Πώς η Ρωσία και η Κίνα υπονομεύουν την δημοκρατία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς η Ρωσία και η Κίνα υπονομεύουν την δημοκρατία

Μπορεί η Δύση να αντιμετωπίσει την απειλή;
Περίληψη: 

Όσο ισχυρότερο είναι το κανονιστικό περιβάλλον μιας χώρας, η κοινωνία των πολιτών της, τα πολιτικά κόμματα και τα ανεξάρτητα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τόσο οι λιγότερο αποτελεσματικές θα γίνονται οι επιθέσεις των αυταρχικών δυνάμεων στους δημοκρατικούς θεσμούς και τόσο λιγότερο ελκυστικά θα είναι το αυταρχικό αφήγημα και μοντέλο.

Η ANDREA KENDALL-TAYLOR είναι ανώτερη Συνεργάτις και διευθύντρια του Προγράμματος Διατλαντικής Ασφάλειας στο Center for a New American Security και επίκουρη καθηγήτρια στην Σχολή Εξωτερικής Υπηρεσίας του Πανεπιστημίου Georgetown.
Ο DAVID SHULLMAN είναι ανώτερος σύμβουλος στο International Republican Institute.

Οι κινήσεις της Ρωσίας και της Κίνας συγκλίνουν για να αμφισβητήσουν την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ παγκόσμια τάξη. Τον περασμένο μήνα η Κίνα έλαβε μέρος με την Ρωσία [1] στην διεξαγωγή των μεγαλύτερων ρωσικών στρατιωτικών ασκήσεών της από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Καθώς ξεκινούσαν τα πολεμικά παιχνίδια, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Κινέζος πρόεδρος, Xi Jinping, μοιράστηκαν τηγανίτες και βότκα στο Βλαδιβοστόκ σε μια ακόμη δημόσια έκθεση της σχέσης τους. Εκτός από την ενισχυμένη στρατιωτική συνεργασία, η σύμπραξη των δύο εθνών σε διεθνείς οργανισμούς και οι αξιοσημείωτα συχνές υψηλού επιπέδου δεσμεύσεις τους αντικατοπτρίζουν την αυξανόμενη συμφωνία τους για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να τακτοποιηθεί ο κόσμος. Κεντρική σε αυτή την κοινή άποψη είναι η πεποίθηση ότι η αποδυνάμωση της δημοκρατίας [2] μπορεί να επιταχύνει την παρακμή της Δυτικής επιρροής και να προωθήσει τους γεωπολιτικούς στόχους και της Ρωσίας και της Κίνας.

03102018-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Κινέζος πρόεδρος, Xi Jinping, παρακολουθούν μια παράσταση στο Ρωσικό Παιδικό Κέντρο «Ocean», στο Βλαδιβοστόκ, τον Σεπτέμβριο του 2018. MIKHAIL METZEL / POOL VIA REUTERS
--------------------------------------------------------------------------

Η Ρωσία και η Κίνα βλέπουν τις προσπάθειες για την στήριξη της δημοκρατίας -ιδιαίτερα τις προσπάθειες των ΗΠΑ- ως ελάχιστα συγκεκαλυμμένες προσπάθειες να επεκταθεί η επιρροή των ΗΠΑ και να υπονομευθούν τα καθεστώτα τους, και έχουν με συνέπεια επιδιώξει την αντιστάθμιση της προαγωγής της δημοκρατίας από την Δύση. Αυτές οι προσπάθειες δεν είναι καινούργιες, αλλά αλλάζουν πεδίο δράσης και ένταση. Από το 2014, ειδικά η Ρωσία έχει πάει την μάχη στις Δυτικές δημοκρατίες. Επειδή η Μόσχα και το Πεκίνο μετράνε την δύναμή τους συγκρινόμενες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, βλέπουν την αποδυνάμωση της Δυτικής δημοκρατίας ως μέσο ενίσχυσης της δικής τους θέσης. Η παρέμβαση του Κρεμλίνου στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016 είχε ως στόχο, τουλάχιστον εν μέρει, να αμαυρώσει την δημοκρατία των ΗΠΑ και να επιτρέψει στη Μόσχα να ισχυριστεί ότι η Ουάσινγκτον δεν έχει κανένα δικαίωμα να λέει σε άλλα έθνη πώς να διεξάγουν τις εκλογές τους. Από την πλευρά τους, οι Κινέζοι ηγέτες επεδίωξαν να εξασθενίσουν σταδιακά τα δημοκρατικά πρότυπα ως έναν τρόπο για να ενισχύσουν την διεθνή νομιμοποίηση της κινεζικού είδους λενινιστικής-καπιταλιστικής διακυβέρνησης.

