες.

Έτσι, ο μεγαλύτερος αναπτυξιακός θεσμός στον κόσμο ξεκίνησε την έξοδό του από τις δραστηριότητες δανεισμού υποδομών και αυτό συνέπεσε με την εμφάνιση των κινεζικών τραπεζών πολιτικής [China’s policy banks] στον κλάδο.

Μετά από μια εσωτερική αναθεώρηση το 2010, η Παγκόσμια Τράπεζα εργάστηκε για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στα προγράμματα των διασφαλίσεών της και για την αύξηση του δανεισμού της σε έργα υποδομής. Ωστόσο, οι μεταρρυθμίσεις της περιβαλλοντικής πολιτικής έχουν μετατραπεί σε ένα είδος αλληγορίας για τις δυσκολίες του θεσμού στην εφαρμογή νέων πρωτοβουλιών. Το νέο Περιβαλλοντικό και Κοινωνικό Πλαίσιο (Environmental and Social Framework) χρειάστηκε περισσότερα από έξι χρόνια για να αναπτυχθεί, σε αυτό που ουσιαστικά είναι μια αναθεώρηση των πολιτικών αναθεώρησης. Το πλαίσιο αυτό προβλέπεται να τεθεί σε εφαρμογή κάποια στιγμή μέσα στο 2018.

Πολλά από τα διδάγματα από την Παγκόσμια Τράπεζα [7] ισχύουν επίσης για διμερή προγράμματα δανεισμού από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι αμερικανικοί αναπτυξιακοί θεσμοί παρεμποδίστηκαν από εγχώριες πολιτικές προκλήσεις τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με τους συντηρητικούς να τους επικρίνουν ως ότι εμπλέκονται σε καταστροφικές δαπάνες ή σε εταιρική ευημερία, και τους φιλελεύθερους να επικρίνουν τις επενδυτικές τους αποφάσεις ως ότι δεν υπολογίζουν κατάλληλα τις περιβαλλοντικές ή κοινωνικές ανησυχίες. Οι χάρτες τόσο της Overseas Private Investment Corporation όσο και της Export-Import Bank of the United States έληξαν για λίγο το 2015 λόγω της αντιπολίτευσης των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο, και αμφότερα τα ιδρύματα αντιμετώπισαν πρόσφατα αγωγές από περιβαλλοντικές ομάδες των ΗΠΑ για την χρηματοδότησή τους προς ορισμένα διεθνή έργα [στον τομέα των] ορυκτών καυσίμων.

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα μιας πιο συντονισμένης προσέγγισης των ΗΠΑ ήταν η πρωτοβουλία Power Africa υπό την διοίκηση Obama το 2013. Στα τέλη του 2017 φαίνεται ότι μεγάλο μέρος των χορηγηθέντων κονδυλίων απλώς επαναπρογραμματίστηκε από τις υπάρχουσες εγκρίσεις τους. Η Υπηρεσία Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (Congressional Budget Office) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Νόμος Electrify Africa θα οδηγήσει πράγματι σε καθαρή εξοικονόμηση πόρων για την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Έτσι, το εμβληματικό πρόγραμμα του προέδρου φαίνεται να έχει λάβει μηδέν δολάρια καθαρής νέας χρηματοδότησης, σε αντίθεση με το ποσό των 60 έως 70 δισεκατομμυρίων δολαρίων νέων δανείων που η Κίνα έριξε στην υποσαχάρια Αφρική κατά την τελευταία δεκαετία.

24052018-2.jpg

Ο πρόεδρος της Κίνας, Xi Jinping, μιλά στο Belt and Road Forum στο Πεκίνο, στις 14 Μαΐου 2017. MARK SCHIEFELBEIN / REUTERS
-----------------------------------------------------------------------

ΕΝΑ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ;

Είναι το νέο κυρίαρχο κινεζικό μοντέλο μια καλύτερη προσέγγιση για την ανάπτυξη των υποδομών, για τις δανειολήπτες χώρες υποδοχής ή ακόμα και για την Κίνα; Εδώ, το αναδυόμενο ιστορικό των τραπεζών της κινεζικής πολιτικής αρχίζει να υλοποιείται. Αλλά υπολείπεται πρακτικά σε κάθε δυνατή μέτρηση.