ΕΝΑΣ ΑΥΞΑΝΟΜΕΝΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ

Αν και αυτές οι προσπάθειες είναι μακρόπνοες, δύο παράγοντες αυξάνουν την απειλή τους για την δημοκρατία. Πρώτον, οι τακτικές της εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας και της Κίνας συγκλίνουν με νέους και συνεργατικούς τρόπους. Η ρωσική εξωτερική πολιτική είναι συγκρουσιακή και θρασεία. Η Κίνα, μέχρι στιγμής, έχει χρησιμοποιήσει μια λεπτότερη στρατηγική, αποστρεφόμενη το ρίσκο, προτιμώντας την σταθερότητα που ευνοεί την οικοδόμηση οικονομικών δεσμών και επιρροής. Παρόλο που αυτές οι δύο προσεγγίσεις είναι διαφορετικές και φαινομενικά ασυντόνιστες, αν εκληφθούν μαζί, έχουν μια πιο διαβρωτική επίδραση στην δημοκρατία απ’ ό, τι θα είχαν από μόνες τους. Η επίθεση της Ρωσίας στους δημοκρατικούς θεσμούς, συμπεριλαμβανομένης της εκλογικής παρέμβασης, της διάδοσης της διαφθοράς και των εκστρατειών παραπληροφόρησης, αποδυναμώνει την δέσμευση ορισμένων δρώντων στην δημοκρατία. Αλλά είναι το εναλλακτικό μοντέλο επιτυχίας που παρέχει η Κίνα και, πιο σημαντικό, τα έσοδα που φέρνει στις κυβερνήσεις που [έχουν προβλήματα και] αγωνίζονται, που δίνει στις αδύναμες δημοκρατίες την ικανότητα να απομακρυνθούν από την Δύση. Με παρόμοιο τρόπο, η εμπλοκή της Κίνας θα ήταν πιθανώς λιγότερο ισχυρή χωρίς τις ρωσικές προσπάθειες να αποδυναμωθούν οι δημοκρατικοί θεσμοί και να χαλαρώσει η προσήλωση στην δημοκρατία.

Αυτή η δυναμική είναι πιο εμφανής στην Ανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια, όπου οι μακρόχρονες προσπάθειες της Ρωσίας για την ανατροπή της δημοκρατίας και της ΕΕ υπάρχουν παράλληλα με σημαντικές επενδύσεις στις υποδομές από την Κίνα. Σκεφτείτε την Σερβία, όπου η Ρωσία έχει από καιρό προβάλει επιρροή για να υπονομεύσει την δημοκρατική πρόοδο. Η χώρα έχει πλέον κεντρικό ρόλο στα σχέδια της Κίνας να χρηματοδοτήσει έργα στον τομέα των μεταφορών στην Ευρώπη, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας One Belt, One Road. Οι Σέρβοι ηγέτες βλέπουν την κινεζική χρηματοδότηση ως ευκαιρία να προωθήσουν τον εαυτό τους εγχωρίως με το να παρέχουν βελτιωμένες υποδομές χωρίς να τηρούν τους αυστηρούς κανονισμούς που συνοδεύουν τους ευρωπαϊκούς πόρους. Αυτό έχει δημιουργήσει την εσφαλμένη λαϊκή αντίληψη ότι η Κίνα επενδύει τώρα περισσότερο στην Σερβία από όσο οι μεγάλες χώρες της ΕΕ. Όταν η οικονομική αυτή μόχλευση συνδυάζεται με το διαρκές σφυροκόπημα των ρωσικών μηνυμάτων σχετικά με τις αποτυχίες της ΕΕ, μετριάζει αποτελεσματικά την βούληση της Σερβίας να συνεχίσει μεταρρυθμίσεις όπως η ενίσχυση του κράτους δικαίου, που απαιτούνται για την ένταξή της στην ΕΕ. Παρά τα διαφορετικά συμφέροντα στην Σερβία και την έλλειψη συντονισμού, οι προσπάθειες της Ρωσίας και της Κίνας αλληλοενισχύονται.